Γ. Καββαθάς στο «Π»: Βάζουμε θηλιά στον κλάδο της εστίασης;

Γ. Καββαθάς στο «Π»: Βάζουμε θηλιά στον κλάδο της εστίασης;


Του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΒΒΑΘΑ 
Προέδρου της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών,
Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ)


Ο κλάδος της εστίασης αποτελεί διαχρονικά έναν από τους σημαντικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο κλάδο, με περίπου 80.000 επιχειρήσεις, και τον δεύτερο μεγαλύτερο εργοδότη, με πάνω από 430.000 απασχολούμενους, εκ των οποίων οι 354.000 είναι μισθωτοί. Γεωγραφικά εκτείνεται σε όλη την ελληνική επικράτεια, έχοντας κρίσιμη συμβολή στις τοπικές οικονομίες.

Δυστυχώς, ένας από τους μεγάλους ασθενείς της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης που βιώνου­με τον τελευταίο σχεδόν χρόνο είναι η εστίαση. Η διαχρονική συμβολή του στην ελληνική οικονομία, στην απασχόληση, στις τοπικές οικονομίες και κυρίως στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής εξηγεί την ανάγκη στήριξης και προστασίας του από τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης.

Η κατάσταση των επιχειρήσεων του κλάδου είναι πραγματικά δραματική. Εδώ και περίπου 11 μήνες οι επιχειρήσεις εστίασης βρίσκονται κάτω από ένα ιδιότυπο καθεστώς λειτουργίας. Για τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων οι μήνες που έχουν λειτουργήσει είναι πολύ λιγότεροι από τους μήνες που έχουν αναγκαστεί να αναστείλουν τη δραστηριότητά τους. Επιπλέον, για τους λιγοστούς μήνες που υπήρξε άρση του απαγορευτικού το πλαίσιο λειτουργίας ήταν τέτοιο που δεν επέτρεψε την αναπλήρωση της ζημιάς που είχε ήδη προκληθεί, ενώ τα κόστη ήταν αυξημένα λόγω των υγειονομικών πρωτο­κόλλων (προμήθεια μασκών, αντισηπτικών κ.λπ.).

Γενικά, τόσο από την ενημέρωση που μας παρέχουν τα μέλη μας όσο και από τα στοιχεία που λαμβάνουμε φαίνεται να έχει μπει μια θηλιά στον κλάδο της εστίασης, που συνεχώς σφίγγει. Μάλιστα το τελευταίο διάστημα φαίνεται πως η ασφυκτική αυτή κατάσταση δεν είναι πολύ μακριά από το να γίνει μη αναστρέψιμη, οδηγώντας σε μαζικό κλείσιμο επιχειρήσεων και απώλεια χιλιάδων θέσεων απασχόλησης.

Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά. Έπειτα από επεξεργασία των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με τον τζίρο του κλάδου από το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, ε­κτιμάται πως το 2020 χάθηκαν περισσότερα από 2,5 δισ. καθαρού τζίρου (χωρίς τον ΦΠΑ). Σύμ­φωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία που συλλέγει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για την κατάσταση των επιχειρήσεων εστίασης, προκύπτει πως το 95% των επιχειρήσεων κατέγραψε μείωση του τζίρου το 2020. Μεσοσταθμικά, ο τζίρος τους το 2020 μειώθηκε κατά 53%.

Επιπλέον, το 75% των επιχειρήσεων του κλάδου έχει αναστείλει συμβάσεις εργασίας. Σε απόλυτα νούμερα, εκτιμάται ότι περίπου 200.000 εργαζόμενοι βρίσκονται σε αναστολή. Οι θέσεις αυτές βρίσκονται σε επισφάλεια γιατί οι επιχειρήσεις τους αντιμετωπίζουν το φάσμα του λουκέτου, που επιτείνεται από την αβεβαιότητα που υπάρχει ως προς το άνοιγμα της αγοράς αλλά και από το γεγονός πως από τη μια μεριά καλούνται να καλύψουν υποχρεώσεις έχοντας ακόμα και μηδενικά έσοδα, ενώ από την άλλη συσσωρεύουν μελλοντικές οφειλές.

Προς επίρ­ρωση αυτών, περισσότερες από τέσσερις στις δέκα επιχειρήσεις εστίασης έχουν μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα (ρευστότητα). Δύο στις δέκα επιχειρήσεις έχουν ταμειακά διαθέσιμα για όχι περισσότερο από έναν μήνα, ενώ για το 16% των επιχειρήσεων εστίασης τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν για δύο μήνες.

Επιπλέον, περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις εστίασης έχουν κάποιου είδους ληξιπρόθεσμη οφειλή (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές κ.λπ.). Με βάση αυτά, δεν είναι παράλογο που περισσότερες από μία στις δύο επιχειρήσεις του κλάδου εκφράζουν έντονα τον φόβο ότι θα διακόψουν τη δραστη­ριότητά τους μέσα στο επόμενο εξάμηνο.

Από τα παραπάνω στοιχεία φαίνεται πως ο κλάδος της εστίασης είναι στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Είναι ανάγκη να ληφθούν επαρκή μέτρα στήρι­ξης του κλάδου όχι μόνο όσο διαρκεί το lockdown, αλλά κυρίως κατά τη διάρκεια της σταδιακής επαναφοράς της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα και μέχρι την ολοκλήρωσή της. Με την ελπίδα, λοιπόν, πως οι εμβολιασμοί θα προχωρήσουν γρήγορα, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋπο­θέσεις επιστροφής στην οικονομική και κοινωνική κανονικότητα, θα πρέπει άμεσα να ληφθούν επιπρόσθετα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων εστίασης.

Η επιστρεπτέα προκαταβολή, που είναι το πιο πετυχημένο εργαλείο ενίσχυσης της ρευστό­τητας επιχειρήσεων, στον πέμπτο κύκλο άφησε έξω το 40% των επιχειρήσεων του κλάδου, δίνοντας 1.000 ευρώ – 2.000 ευρώ ή 4.000 ευρώ στη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων, όταν οι ανελαστικές δαπάνες της πιο μικρής επιχείρησης είναι τουλάχιστον 3.000 ευρώ.

Επιπλέον, θα πρέπει να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί ένα πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων του κλάδου της εστίασης, μια μη επιστρεπτέα προκαταβολή με επαρκείς πόρους, για να μπορέσουν να επαναλειτουργήσουν όταν θα το επιτρέψουν οι συνθήκες.

Από την άλλη μεριά, έχουμε προτείνει μέτρα έμμεσης ενίσχυσης της ρευστότητας, όπως η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση στο 6%. Για τις θέσεις εργασίας είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα για τη διατήρησή τους μέσω προγράμματος που να επιδοτεί τουλάχιστον το σύνολο του μη μισθολογικού κόστους.

Επίσης, θα πρέπει να ενεργοποιηθεί νέα ρύθμιση οφει­λών σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία σε έως 120 μηνιαίες δόσεις, με «κούρεμα» των υποχρε­ώσεων που γεννήθηκαν μέσα στην πανδημία.

Οι προτάσεις αυτές θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη από την ελληνική κυβέρνηση και να υιοθετηθούν τα κατάλληλα μέτρα, διαφορετικά η θηλιά που μέρα με τη μέρα πνίγει τον κλάδο της εστίασης θα προκαλέσει μαζική ασφυξία, οδηγώντας σε μια τεραστίων διαστάσεων καταστροφή, με σοβαρές συνέπειες για την οικονομία και την κοινωνία, που θα κρατήσει για πολύ περισσότερα χρόνια, από ό,τι αν δράσουμε τώρα.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ