Στ. Κούλογλου στο “Π”: Το στοίχημα Μπάιντεν: Να μη γίνει εφιάλτης το αμερικανικό όνειρο
Του
ΣΤΕΛΙΟΥ ΚΟΥΛΟΓΛΟΥ
Ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ
Ήδη από την πρώτη ημέρα της θητείας του ο νέος αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προσπάθησε να σβήσει την κακή κληρονομιά του Ντόναλντ Τραμπ. Με 17 νομοθετικά διατάγματα, μεταξύ άλλων, επανέφερε τις ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, στη Συμφωνία για το Κλίμα, άλλαξε τη μεταναστευτική πολιτική, καταργώντας τις εκδικητικές νοοτροπίες, τις οποίες ενστερνίζεται και ο κ. Μηταράκης.
Όμως το έργο του θα είναι δύσκολο, καθώς στις ΗΠΑ κινδυνεύει το αμερικανικό όνειρο να γίνει εφιάλτης. Ο διχασμός στην αμερικανική κοινωνία είναι βαθύς και πηγαίνει πίσω τουλάχιστον 20 χρόνια. Ήδη από την εποχή που προσπαθούσαν να καθαιρέσουν τον Κλίντον για την υπόθεση Λεβίνσκι. Ή με την εκλογή του Μπους, ύστερα από απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, χωρίς τη λαϊκή ψήφο και ενώ χιλιάδες μαύροι είχαν αδικαιολόγητα χάσει τα πολιτικά τους δικαιώματα και το δικαίωμα ψήφου στη Φλόριντα. Αυτά παραμερίστηκαν το 2001 με τους Δίδυμους Πύργους, όταν οι Αμερικάνοι ενώθηκαν μπρος στην απειλή, αλλά επέστρεψαν με τις αντιδράσεις στον πόλεμο.
Στη συνέχεια ο Ομπάμα πολεμήθηκε πολύ από τους Ρεπουμπλικάνους, όταν είχαν τον έλεγχο του Κογκρέσου. Με τον Τραμπ αποθεώθηκε αυτός ο διχασμός. Πλέον υπάρχουν οι δύο παράλληλοι κόσμοι που δεν μπορούν να συνεννοηθούν. Σαν πολιτικός εμφύλιος. Ένα μέρος του ρεπουμπλικανικού κόσμου έχει υιοθετήσει τις απόψεις Τραμπ για την υποτιθέμενη νοθεία στις εκλογές, για τον οικονομικό πόλεμο με την Κίνα και για την πανδημία, όπου η πολιτική Τραμπ άφησε τον κόσμο απροστάτευτο. Τώρα που οι Δημοκρατικοί ελέγχουν και τη Γερουσία και το Κογκρέσο είναι πιο εύκολα τα πράγματα για τον Μπάιντεν, αλλά χάνει μέρος της νομιμοποίησής του όταν έχει απέναντί του ένα 30% του πληθυσμού που πιστεύει αυτές τις θεωρίες συνωμοσίας.
Η νέα ηγεσία των ΗΠΑ πρέπει, λοιπόν, να καταλάβει ότι αποτελεί την τελευταία ευκαιρία να ανακοπεί η καθοδική πορεία. Οι υποσχέσεις που έδωσε ο Μπάιντεν πρέπει να εκπληρωθούν. Δεν έχει το περιθώριο να απογοητεύσει, καθώς κάτι που δεν λέγεται συχνά είναι ότι ένας από τους λόγους που ο Ντόναλντ Τραμπ εξελέγη είναι ότι ο Μπαράκ Ομπάμα αθέτησε μέρος των υποσχέσεών του.
Ήδη το πλαίσιο μέσα στο οποίο ο Τζο Μπάιντεν θα πρέπει να δράσει είναι περιορισμένο. Οι ΗΠΑ χάνουν την ιδιότητα της μοναδικής παγκόσμιας υπερδύναμης, είμαστε σε έναν κόσμο με πολλούς πόλους. Και φυσικά δεν μιλάμε για μια μικρή χώρα στα Βαλκάνια, αλλά για ένα imperium, που καλείται όχι μόνο να κατευνάσει τους εσωτερικούς του δαίμονες αλλά και να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη κινεζική πρόκληση για την παγκόσμια ηγεμονία. Αν ο Μπάιντεν δεν καταφέρει μεσοπρόθεσμα να συμφιλιώσει τα δύο στρατόπεδα με γενναίες πολιτικές και αρκεστεί στις εικόνες, όπως η εκλογή της Καμάλα Χάρις ως αντιπροέδρου των ΗΠΑ, πιθανότατα θα δούμε τα επόμενα χρόνια συγκρούσεις ανάλογες με αυτές 30 χρόνια πριν από την εποχή της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης.
Επειδή, δε, πάντα στην Ιστορία η κατάρρευση μιας αυτοκρατορίας φέρνει ισχυρούς τριγμούς, πρέπει να είμαστε έτοιμοι για ένα τέτοιο σενάριο. Έτσι, έχει μεγάλη σημασία να δούμε τι στάση θα κρατήσει η ΕΕ απέναντι στην σινοαμερικανική οικονομική διένεξη. Εν αντιθέσει με την προσφιλή επιλογή να ακολουθούμε τις ΗΠΑ, έστω και αν συμμετέχουμε έτσι σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο, αυτήν τη φορά πρέπει οι Βρυξέλλες να κοιτάξουν τα συμφέροντα των Ευρωπαίων. Για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει η ίδια η ΕΕ να κάνει αποφασιστικά βήματα σε τουλάχιστον τέσσερις τομείς:
Πρώτον, το ζήτημα της ομοφωνίας στις αποφάσεις μάς κρατάει πίσω. Πρέπει ορισμένα κράτη-μέλη, εφόσον συμφωνούν, να προχωρούν και οι υπόλοιποι να ακολουθούν, εάν θέλουν.
Δεύτερον, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα διαφορετικής οικονομικής πολιτικής, που θα ενισχύσουν την οικονομική ανεξαρτησία της ΕΕ αλλά και την κοινωνική συνοχή της.
Τρίτον, ήρθε η ώρα να πληρώσουν οι ψηφιακοί κολοσσοί που φοροδιαφεύγουν / φοροαποφεύγουν σε κράτη-μέλη της ΕΕ και να αξιοποιηθούν τα χρήματα προς όφελος των ευρωπαίων πολιτών. Ειδικά τώρα με την πανδημία, οι ευρωπαϊκές οικονομίες –άλλες περισσότερο, άλλες λιγότερο– στενάζουν.
Τέλος, πρέπει να οικοδομηθεί μια ανεξάρτητη πολιτική άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ, η οποία δεν θα μας κρατά δεσμευμένους από τις ΗΠΑ, που κατ’ επέκταση μπορεί να έχει ως συνέπεια και τη δική μας οπισθοδρόμηση.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ