Η προεδρική αλλαγή στις ΗΠΑ, η διεθνής ρευστή κατάσταση και η φαινομενική διαλλακτικότητα Ερντογάν – Του Χρ. Θ. Μπότζιου

Η προεδρική αλλαγή στις ΗΠΑ, η διεθνής ρευστή κατάσταση και η φαινομενική διαλλακτικότητα Ερντογάν – Του Χρ. Θ. Μπότζιου


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Ο 45ος Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και η Προεδρία του αποτελούν πλέον παρελθόν. Ας ελπίσουμε και ο τρα­μπισμός, ο ορισμός του οποίου δεν είναι πολύ σαφής, αλλά θα μπορούσε κάπως σχηματικά να εκφρασθεί με τις λέξεις πολιτικός ερασιτεχνισμός, λαϊκισμός, μαζί με αρκετή δόση πολιτικού εξτρεμισμού.

Χαρακτηρισμοί που σίγουρα δεν ταίριαζαν στην πολιτική ζωή των ΗΠΑ. Πρόσφατες δημοσκοπήσεις από αμερικανικούς οίκους έδειξαν ότι το 45% των ερωτηθέντων πολιτών χαρακτήρισε τον Ντόναλντ Τραμπ τον χειρότερο Πρόεδρο στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ!

Πιθανόν ο χαρακτηρισμός να είναι υπερβολικός, αλλά το βέβαιο είναι ότι επί των ημερών της Προεδρίας του οι ΗΠΑ απώλεσαν την έξωθεν καλή μαρτυρία, ως χώρα δημοκρατική, και πολλές από τις αρετές που χαρακτήριζαν ανέκαθεν την αμερικανική πολιτική ζωή, τουλάχιστον για τα δυτικά πρότυπα. Επί των ημερών της Προεδρίας Τραμπ οι ΗΠΑ απώλεσαν σε ικανό βαθμό και το πλεονέκτημα να θεωρούνται ως ο πλέον αποφασιστικός παράγοντας για τις διεθνείς εξελίξεις. Το μελανότερο, ίσως, σημείο της προεδρικής θητείας του ήταν τα θλιβερά γεγονότα του Καπιτωλίου, για τα οποία κινδυνεύει να παραπεμφθεί σε σχετική δίκη, αν βέβαια συναινέσει και ένας αριθμός βουλευτών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.

Ο 46ος Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει να αντιμετωπίσει πολλά, σοβαρά εκκρεμή θέματα που αφορούν την εσωτερική και την εξωτερική πολιτική – η τελευταία προσδίδει στις ΗΠΑ την αίγλη της πρώτης δύναμης στον κόσμο. Ασφαλώς προέχουν τα εσωτερικά θέματα. Κυρίως η αποκατάσταση της εσωτερικής έννομης τάξης, η οποία διαταράχθηκε από τα επεισόδια του Καπιτωλίου, και η αποτροπή από το να ξανασυμβούν στο μέλλον. Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, η αποκατάσταση της αξιοπιστίας των ΗΠΑ ως υπερδύναμης δεν θα είναι και τόσο εύκολο εγχείρημα.

Ο Πρόεδρος Μπάιντεν ήδη ανήγγειλε την επιστροφή των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), όπως και στη Συμφωνία των Παρισίων για την Κλιματική Αλλαγή, αμφότερα θέματα διεθνούς ενδιαφέροντος. Ο Τραμπ πρόβαλε το γεγονός ότι επί των ημερών του οι ΗΠΑ δεν επενέβησαν ούτε ενεπλάκησαν σε πολεμικές επιχειρήσεις σε καμιά χώρα, όπως συνέβαινε επί πολλών προκατόχων του, γεγονός που ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Αλλά υπάρχουν και ενέργειες που ισοδυναμούν με άμεσες επεμβάσεις. Όπως, π.χ., η απόφαση να αποσύρει τις αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις από το Ιράκ και τη Συρία, με την εγκατάλειψη των Κούρδων, που ήσαν οι ενεργότεροι συμπολεμιστές κατά των ισλαμιστών του ISIS, που χαρακτηρίσθηκε ως προδοσία.

Αμφότερες οι ενέργειες επέτρεψαν στην Τουρκία να εισβάλει στη Συρία και στο καθεστώς Ερντογάν να διεκδικεί έκτοτε ρόλο περιφερειακής δύναμης για την Τουρκία, με συμπεριφορές ταραχοποιού και αποσταθεροποιητή στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Ακόμα δεν έχουμε σαφή εικόνα για την πολιτική που προτίθεται να ακολουθήσει ο διάδοχος του Τραμπ έναντι της Τουρκίας και των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ήδη όμως διαφαίνεται μια διαφοροποίηση σε σχέση με τη διακυβέρνηση Τραμπ, με σαφή μηνύματα προς την Άγκυρα για όρια όσον αφορά την ανοχή στις παραβατικές συμπεριφορές της.

Θετικό στοιχείο θεωρείται ότι ο Πρόεδρος Μπάιντεν όσο και ο υπουργός των Εξωτερικών Μπλίνκεν έχουν ιδία και καλή γνώση των ελληνοτουρκικών διαφορών και της εν γένει κατάστασης στην περιοχή μας. Ως θετικό, επίσης, στοιχείο κρίνεται το γεγονός ότι στη νέα αμερικανική διακυβέρνηση θα υπηρετούν και ανώτερα στελέχη με ελληνική καταγωγή, που μπορούν να υποβοηθήσουν στην καλύτερη αντίληψη της σημασίας της Ελλάδας για τον Δυτικό Κόσμο.

Σε κάθε περίπτωση, αναμένουμε να καταστούν ευκρινέστερες οι προθέσεις του νέου αμερικανού Προέδρου ως προς τη διάσταση που θα προδώσει στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και τη στάση που θα τηρήσει έναντι της Τουρκίας, η οποία εξακολουθεί να αλληθωρίζει προς τη Μόσχα και όχι μόνο για τη προμήθεια των
S-400.

Εκτός των ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας, σημαντικό ρόλο στον κόσμο και στις διεθνείς εξελίξεις θα μπορούσε να παίξει και η ΕΕ, που σήμερα αριθμεί 27 κράτη-μέλη. Οι θεσμικές όμως αδυναμίες της, όπως και τα οικονομικά και άλλα συμφέροντα ορισμένων χωρών-μελών, ιδιαίτερα της Γερμανίας, που θεωρεί την Ένωση δικό της «τσιφλίκι», δεν το έχουν επιτρέψει. Το ατυχές είναι ότι δεν διαφαίνεται κάποια κινητικότητα, ούτε γίνονται ουσιαστικές συζητήσεις για θεσμικές αλλαγές με στόχο τη πολιτική ενοποίηση.

Η ανεπάρκεια της ΕΕ καταφαίνεται και από τη στάση της στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στην αδυναμία των Βρυξελλών να επιδείξουν έμπρακτη αλληλεγγύη προς την Ελλάδα, που υφίσταται καθημερινά απειλές και προκλήσεις από τη γειτονική Τουρκία. Ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας δεν απέκρυψε την ανακούφισή του για τις διερευνητικές επαφές στην Κωνσταντινούπολη, οι οποίες παρέχουν το πρόσχημα για περαιτέρω αναβολή της επιβολής κυρωτικών μέτρων κατά της Τουρκίας, που έχουν συζητηθεί και αποφασισθεί σε Συνόδους Κορυφής του περασμένου χρόνου. «Τα σύνορα της Ελλάδας είναι και ευρωπαϊκά σύνορα», τονίζει κάθε τόσο ο σεβαστός και αξιότιμος πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος. Σίγουρα ναι, αλλά, όπως αποδεικνύεται, μόνο στα χαρτιά…

Η Ρωσία είναι η δεύτερη, μετά τις ΗΠΑ, παγκόσμια υπερδύναμη. Είναι όμως, με γεωπολιτικά κριτήρια, λιγότερο προικισμένη από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ισχύς της είναι η απεραντοσύνη της εδαφικής επικράτειάς της, το πυρηνικό και συμβατικό οπλοστάσιό της και ο ενεργειακός της πλούτος (πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Τα δύο τελευταία στοιχεία συντελούν στην ανταγωνιστική αντιμετώπισή της από τη Δύση και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ, οι οποίες επηρεάζουν και τις ευρωπαϊκές χώρες. Ουδείς ασφαλώς μπορεί να αμφισβητήσει ότι η Ρωσία και ο ρωσικός λαός είναι μέρος του Δυτικού Κόσμου. Ε­ντούτοις, η Ρωσία συχνά αντιμετωπίζεται ως αντίπαλος της Δύσης.

Η Κίνα θεωρείται και είναι, επίσης, μεγάλη δύναμη. Η ισχύς της έγκειται στην τεράστια οικονομική της ανάπτυξη και στην παραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, που συναγωνίζονται απόλυτα τα αντίστοιχα των ΗΠΑ και άλλων δυτικών χωρών. Ο ανταγωνισμός μπορεί να μην έχει πάρει ακόμη τη μορφή οικονομικού πολέμου, αλλά πολλά μέτρα κατά των κινεζικών εισαγωγών αρχίζουν να εφαρμόζονται σε ανάλογη μορφή. Από όσα γράφονται για τις εσωτερικές εξελίξεις, όπως και τις σχέσεις μεταξύ των κρατών, συνάγεται ότι η διεθνής κοινότητα βρίσκεται σε ανασφάλεια και αναταραχή, γνήσια χαρακτηριστικά των μεταβατικών περιόδων της Ιστορίας.

Η χώρα μας αντιμετωπίζει επιπλέον και εξωτερικές προκλήσεις, που προέρχονται εξ Ανατολών, από τη γειτονική Τουρκία. Πιθανότατα, η διαλλακτικότητα που επιδεικνύει τελευταία το καθεστώς Ερ­ντογάν αποτελεί πολιτική τακτική, στην προσπάθειά του αφενός να αποφύγει την επιβολή κυρωτικών μέτρων από τη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου και αφετέρου να αναμένεται να καταστεί σαφέστερη η στάση της Ουάσινγκτον απέναντί της και η πολιτική των ΗΠΑ για την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Πιστεύω ότι οι αρμόδιοι ελληνικοί φορείς αντιμετωπίζουν τα ανοίγματα Ερντογάν, όπως και τις παροτρύνσεις κοινοτικών εταίρων με ψυχραιμία, με επιφυλακτικότητα αλλά και με την επιβαλλόμενη καχυποψία. Έχοντας κατά νου και τη σοφία της λαϊκής ρήσης, σύμφωνα με την οποία «ο λύκος κι αν εγέρασε…».

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ