ΕΒΕΠ: «Τα περιοριστικά μέτρα απορρίπτουν τις προσδοκίες ανάκαμψης του επιχειρηματικού κλίματος»
– Το ΕΒΕΠ ενημερώνει για το «Βαρόμετρο των ΜμΕ» στην ΕΕ-27
Ο δείκτης επιχειρηματικού κλίματος για τις ΜμΕ, που παρουσιάστηκε στις Βρυξέλλες στις 15/3/21 δείχνει μικρή ανάκαμψη 5,2% στο 59,8% μετά την αρνητική καταγραφή του 54,6% που καταγράφηκε το φθινόπωρο του 2020.
Παρά το γεγονός της προσωρινής αποσύνδεσης από τη πανδημία και την μερική επιστροφή των επιχειρήσεων στη συνήθη λειτουργία τους, που προκάλεσαν θετική ανάκαμψη, οι αριθμοί μετριάζονται από το ξέσπασμα του δεύτερου κύματος στο τέλος του 2020.
Παρά λοιπόν την επανέναρξη λειτουργίας της επιχειρήσεων, οι περιορισμοί στις μη βασικές υπηρεσίες και η επακόλουθη συρρίκνωση της ζήτησης των καταναλωτών επηρέασαν σοβαρά ιδίως τον τομέα των ΜμΕ. Κατά συνέπεια, η ανάκαμψη το φθινόπωρο ήταν λιγότερο έντονη από το αναμενόμενο. Οι νότιες και περιφερειακές περιοχές, οι οποίες αντιμετώπιζαν μια βαθύτερη ύφεση, δείχνουν ένα μεγαλύτερο θετικό αποτέλεσμα αποσύνδεσης από τις χώρες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης. Συνολικά, το χάσμα μεταξύ αυτών των δύο περιοχών μειώθηκε σε 10,5 από 15,8 μονάδες.
Στη παρουσίαση της έκθεσης του τελευταίου βαρόμετρου για τις ΜμΕ της ΕΕ που παρείχε η Μονάδα Μελετών της «SMEunited», επισημαίνεται πως τα μέτρα αποσυμπίεσης το καλοκαίρι προκάλεσαν μια ενθαρρυντική ανάκαμψη σε όλους τους τομείς, ακόμη και αν υπολείπονται από τα προβλεπόμενα. Τα χειρότερα αποτελέσματα συλλέγονται από επαγγελματικές υπηρεσίες και επιχειρήσεις λιανικής, οι οποίες υπέστησαν τα lockdown και μειωμένη ζήτηση. Από την άλλη πλευρά, ο κατασκευαστικός τομέας αποδίδει καλύτερα από τον μέσο όρο.
Γενικά, οι ΜμΕ πλήττονται περισσότερο από την κρίση από τη συνολική κατάσταση της οικονομίας, λόγω της ισχυρότερης παρουσίας τους στον τομέα των υπηρεσιών. Για το πρώτο εξάμηνο του 2021, τα στοιχεία δείχνουν υψηλό επίπεδο αβεβαιότητας που προκαλείται από την απρόβλεπτη συμπεριφορά του ιού, την εκστρατεία εμβολιασμού και την εφαρμογή σχεδίων αποκατάστασης. Η έκθεση υπογραμμίζει πώς τα εθνικά μέτρα στήριξης και η αύξηση του κύκλου εργασιών το δεύτερο εξάμηνο του 2020 διατήρησαν την απασχόληση στις ΜμΕ.
Η ανάκαμψη το 2021 προβλέπεται βραδεία και για να επιτρέψει στις ΜμΕ να περάσουν από την αβεβαιότητα αυτής της περιόδου κρίσης, ώστε να ξεκινήσουν πάλι οι επενδύσεις και η δημιουργία θέσεων εργασίας, οι πολιτικές σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο θα πρέπει να:
• συνεχίσουν με μέτρα κρίσης για όσο διάστημα είναι απαραίτητο
• παρέχουν μέσα που να επιτρέπουν στις επιχειρήσεις με θετική επιχειρηματική προοπτική να παραμείνουν σε λειτουργία
• διασφαλίζει ότι οι άνεργοι ή οι εργαζόμενοι σε βραχυπρόθεσμα προγράμματα εργασίας μπορούν να επωφεληθούν από μέτρα κατάρτισης,
• χρησιμοποιήσουν τη δυνατότητα ανάκτησης και ανθεκτικότητας για να υποστηρίξουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις στη πράσινη και ψηφιακή μετάβαση,
• συμμετέχουν οι κοινωνικοί εταίροι και οργανώσεις ΜμΕ στο σχεδιασμό και την εφαρμογή των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας,
• ενισχύσουν την εσωτερική αγορά αποφεύγοντας οποιαδήποτε στρέβλωση της διασυνοριακής κινητικότητας με την άρση των υφιστάμενων εμποδίων για τις υπηρεσίες,
• εξασφαλίσουν ισότιμους όρους ανταγωνισμού σε σχέση με τρίτες αγορές και εντός της ενιαίας αγοράς, επιβάλλοντας τους ισχύοντες κανόνες και βελτιώνοντας τη δικαιοσύνη όσον αφορά τις οικονομίες πλατφόρμας και τα φορολογικά συστήματα.
Συμπερασματικά, για να περάσει από την τρέχουσα αβεβαιότητα και να επανεκκινήσει η οικονομία, το επίκεντρο του επερχόμενου Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα πρέπει να εστιάσει στη δημιουργία επαρκούς ισορροπίας μεταξύ αμοιβαίας ενίσχυσης επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων, με στόχο τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας μέσα από την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ & ΠΕΣΑ Βασίλης Κορκίδης δήλωσε ότι τα στοιχεία του Ευρωβαρομέτρου των ΜμΕ και οι μελλοντικές εκτιμήσεις επιβεβαιώνουν πως το πρόβλημα της βιωσιμότητας των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων καθώς και ο φόβος έκρηξης λουκέτων και ανεργίας δεν είναι ελληνικό θέμα, αλλά πανευρωπαϊκό ζήτημα, που πρέπει να αντιμετωπισθεί σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο.