Ποιους «ενοχλεί» και γιατί ο Μπαμπινιώτης;
Το θέμα της ελληνικής γλώσσας και της διαχρονικής εξέλιξής της είχε κατά καιρούς προκαλέσει μεγάλες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις στο παρελθόν μέχρι την καθιέρωση (το 1976) της δημοτικής γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και στη δημόσια διοίκηση.
Έκτοτε πέρασαν 45 χρόνια «γλωσσικής ηρεμίας» αλλά και άκριτης εισαγωγής ξενόφερτων λέξεων, που οδήγησαν τον καθηγητή κ. Μπαμπινιώτη, εδώ και χρόνια στον δημόσιο λόγο του και πρόσφατα με δημόσια παρέμβασή του και αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, να επισημάνει το πρόβλημα, προτείνοντας μάλιστα και δόκιμους όρους αντικατάστασής τους, γεγονός που συνετέλεσε ώστε πολλοί από αυτούς να γίνουν ευρύτερα αποδεκτοί και να καθιερωθούν.
Αλλά και η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων (ΠΕΦ) εξέδωσε (2020) ανακοίνωση επισημαίνοντας το φαινόμενο, που στις μέρες μας έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις, σχετιζόμενο «με την άκριτη υιοθέτηση αμετάφραστων ξενικών όρων σε ποικίλες εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, με συνέπεια να νοθεύεται το γλωσσικό αίσθημα και βαθμιαία να μετατρέπεται η γλώσσα της καθημερινότητας σε ένα υβριδικό, αγγλοελληνικό ιδίωμα».
Δηλαδή, και η φωνή των έγκριτων φιλολόγων της ΠΕΦ, που ανήκουν στη μαχόμενη εκπαίδευση, διαπιστώνει τον καταιγισμό των ξένων λέξεων, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, και θεωρεί «επιτακτική ανάγκη τη δημιουργία ενός επίσημου επιτελικού οργάνου, στελεχωμένου από πνευματικούς ανθρώπους που αποδεδειγμένα γνωρίζουν και μεριμνούν για τη γλωσσική και πολιτισμική μας παράδοση».
Ο καθηγητής Μπαμπινιώτης ήδη από το 2003 σε άρθρο του στο «Βήμα» με τίτλο «Για ένα νέο Λεξικό τής Ακαδημίας Αθηνών» έγραφε: «Τις τελευταίες δεκαετίες και στις μέρες μας με συνεχώς αυξανόμενους ρυθμούς δημιουργούνται ή εισάγονται στην Ελληνική πλήθη νέων λέξεων. […]
Συχνά με τον ξενικό τους τύπο. Θα προσέφερε μέγα έργο η Ακαδημία Αθηνών στη χώρα μας και στη γλώσσα μας, αν κατέγραφε συστηματικά το υλικό αυτό και αν προέτεινε σε όλους σχεδόν τους κλάδους, ή επέλεγε την καταλληλότερη λέξη με την οποία πρέπει να δηλώνεται στα Ελληνικά αυτή ή εκείνη η έννοια, αυτός ή εκείνος ο όρος». Την πρόταση αυτή λοιδόρησαν οι κ. Πετράκος και Χαραλαμπάκης σε σχετικά πρόσφατα άρθρα τους, τονίζοντας ότι δήθεν ξεκάρφωτα ο Μπαμπινιώτης συνιστά «να ασχοληθεί [η Ακαδημία] με τον εξελληνισμό, ως άλλος Αλέξανδρος, των ξένων λέξεων […] και με το συγύρισμα [sic] των ελληνικής κατασκευής νεολογισμών.»
Αφορμή ζητούσαν κάποιοι «γλωσσολόγοι»-λεξικογράφοι, και όχι μόνο, να επιτεθούν στον κ. Μπαμπινιώτη, για τους δικούς του ο καθένας λόγους, ταυτόχρονα υπηρετώντας έναν υποκριτικό γλωσσικό λαϊκισµό.
Πολλοί δεν του «συγχώρησαν» ότι εξέδωσε εννέα λεξικά, σύγχρονη σχολική γραμματική αλλά και πολλά βιβλία για τη γλώσσα και δημοσίευσε δεκάδες σχετικά άρθρα που αποτελούν σημεία αναφοράς από μεγάλο μέρος των ομιλητών της Ελληνικής. Παράλληλα, αξιοποίησε τις δυνατότητες της τηλεόρασης, του ραδιοφώνου και των έντυπων Μέσων για την ευαισθητοποίηση του κόσμου, μικρών και μεγάλων, στη σημασία της γνώσης της μητρικής μας γλώσσας ως αξίας και ως ποιότητας σκέψεως.
Πιθανόν, επίσης, κάποιους να τους «προκάλεσε» και το γεγονός ότι η κοινή γνώμη εκτίμησε τις δημόσιες μαχητικές παρεμβάσεις του, ενίοτε και συγκρούσεις του για την ψευδώνυμη γλώσσα των Σκοπίων, που δεχθήκαμε ως Ελλάδα να ονομασθεί «μακεδονική», την επαναφορά (ως πρόεδρου του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου επί Κωνσταντίνου Μητσοτάκη) της διδασκαλίας του αρχαίου λόγου στα σχολεία, τον συνεχή αγώνα του για τα ιστορικά δικαιώματα της λόγιας γλωσσικής μας παράδοσης, την αρθρογραφία και το πλήθος των παρεμβάσεών του για το πρόβλημα της ποιότητας των ελληνικών που μιλούμε και γράφουμε, τη διαμαρτυρία του για την παραμέληση της διαχρονίας της γλώσσας μας («των παλαιότερων ελληνικών μας», που είπε ο Σεφέρης), την κριτική του παρέμβαση για τον λειψό και ατελέσφορο τρόπο διδασκαλίας της γλώσσας μας στο σχολείο και άλλα πολλά θέματα που επί χρόνια υποστηρίζει.
Αυτόν τον «εθνικό γλωσσολόγο», καθώς και άλλους, πολύ γνωστούς, έγκριτους και καταξιωμένους επιστήμονες δεν τίμησε η Ακαδημία Αθηνών. Για παράδειγμα, δεν κρίθηκε σκόπιμο να ιδρυθεί στην Ακαδημία έδρα Γλωσσολογίας, έδρα, δηλαδή, για την ελληνική γλώσσα! Αντίθετα, με ευθύνη του κ. Πετράκου (γενικού γραμματέως της Ακαδημίας τα τελευταία δέκα χρόνια), επιχειρήθηκε ανεπιτυχώς να ιδρυθεί «φωτογραφικού τύπου» έδρα Διαλεκτολογίας. Πρόκειται για πρωτότυπη και μοναδική σύλληψη του σκοπού και του έργου της Ακαδημίας.
Ο ακαδημαϊκός Νικόλαος Κονομής, στο άρθρο του «Κινδυνεύει να χαθεί ο χαρακτήρας της γλώσσας», στο «ΠΑΡΟΝ», αναφέρει μεταξύ άλλων: «Τα δάνεια είναι αναπόφευκτα σε μια γλώσσα η οποία αναπτύσσεται, αλλά οι νεολογισμοί πρέπει, όσο το δυνατόν, να προσαρμόζονται φωνητικά και μορφολογικά προς τη γλώσσα η οποία τα υιοθετεί.» Και συνεχίζει ο Κονομής: «Τα δάνεια και οι νεολογισμοί μπορεί να εισέρχονται στη γλώσσα με κάποια, όμως, φειδώ και αφού υποστούν επεξεργασία από την ίδια τη γλώσσα. [….] Εάν τους δεχθούμε αθρόα και χωρίς επεξεργασία, όπως κάνει το Χρηστικό Λεξικό [….], κινδυνεύει τότε να χαθεί ο χαρακτήρας της γλώσσας η οποία τους αποδέχεται κατ’ αυτόν τον τρόπο. […]
Υπεύθυνο για τη σύγχυση που προκλήθηκε στο Λεξικό του καθηγητή κ. Χρ. Χαραλαμπάκη θεωρώ και τον εκ μέρους της Ακαδημίας επιστημονικό υπεύθυνο (σ.σ.: εννοεί τον κ. Πετράκο), ο οποίος ήθελε, φαίνεται, να καρπωθεί όλη τη δόξα, γι’ αυτό δεν συμβουλεύθηκε τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής.»
Πρόκειται για ένα λεξικό που, όπως εξήγησε δημόσια ο κ. Μπαμπινιώτης, αποτελεί μεν έκδοση της Ακαδημίας, αλλά έχει συνταχθεί από εξωακαδημαϊκά πρόσωπα, γεγονός που δεν επιτρέπει αντικειμενικά να περιβληθεί το κύρος της Ακαδημίας ως Λεξικό της Ακαδημίας.
Κυρίως, όμως, «προκαλεί» τους αρθρογραφούντες το γεγονός ότι όλα τα παραπάνω οδήγησαν πολλούς να αναγνωρίζουν τον Μπαμπινιώτη και να τον αποκαλούν «εθνικό γλωσσολόγο». Η τιμητική αυτή επίκληση προήλθε από το αληθινό πάθος του για τη γλώσσα, το οποίο μεταδίδει σε κάθε προφορική και γραπτή επικοινωνία του με τον κόσμο, επηρεάζοντας μεγάλο αριθμό συγγραφέων και διανοουμένων. Και πραγματικά ένας τέτοιος τίτλος κατακτάται ή αναγνωρίζεται, δεν εκμαιεύεται, ούτε δωρίζεται (βλέπε και σχετικές αναρτήσεις στην ιστοσελίδα www.babiniotis.gr και στον χώρο του Facebook).
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ