Κραυγή αγωνίας για την Κύπρο – 24 προσωπικότητες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου

Κραυγή αγωνίας για την Κύπρο – 24 προσωπικότητες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου

-Αθήνα και Λευκωσία συμφώνησαν και σπεύδουν για νέα Πενταμερή

Ελλάδα και Κύπρος έδωσαν τη συγκατάθεσή τους για τη σύγκληση άτυπης Πενταμερούς Διασκέψεως για το Κυπριακό, τον Απρίλιο, στην οποία η Κύπρος δεν θα εκπροσωπηθεί ως Κυπριακή Δημοκρατία αλλά από τις δύο «ισότιμες» Κοινότητες των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων.

Η Τουρκική πλευρά, αφού επέβαλε τη θέση της για διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, με πολιτική ισότητα, μετακινήθηκε τώρα σε νέα θέση. Διεκδικεί «ίση κυριαρχία» και «δύο κράτη». Προφανής στόχος είναι η «υποχώρηση», σε δεύτερο χρόνο, στη θέση της συνομοσπονδίας, που είναι ουσιαστικά ταυτόσημη με τα δύο «κράτη».

Απαραίτητη προϋπόθεση για μια τέτοια «λύση» είναι, βεβαίως, η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτός ήταν πάντα, από το 1963-64, ο στόχος της Άγκυρας και των συμμάχων της. Η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η επιβολή μιας δήθεν «λύσεως», που θα υποδούλωνε την Ελληνική πλειοψηφία στην Τουρκική μειοψηφία και μέσω αυτής στην Ά­γκυρα, θα μετέτρεπε ολόκληρη την Κύπρο σε δορυφόρο της Άγκυρας. Τίποτε δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκικής πλευράς. Οι συνέπειες από μια τέτοια δήθεν «λύση» θα ήταν ολέθριες για την Κύπρο, αλλά και για την Ελλάδα.

Γιατί επισπεύδουν Κύπρος και Ελλάδα για μια τέτοια δήθεν «λύση»; Τι θα πάρει η Ελληνική πλευρά; Γιατί η σπουδή για αυτοκαταστροφική «λύση» και συνθηκολόγηση με τον Αττίλα, όταν έχουν αλλάξει τα δεδομένα στην περιοχή και η Κύπρος έχει ισχυρούς περιφερειακούς συμμάχους;

Με τη Διακήρυξή τους για την Κύπρο, 24 προσωπικότητες εκφράζουν την έντονη ανησυχία τους για τα όσα τεκταίνονται, θέτουν ερωτήματα στις πολιτικές ηγεσίες της Ελλάδος και της Κύπρου, αναρωτιούνται γιατί αποστασιοποιείται η Ελλάδα από την Κύπρο και αφήνει το πεδίο ελεύθερο στην Άγκυρα και στους Βρετανούς συμμάχους της, που πρωτοστατούν στη νέα Πενταμερή, και υποδεικνύουν τις συνέπειες που θα είχε μια απαράδεκτη δήθεν «λύση» στο Κυπριακό.

Εκτός από τις 24 προσωπικότητες που υπογράφουν τη Διακήρυξη, πολλές άλλες προσωπικότητες τη στηρίζουν και την προσυπογράφουν. Μεταξύ αυτών, ο Στρατηγός Κωνσταντίνος Ζιαζιάς, Επίτιμος Α/ΓΕΣ, ο Αντιπτέραρχος ε.α. Ιωάννης Καταντάρας, Επίτιμος Αρχηγός ΑΤΑ, ο Αντιπτέραρχος ε.α. Θεόδωρος Γιαννιτσόπουλος.

Παραθέτουμε ορισμένα από τα πιο κρίσιμα αποσπάσματα της Διακηρύξεως αυτής:

«Η Τουρκική πλευρά, αφού επέβαλε τη Διζωνική, Δικοινοτική Ομοσπονδία, με πολιτική ισότητα, ως θέση της ελληνικής πλευράς, μετακινήθηκε τώρα στη διεκδίκηση ‘‘ίσης κυριαρχίας’’ και ‘‘δύο κρατών’’
Η Τουρκική πλευρά προβάλλει σήμερα ως νέα διεκδίκηση, μετά τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, με πολιτική ισότητα, την ‘‘ίση κυριαρχία’’ και τα ‘‘δύο κράτη’’. Οι παραλλαγές των Τουρκικών διεκδικήσεων δεν πρέπει να παραπλανούν. Δεδηλωμένος στρατηγικός στόχος της Άγκυρας είναι ο πλήρης έλεγχος της Μεγαλονήσου. Στο πνεύμα αυτό, επιδιώκεται σταθερά η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, που είναι το διεθνώς ανεγνωρισμένο έρεισμα του Κυπριακού Ελληνισμού, ο φορέας της συλλογικής ελευθερίας του, των δημοκρατικών του δικαι­ωμάτων και της ανεξαρτησίας και κυριαρχίας του.

Η Άγκυρα, μετά από μια μακρόχρονη, αδιάλλακτη και εκβιαστική στρατηγική για την επιβολή των τετελεσμένων γεγονότων του 1974, επιχειρεί σήμερα να καταφέρει στην Κύπρο τη χαριστική βολή, έχοντας προηγουμένως υποσκάψει τις Ελληνικές θέσεις, με απόσπαση κεφαλαιωδών υποχωρήσεων. Ως αποτέλεσμα των υποχωρήσεων αυτών, η Άγκυρα πιστεύει πως μπορεί σήμερα να επιτύχει το διαχρονικό της στόχο: την κατάλυση δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας και την υποκατάστασή της από ένα μη βιώσιμο συνεταιρικό κράτος, χωρίς πραγματική ανεξαρτησία και κυριαρχία, που θα είναι υπό τη δική της επικυριαρχία και γεωπολιτικό έλεγχο.

Η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας θα ήταν στρατηγική ήττα, με ολέθριες συνέπειες
Συγκεκριμένα:

Η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας θα σήμαινε την απώλεια του θεμελιακού και διεθνώς ανεγνωρισμένου ερείσματος του Κυπριακού Ελληνισμού, πάνω στο οποίο στηρίζεται η ανεξαρτησία, η κυριαρχία και το εθνικό του μέλλον.

Θα αναγνωριζόταν και θα νομιμοποιούνταν διεθνώς η Τουρκοποίηση του παρανόμως κατεχομένου μέρους της Κύπρου, ενώ η Άγκυρα θα γινόταν ταυτοχρόνως, μέσω των ελεγχομένων ‘‘ισοτίμων’’ Τουρκοκυπρίων, επικυρίαρχος ‘‘συνεταίρος’’ και στην ελεύθερη Κύπρο.

Η Τουρκία, με ή χωρίς τον Ερ­ντογάν, θα γιγαντωνόταν γεωπολιτικά και στρατηγικά από την ουσιαστική μετάταξη της Κύπρου στην Τουρκική σφαίρα επιρροής, γεγονός που θα εκμηδένιζε κυριολεκτικά κάθε αυτόνομο γεωπολιτικό ρόλο της Ελλάδος, επαυξάνοντας δραματικά την Τουρκική απειλή εναντίον της και στα άλλα μέτωπα, στα οποία η Άγκυρα προβάλλει διεκδικήσεις και ασκεί πίεση.

Θα διεμβολίζονταν οι περιφερειακές στρατηγικές συμμαχίες της Ελλάδος και της Κύπρου και η στρατηγική παρουσία της Ελλάδος στην Ανατολική Μεσόγειο δεν θα είχε πλέον το έρεισμα του Κυπριακού Ελληνισμού.

Τα θαλάσσια σύνορα, η ΑΟΖ και τα δικαιώματα επί των ενεργειακών αποθεμάτων θα άλλαζαν άρδην υπέρ της Άγκυρας στην περιοχή της Κυπριακής ΑΟΖ, με ό,τι αυτό σημαίνει για τους γεωπολιτικούς συσχετισμούς μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, τους ενεργειακούς πόρους και την αναχαίτιση του Τουρκικού αναθεωρητισμού και επεκτατισμού.

Η θέση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα άλλαζε ριζικά, εφόσον ο προσανατολισμός και η ψήφος της θα υπέκειντο πλέον στην αναγκαστική Τουρκική συναίνεση, γεγονός που θα μετέτρεπε την Κύπρο σε δορυφόρο της Άγκυρας.

Επιπλέον, η Τουρκία, μια χώρα που δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, θα αποκτούσε λόγο, μέσω Κύπρου, στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια και σ’ όλους τους άλλους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Οι Έλληνες της Κύπρου θα γίνονταν, ουσιαστικά και τυπικά, όμηροι της Τουρκικής στρατηγικής και η Ελλάδα, ως μέρος της συμφωνίας για τη ‘‘λύση’’ του Κυπριακού, θα παγιδευόταν σε θέση στρατηγικού ομήρου επ’ αόριστον και κατ’ ανεπίστροφο τρόπο.

Με σημαία τη Διζωνική, Δικοινοτική Ομοσπονδία, με πολιτική ισότητα;
Με τους όρους αυτούς, ποιο νόημα έχει επομένως η ακολουθούμενη από την Κύπρο και την Ελλάδα πολιτική στο Κυπριακό, που έχει οδηγήσει σταδιακά, από υποχώρηση σε υποχώρηση, στην αποδοχή, π.χ., ως βάσεως και πλαισίου για τη λύση του Κυπριακού, της λεγόμενης διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα; Υπήρξε μια περίοδος, κατά την οποία το περιεχόμενο της διζωνικής ομοσπονδίας ήταν, υποτίθεται, υπό συζήτηση και διαπραγμάτευση.

Τώρα όμως που η επίσημη Ελληνική πλευρά, αγόμενη από το άγχος να επιτύχει μια ‘‘λύση’’, έκανε σημαία της τη διζωνική ομοσπονδία, με πολιτική ισότητα, που είναι Τουρκο-Βρετανικής προελεύσεως, η Τουρκική πλευρά την εγκατέλειψε επισήμως και διεκδικεί ‘‘ίση κυριαρχία’’ και ‘‘δύο κράτη’’. Η Τουρκική μετακίνηση, μετά τον εγκλωβισμό της Ελληνικής πλευράς στη θέση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, έχει ως στόχο να ωθήσει την Ελληνική πλευρά σε περαιτέρω υποχωρήσεις, στην ανεπιφύλακτη δηλαδή αποδοχή συνομοσπονδίας, η οποία δεν διαφέρει ουσιαστικά από τα δύο κράτη. Επιδιώκει επίσης να παραπέμψει στις καλένδες κάθε ουσιαστική συζήτηση για σημαντική ‘‘επιστροφή’’ εδάφους.

Προφανώς, τόσο η Άγκυρα όσο και η Βρετανική πολιτική έχουν λόγους να προκρίνουν ‘‘λύση’’ συνομοσπονδίας από τα δύο κράτη. Η Άγκυρα για να επεκτείνει την επικυριαρχία της και στην ελεύθερη Κύπρο και να προωθήσει, με βάση την Κύπρο, τον γεωπολιτικό έλεγχο της περιοχής.

Η Μ. Βρετανία για ν’ αποτρέψει την πλήρη διχοτόμηση της Κύπρου μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, γεγονός που θα άφηνε μετέωρες τις Βρετανικές βάσεις στην Κύπρο. Τα στρατηγικά Βρετανικά συμφέροντα εξυπηρετούνται καλύτερα από ένα καθεστώς ‘‘εγγυημένης’’ ανεξαρτησίας, δηλαδή μια Κύπρο, ουσιαστικά διχοτομημένη, χωρίς πραγματική ανεξαρτησία και κυριαρχία.

Η προβολή της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα, ως αποδεκτής ‘‘λύσεως’’, που θα ‘‘επανενώσει’’ την Κύπρο και θα είναι δήθεν συμβατή και με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο, είναι πολιτική πλάνη ασύλληπτου μεγέθους, ιδεολογική αυθυποβολή και αυταπάτη. Η εξίσωση της μειοψηφίας με την πλειοψηφία καταλύει κάθε έννοια δημοκρατικής αρχής και λαϊκής κυριαρχίας και είναι μηχανισμός, με τον οποίο η Άγκυρα θα επιβάλει τον έλεγχό της πάνω σε ολόκληρη την Κύπρο και θα καταστρέψει, σε προοπτική, τον Κυπριακό Ελληνισμό.

Η προεξοφλούμενη παραμονή των εποίκων, η μεταφορά των οποίων στην Κύπρο αποτελεί έγκλημα πολέμου, με βάση τις σχετικές Συμβάσεις του διεθνούς δικαίου, θα ενίσχυε καταλυτικά τη δημογραφική παράμετρο του ελέγχου των Τουρκοκυπρίων και μέσω του ‘‘ισοτίμου’’ ρόλου που θα τους αναγνωριζόταν στο νέο κράτος, η Άγκυρα θα επέβαλλε τον έλεγχό της πάνω σε ολόκληρη την Κύπρο. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Τουρκία, με τη συνεργασία των θυμάτων της, θα καθίστατο κυρίαρχη στην Ανατολική Μεσόγειο και θα εκπλήρωνε στόχους, πολύ πιο πέρα από εκείνους, που είχε θέσει, όταν εισέβαλε στην Κύπρο το 1974.

Η Ελλάδα δεν μπορεί να αποστασιοποιείται από την Κύπρο
Η Ελλάδα δεν μπορεί να αποστασιοποιείται από την Κύπρο, με το πρόσχημα της γνωστής πολιτικής: ‘‘Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάς συμπαρίσταται’’. Συμπαρίσταται ακριβώς σε τι; Στη μεταφορά της Κύπρου στην Τουρκική σφαίρα επιρροής, με τη δική της συναίνεση, με τη φενάκη μιας δήθεν ‘‘λύσεως’’ του Κυπριακού; Στην κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και στην ανάδειξη της Άγκυρας σε κυρίαρχη δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο, με τον γεωπολιτικό έλεγχο της Κύπρου;

Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι το οχυρό του Κυπριακού Ελληνισμού, που στηρίζει την ελευθερία του, τα δημοκρατικά του δικαιώματα, την ανεξαρτησία και την κυριαρχία του.

Η Τουρκο-Βρετανική συμμαχία, επικουρούμενη κάθε φορά και από άλλες δυνάμεις, προσπάθησε τρεις φορές στο παρελθόν να καταλύσει την Κυπριακή Δημοκρατία. Το 1963-64, με τον ισχυρισμό ότι μετά την αυτόβουλη αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από το κράτος έπαυσε να υφίσταται η Κυπριακή Δημοκρατία.

Το ψήφισμα όμως της 4ης Μαρτίου 1964 του Συμβουλίου Ασφαλείας στήριξε την Κυπριακή Δημοκρατία και απέτρεψε την κατάλυσή της.

Το 1974, με το πραξικόπημα της χούντας και την Τουρκική εισβολή. Το 2004, με το Σχέδιο Ανάν. Ο Κυπριακός λαός το απέρριψε, με συντριπτική πλειοψηφία, και στήριξε την Κυπριακή Δημοκρατία.

Ίση κυριαρχία!
Η προβαλλόμενη δήθεν ‘‘λύση’’ της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα, την οποία η Τουρκική πλευρά απορρίπτει τώρα και διεκδικεί ‘‘ίση κυριαρχία’’ και ‘‘δύο κράτη’’, για να συμβιβασθεί, προφανώς, σε δεύτερο χρόνο, σε συνομοσπονδία, δεν μπορεί ν’ αποτελέσει λύση για τον Κυπριακό λαό, για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω.

Είναι μια φενάκη, που θα καθιστούσε ομήρους της Άγκυρας τους Έλληνες της Κύπρου και θα άνοιγε το δρόμο για μια νέα Τουρκοκρατία στο νησί και καταστροφή του Ελληνισμού του.

Οι ηγεσίες της Ελλάδος και της Κύπρου επωμίζονται μεγάλες ευθύνες ενώπιον του Κυπριακού και του Ελληνικού λαού, αντιμετωπίζοντας με ακατανόητη σπουδή και προθυμία τη συμμετοχή τους σε μια νέα Πενταμερή.

Ιδιαίτερες ευθύνες έχουν επίσης οι ηγεσίες των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων της Κύπρου, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, που υποστηρίζουν άκριτα και αναφανδόν μια αδιέξοδη και αυτοκαταστροφική ‘‘λύση’’, όπως επίσης οι ηγεσίες των κομμάτων και των πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα, που πρέπει να τοποθετηθούν και να κινητοποιηθούν για την αποτροπή μιας παράλογης και αυτοεπιφερόμενης στρατηγικής εθνικής ήττας.

Όχι η συνθηκολόγηση με τον Αττίλα, αλλά η αλλαγή πολιτικής και στρατηγικής
Αυτό που χρειάζεται σήμερα η Κύπρος δεν είναι η συνθηκολόγηση με τον Αττίλα, με ευφημισμούς και παραλογισμούς για δήθεν ‘‘λύση’’. Χρειάζεται μια άλλη πολιτική και στρατηγική, με ασυμβίβαστο αγώνα κατά της Τουρκικής κατοχής, με αξιοποίηση των νέων στρατηγικών δεδομένων και των περιφερειακών στρατηγικών συμμαχιών της Κύπρου και της Ελλάδος.

Στο πλαίσιο αυτό, επιβάλλεται άμεσα:
• η επενεργοποίηση του Ενιαίου Αμυντικού χώρου μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου,
• η προώθηση της αμυντικής θωρακίσεως της Κύπρου,
• η περαιτέρω σύσφιγξη και εξειδίκευση των αμυντικών σχέσεων με τους περιφερειακούς στρατηγικούς συμμάχους της Ελλάδος και της Κύπρου.

Η Κύπρος δεν είναι ο οποιο­σδήποτε χώρος. Είναι ένα νησί με τεράστια στρατηγική και γεωπολιτική σημασία, ένα πολύτιμο τμήμα και μια έπαλξη του Ελληνισμού στην Ανατολική Μεσόγειο και μια χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Οι Ελληνικές ηγεσίες της Κύπρου και της Ελλάδος δεν μπορούν να υποβαθμίζουν και να υποτιμούν αυτή την πραγματικότητα ή να μη λαμβάνουν υπόψιν στις διαπραγματεύσεις βασικά διδάγματα της στρατηγικής, όπως τα διετύπωσε ο μεγάλος Θουκυδίδης, ότι η συμμετρική διαπραγμάτευση απαιτεί ‘‘ίση δύναμη’’ και ‘‘ισορροπία δυνάμεων’’. Πολύ περισσότερο, όταν είναι γνωστό και πασιφανές ότι η Τουρκία προτάσσει τον στρατηγικό παράγοντα και έχει ως στόχο τον γεωπολιτικό έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου.

1. Αντώνης Κουνάδης, Ακαδημαϊκός, πρώην Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών
2. Νικόλαος Κονομής, Ακαδημαϊκός, πρώην Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών
3. Δημήτριος Σκαρβέλης, Στρατηγός ε.α., Ακαδημαϊκός
4. Φράγκος Φραγκούλης, Στρατηγός ε.α., Επίτιμος Αρχηγός ΓΕΣ, πρώην Υπουργός Εθνικής Άμυνας
5. Κοσμάς Χρηστίδης, Αντιναύαρχος ε.α., Επίτιμος Αρχηγός ΓΕΝ
6. Ιωάννης Μάζης, Καθηγητής Γεωπολιτικής, Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών
7. Περικλής Νεάρχου, Πρέσβυς ε.τ.
8. Ελευθέριος Καραγιάννης, Πρέσβυς ε.τ.
9. Μανώλης Γούναρης, Πρέσβυς ε.τ.
10. Γιώργος Πουκαμισάς, Πρέσβυς ε.τ.
11. Παναγιώτης Ήφαιστος, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς
12. Μάριος Ευρυβιάδης, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Ασφάλειας, Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου
13. Κωνσταντίνος Γρίβας, Καθηγητής Γεωπολιτικής, Σχολή Ευελπίδων
14. Δημήτριος Αλευρομάγειρος, Αντιστράτηγος ε.α.
15. Βασίλειος Μαρτζούκος, Αντιναύαρχος ε.α. και Αντιπρόεδρος του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ)
16. Ιωάννης Μπαλτζώης, Αντιστράτηγος ε.α. και Πρόεδρος του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ)
17. Λουκάς Αξελός, Συγγραφέας, Διευθυντής Εκδόσεων ‘‘Στοχαστής’’ -Περ. ‘‘Τετράδια’’
18. Λαοκράτης Βάσσης, Φιλόλογος, Συγγραφέας
19. Φοίβος Κλόκκαρης, Αντιστράτηγος ε.α., π. Αντιστράτηγος ε.α. π. Υπουργός Άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας και π. Υπαρχηγός της Εθνικής Φρουράς
20. Ρωμανός Γιώργος, Συγγραφέας, Ιστορικός Ερευνητής
21. Κώστας Ιατρίδης, Πτέραρχος ε.α.
22. Σάββας Καλεντερίδης, Συνταγματάρχης ε.α. και ιδρυτής των εκδόσεων και του ιστοτόπου ‘‘Ινφογνώμων’’
23. Γιώργος Πετρίκκος, Ομότιμος Καθηγητής Ιατρικής, Ε.Κ.Π.Α. και Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου. Τέως πρόεδρος της Ομοσπονδίας Κυπριακών Οργανώσεων Ελλάδος
24. Χρήστος Πουγκιάλης, Υποπτέραρχος ε.α.».

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ