Π.  ΝΕΑΡΧΟΥ: Οι διμερείς και περιφερειακές στρατηγικές συμμαχίες της Ελλάδος είναι ασπίδα ασφαλείας και νέα γεωπολιτική προοπτική

Π.  ΝΕΑΡΧΟΥ: Οι διμερείς και περιφερειακές στρατηγικές συμμαχίες της Ελλάδος είναι ασπίδα ασφαλείας και νέα γεωπολιτική προοπτική


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Mε το «Τσεσμέ» και την άσκηση «Γαλάζια Πατρίδα» η Άγκυρα έδειξε για άλλη μια φορά τι ιδέα έχει για τις «διερευνητικές συνομιλίες» και τι πραγματικά επιδιώκει. Οι διεκδικήσεις της αφορούν πλήρη ανατροπή του status quo στο Αιγαίο και προώθηση του στόχου της Τουρκικής ηγεμονίας στην Ανατολική Μεσόγειο, ως μέρος ενός ευρύτερου οράματος μιας χερσαίας Ευρω-Ασιατικής δυνάμεως που θα έχει προβολή στη Μεσόγειο.

Οι Τουρκικές αξιώσεις, οι οποίες περιβάλλονται με τον μανδύα του Τουρκικού εθνικισμού και ενός νεο-Οθωμανικού Ισλάμ, δεν χωρούν σε «διερευνητικές» ψευδοσυνομιλίες. Αυτές αφορούν τακτικισμούς και επιδίωξη επιμέρους διπλωματικών στόχων. Η πικρή αλήθεια είναι ότι η Άγκυρα θέτει θέματα που οδηγούν σε αναμέτρηση, εκτός και αν η Άγκυρα ελπίζει ότι η «μικρή» Ελλάδα δεν θα αντέξει τον ανταγωνισμό και την πίεση και θα υποχωρήσει σιωπηρά και παθητικά.

Η Ελλάδα, έχοντας επίγνωση της καταστάσεως αυτής, το πρώτο που έχει να κάνει είναι η μέγιστη και η τάχιστη δυνατή ενίσχυση των Ενόπλων της Δυνάμεων. Από την άποψη αυτή έχει κορυφαία σημασία η επιλογή των νέων φρεγατών. Έχουμε επανέλθει πολλές φορές σε αυτό το θέμα. Υπάρχει λόγος, γιατί είναι γνωστό ότι ασκούνται πιέσεις στο παρασκήνιο για τον παραμερισμό των επιχειρησιακών κριτηρίων και την υπερίσχυση άλλων. Μια τέτοια επιλογή θα ήταν ολέθρια για το Πολεμικό Ναυτικό και τη ναυτική ισορροπία.

Οι Τουρκικοί υπερεξοπλισμοί έχουν δημιουργήσει μια δύσκολη κατάσταση και θα πρέπει να διασφαλισθούν για το Πολεμικό Ναυτικό μέσα με δυνατότητες τεχνολογικής υπεροχής, ώστε η Ελληνική πλευρά να αντιτάξει ποιοτικό πλεονέκτημα απέναντι στον Τουρκικό όγκο.

Η ενδεχόμενη επικράτηση άλλων κριτηρίων στην επιλογή των νέων φρεγατών του Ναυτικού υποβάλλει επίσης την υποψία ότι πίσω από αυτήν την άλλη επιλογή ενδέχεται να υποκρύπτεται υστεροβουλία και σκοπιμότητα για τη χειραγώγηση της Ελλάδος, που θα βρισκόταν σε θέση αδυναμίας, προς μια πολιτική υποχωρήσεων, ώστε να αποφευχθεί ευρύτερη αναταραχή.

Ο πυλώνας της πολεμικής βιομηχανίας είναι εκ των ων ουκ άνευ για την αμυντική ενίσχυση της χώρας. Ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός δεν είναι η κατάλληλη πολιτική για την ανόρθωση της υπάρχουσας και την εφαρμογή ενός στρατηγικού προγράμματος για την περαιτέρω ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας. Δεν είναι δυνατόν να παρατείνεται η σημερινή υποβάθμιση, απαξίωση και αποτελμάτωση της δημόσιας αμυντικής βιομηχανίας, όταν η χώρα έχει τόση και τόσο επείγουσα ανάγκη από τη συνεισφορά της.

Στον τομέα αυτό δεν είναι, τουλάχιστον, εμπόδιο η Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά. Με βάση το άρθρο 346 της Συνθήκης της Λισαβόνας, κάθε χώρα-μέλος έχει ελευθερία δράσεως στην αμυντική βιομηχανία, υπό την προϋπόθεση ότι η παραγωγή είναι αμιγώς αμυντική. Η έρευνα, η καινοτομία και η ανάπτυξη νέων συστημάτων είναι μέσα στις δυνατότητες της Ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, εφόσον χαραχθεί μια συγκεκριμένη στρατηγική και τεθεί ως στόχος η εφαρμογή συγκεκριμένων προγραμμάτων. Το θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μπορούσε, υπό ευνοϊκότερους όρους, να προωθηθεί μια τέτοια στρατηγική είναι ένα ειδικό Υφυπουργείο Αμυντικής Βιομηχανίας.

Η Ελλάδα, για να αντιμετωπίσει υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις τον Τουρκικό επεκτατισμό και ηγεμονισμό, έχει ανάγκη από συμμάχους που κάνουν την ίδια εκτίμηση για την Τουρκική απειλή και έχουν και οι ίδιοι λόγους για να αντιταχθούν στις Τουρκικές φιλοδοξίες και την επεκτατική πολιτική. Οι χώρες αυτές είναι γνωστές και έχουν εκδηλώσει ανεπιφύλακτα την αντίθεσή τους στα Τουρκικά σχέδια. Είναι η Γαλλία, το Ισραήλ, η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και ενδεχομένως και άλλες.

Η Ελλάδα πρέπει να προωθήσει τάχιστα τις στρατηγικές σχέσεις με καθεμιά από τις χώρες αυτές. Κατά πρώτο λόγο με τη Γαλλία. Εκκρεμεί ακόμη το θέμα της επιλογής των νέων φρεγατών. Η Γαλλική πρόταση, με βάση, τουλάχιστον, τα σημερινά γνωστά στοιχεία, κατατάσσεται πρώτη σε ό,τι αφορά τα επιχειρησιακά κριτήρια και ειδικότερα τις δυνατότητες αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής. Ασφαλώς συνυπολογίζονται και άλλα κριτήρια, τα οποία όμως δεν μπορούν να είναι σε βάρος των επιχειρησιακών, που εξασφαλίζουν σημαντικό πλεονέκτημα στο Ναυτικό.

Με τη Γαλλία εκκρεμεί επίσης το θέμα της υπογραφής αμυντικού συμφώνου, με ρήτρα αμυντικής συνδρομής. Η υπαναχώρηση της Ελλάδος στο θέμα αυτό είναι ακατανόητη, εκτός και αν συνδέεται με την παράταση της εκκρεμότητας στην προμήθεια φρεγατών. Το σύμφωνο αυτό είναι πολύ σημαντικό για την Ελλάδα, γιατί μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά και να κατοχυρώσει την ειρήνη. Η Τουρκία σέβεται μόνο την ισχύ. Όταν η Ελλάδα έχει ενισχύσει ουσιαστικά το αμυντικό δυναμικό της και θα έχει κατορθώσει να δημιουργήσει επιπλέον, με αξιόπιστες συμμαχίες, έναν ισχυρό συνασπισμό δυνάμεων, η Άγκυρα θα αντιληφθεί ότι «χαλεπόν προς κέντρον λακτίζειν».

Με το Ισραήλ έχουν προωθηθεί σημαντικά οι αμυντικές σχέσεις. Εκκρεμούν όμως ακόμη κρίσιμες αποφάσεις για προμήθεια ορισμένων πυραυλικών συστημάτων, «έξυπνων» πυρομαχικών και μη επανδρωμένων αεροσκαφών, διαφόρων τύπων, που θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν το σημαντικό προβάδισμα της Τουρκικής πλευράς σ’ αυτόν τον τομέα.

Είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί ότι τα μη επανδρωμένα συστήματα και τα έξυπνα πυρομαχικά εισάγουν νέες δυνατότητες και τακτικές μάχης, που δεν πρέπει να παραγνωρίζονται ή να υποτιμούνται. Τα τουρκικά μαχητικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη τύπου «Μπαϊρακτάρ», «Άνκα» και ιδίως «Ακιντζί» έχουν δυνατότητα εκτοξεύσεως ρουκετών, κατευθυνόμενων με λέιζερ, αντιαρματικών πυραύλων, πυραύλων αέρος – αέρος και Τουρκικής κατασκευής πυραύλων Κρουζ τύπου Σομ, με βεληνεκές άνω των 200 χλμ. Πρέπει εγκαίρως η Ελληνική πλευρά να αποκτήσει τα κατάλληλα μέσα για την αντιμετώπισή τους.

Με την Αίγυπτο οι άριστες σχέσεις επισκιάσθηκαν προσφάτως από μια κίνηση της Αιγυπτιακής πλευράς, που προκάλεσε ερωτήματα και ανησυχία. Εξήγγειλε τη δημοπράτηση ορισμένων βυθοτεμαχίων της δικής της ΑΟΖ, ένα από τα οποία βρίσκεται πέρα από την οριοθετημένη ζώνη με την Ελλάδα και «σέβεται» τη γραμμή που κατέθεσε η Άγκυρα στον ΟΗΕ ως συντεταγμένη της δικής της δήθεν ΑΟΖ. Είναι γνωστό ότι στο αρμόδιο Αιγυπτιακό υπουργείο, υπό το πρόσχημα της αδιάλλακτης υπερασπίσεως των Αιγυπτιακών συμφερόντων, υποστηρίζονται από ορισμένους λειτουργούς του υπουργείου ακραίες θέσεις και απόψεις ότι η Αίγυπτος δεν πρέπει να εμπλακεί στην Ελληνο-Τουρκική διαμάχη και ότι πρέπει να κρατήσει ανοικτό το ενδεχόμενο οριοθετήσεως ΑΟΖ με την Τουρκία.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι απόψεις αυτές ανθίζουν πάνω στην αδράνεια της Ελληνικής πλευράς να προχωρήσει αποφασιστικά στο θέμα της δικής της ΑΟΖ και των δικών της χωρικών υδάτων. Για να αποφύγει ενδεχόμενες Τουρκικές αντιδράσεις, η κυβέρνηση Σημίτη – Γιώργου Παπανδρέου δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου για να οριοθετήσουν Ελλάδα και Κύπρος τη μεταξύ τους ΑΟΖ. Αντιλαμβάνεται κανείς τι θα γινόταν επίσης εάν επιβαλλόταν μια δήθεν «λύση» στο Κυπριακό, που θα κατέλυε την Κυπριακή Δημοκρατία και θα ανέτρεπε ντε φάκτο τις συμφωνίες οριοθετήσεως της ΑΟΖ που υπέγραψε με την Αίγυπτο και το Ισραήλ.

Το πρόβλημα που δημιουργήθηκε με την Αίγυπτο πρέπει να αντιμετωπισθεί τάχιστα και σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών έσπευσε αμέσως να εκμεταλλευθεί και να διευρύνει τη ρωγμή, «προβλέποντας» ότι θα υπάρξουν Τουρκο-Αιγυπτιακές συνομιλίες για οριοθέτηση ΑΟΖ. Ο Αιγύπτιος όμως υπουργός Εξωτερικών το διέψευσε και παρέπεμψε την Τουρκία σε διαπραγματεύσεις και με την Κύπρο και την Ελλάδα.

Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι ένας πολύτιμος σύμμαχος της Ελλάδος. Έχει ήδη υπογραφεί μια διμερής αμυντική συμφωνία με τη χώρα αυτή. Το σημαντικό για την Ελλάδα είναι να προσδώσει σ’ αυτήν ουσιαστικό περιεχόμενο, με συνεργασία σε διάφορους τομείς.

Με δεδομένη την πολιτική της Άγκυρας να συσφίξει τις σχέσεις της, σε στρατηγικό επίπεδο, με το Πακιστάν, προέκυψε ως αντίβαρο, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για τις άλλες χώρες του συμμαχικού συνασπισμού, η προέκταση του αμυντικού άξονα μέχρι την Ινδία, αντίπαλο του Πακιστάν. Η Ινδία, ως μεγάλη χώρα και αναδυόμενη οικονομική, τεχνολογική και στρατιωτική δύναμη, δεν υπολαμβάνεται βεβαίως μόνο ως αντίπαλος του Πακιστάν. Άλλες χώρες, όπως το Ισραήλ, η Γαλλία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, έχουν ήδη αναπτύξει πολύ σημαντικές σχέσεις μ’ αυτήν σε όλους τους τομείς, περιλαμβανομένου του αμυντικού.

Η Ελλάδα στη δεκαετία του ’80 συζητούσε με την Ινδία για την κατασκευή από κοινού μαχητικού ελικοπτέρου. Οι ιδέες όμως αυτές ακολούθησαν τη φθορά και την παρακμή της Ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας. Είναι καιρός, μέσα στη νέα αυτή προοπτική, η Ελλάδα να αναπτύξει πρωτοβουλίες για τη στρατιωτική συνεργασία με τη μεγάλη αυτή χώρα αλλά και συνεργασία σε όλους τους άλλους τομείς.

Λέγεται συχνά πως μια κρίση μπορεί να αποδειχθεί ευκαιρία. Η αντιπαράθεση διαρκείας με την Τουρκία και η επιβεβλημένη κινητοποίηση και δράση για την αναχαίτισή της μπορεί να οδηγήσει την Ελλάδα σε νέες προοπτικές, νέους ορίζοντες και σ’ έναν νέο γεωπολιτικό ρόλο.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ