Δημόσιο χρέος 2020 στο 223% του ΑΕΠ

Δημόσιο χρέος 2020 στο 223% του ΑΕΠ

-Η άρνηση πληρωμής είναι πλέον μονόδρομος


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Παρόλο που έχουν δημοσιοποιηθεί κοντά δύο εβδομάδες, τα δημοσιονομικά στοιχεία του 2020 απουσιάζουν προκλητικά από την επικαιρότητα. Σύμφωνα με τους κυβερνητικούς φορείς το έλλειμμα ήταν 23 δισ. ευρώ ή 13,6% του εκτιμώμενου ΑΕΠ.

Αντίστοιχα, το δημόσιο χρέος, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρμόδια αρχής διαχείρισης, ανήλθε σε 364,9 δισ. ή 217% του εκτιμώμενου ΑΕΠ. Τα στοιχεία των εκθέσεων των τραπεζών Uni Credit και Bank of New York για την ελληνική οικονομία είναι ακόμη χειρότερα. Ανεβάζουν το έλλειμμα στα 27 δισ. ευρώ και το χρέος στο 223% του ΑΕΠ.

Τα συμπεράσματα είναι εύκολο να συνα­χθούν. Κατ’ αρχάς, έχουμε την απόλυτη αποτυχία του κυβερνητικού οικονομικού επιτελείου στην εκτίμηση της πορείας της οικονομίας στο πλαίσιο της πανδημίας.
Να θυμίσουμε ότι το οικονομικό επιτελείο αρχικά εκτιμούσε μηδενικό ρυθμό μεγέθυνσης και μηδενικό πρωτογενές έλλειμμα. Στη συνέχεια αναθεώρησε τις προβλέψεις του το καλοκαίρι προβλέποντας ύφεση 4,8% και (πλήρες) έλλειμμα κοντά στο 6%. Αλλά ακόμη και οι δεύτερες αναθεωρημένες προβλέψεις του Νοεμβρίου του 2020, όταν ήταν πλέον βεβαιωμένο το δεύτερο κύμα της πανδημίας, μιλούσαν για έλλειμμα 8,7%. Εκτιμήσεις που βρίσκονται σε τεράστια απόκλιση από το έλλειμμα της χρονιάς.

Όμως το πιο οδυνηρό συμπέρασμα είναι ότι τα στοιχεία του 2020 αποτελούν την οριστική ομολογία αποτυχίας των Μνημονίων. Η Ελλάδα μπήκε στα Μνημόνια με δημόσιο χρέος 299 δισ. ευρώ και ΑΕΠ 220 δισ. (λόγος χρέους / ΑΕΠ 135%) και στο τέλος του 2020 έχει χρέος 365 δισ. και λόγο χρέους / ΑΕΠ 216% ή κατ’ άλλους 223% του ΑΕΠ.

Βέβαια όλα αυτά τα έχουν παραδεχθεί εμμέσως πλην σαφώς οι διάφοροι φωστήρες Αθηνών και Βρυξελλών. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ακόμα και η Έκθεση Πισσαρίδη ψέλλισε ότι τα Μνημόνια δεν απεκατέστησαν την «ανταγωνιστικότητα» της χώρας, παρόλο που τα μέτρα που προέβλεπαν υλοποιήθηκαν. Αυτά που έμειναν βέβαια ήταν οι περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, η μόνιμη ανεργία, η καταστροφή παραγωγικών κλάδων, τα «κόκκινα» δάνεια και οι επιχειρήσεις-«ζόμπι». Ήταν μια ακόμη μεγάλη αποτυχία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, που έχουν οδηγήσει χώρες και κοινωνίες στο περιθώριο.

Θα μου πείτε ότι όποια αξία και αν έχουν οι αναδρομές, μεγαλύτερη σημασία έχει το τι μέλλει γενέσθαι. Σε αυτό το επίπεδο η κυβέρνηση μοιάζει να αδιαφορεί για την εξέλιξη του δημοσίου χρέους. Ήδη προχώρησε σε αμυντικές δαπάνες πολλών δισ. για την αγορά πολεμικών πλοίων και αεροπλάνων, ενώ η χώρα θα δανειστεί επιπλέον 10 δισ. ευρώ για να συμμετάσχει στο Ταμείο Ανάκαμψης και δεν ξέρουμε ακόμα πού θα φτάσει ο νέος λογαριασμός των τραπεζών. Οι τελευταίες θα επιβαρύνουν (εκ νέου) το δημόσιο χρέος με τις εγγυήσεις του σχεδίου «Ηρακλής» αλλά και νέα χρήματα για την τέταρτη ανακεφαλαιοποίησή τους.

Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Banking News, οι τράπεζες έχουν ήδη ενισχυθεί με 4 δισ. ευρώ, που επιβάρυναν τον προϋπολογισμό, ενώ ζητούν επιπλέον εγγυήσεις και διευκολύνσεις για να «κατορθώσουν» να υλοποιήσουν το σχέδιο «Ηρακλής».

Συνολικά, έχουμε μια οικονομία σε αδιέξοδο, που μοιράζει ενισχύσεις καταναλωτικής δύναμης σε επιχειρήσεις και κάποιους ιδιώτες και έχει εναποθέσει τις όποιες ελπίδες της στο Ταμείο Ανάκαμψης. Όμως, ακόμα και αν έρθουν, όταν έρθουν, αυτά τα χρήματα, είναι αμφίβολο ότι θα μπορέσουν να απορροφηθούν με τους όρους διάθεσης που τα συνοδεύουν. Κοντολογίς, πού θα βρουν το 50% της επένδυσης κράτος και ιδιώτες ώστε να εκταμιευθούν τα επιχορηγούμενα ποσά;

Από την άλλη, το μόνο που απασχολεί τους «θεσμούς» είναι η επιτάχυνση των πλειστηριασμών σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, κάτι που θα οξύνει περαιτέρω τις συνέπειες της κρίσης για τους πολλούς. Η ελληνική οικονομία και το πολιτικό σύστημα μοιάζουν να περιμένουν τη μέρα που το χρέος θα κριθεί και επισήμως «μη βιώσιμο» και η κοινωνία θα μπει σε καινούργια, οδυνηρά μονοπάτια λιτότητας.

Είναι σίγουρο ότι αυτή η προοπτική είναι γνωστή στην κυβέρνηση και για τον λόγο αυτό μάλλον είχε σχεδιάσει κάποια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Όμως η εξέλιξη της πανδημίας μοιάζει να απομακρύνει αυτήν την προοπτική. Ήδη αρκετοί μιλούν για τρίτο κύμα και ενώ δεν έχει κλείσει ακόμη ο Γενάρης έχουν ξεκινήσει οι προς τα κάτω αναπροσαρμογές του προβλεπόμενου ρυθμού μεγέθυνσης (ανάπτυξης) του 2021.

Συγκεκριμένα, από 5,5%, που το ξεκίνησε η κυβέρνηση, οι τρέχουσες εκτιμήσεις μιλούν για 4,6%. Σε αυτές τις συνθήκες η τύχη της κυβέρνησης Μητσοτάκη μοιάζει προδιαγεγραμμένη, όπως και τόσων άλλων κυβερνήσεων που παρέλασαν αυτά τα 12 χρόνια της κρίσης. Το πρόβλημα είναι ότι η κοινωνία παραμένει σε μόνιμη ομηρία, από την οποία δεν πρόκειται να βγει, αν δεν πάμε σε συνολική άρνηση / επαναδιαπραγμάτευση του χρέους.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: fmvoice.gr


Σχολιάστε εδώ