Κάτω τα χέρια από τα χωρικά ύδατα

Κάτω τα χέρια από τα χωρικά ύδατα

Παγιδεύεται η Αθήνα στις διερευνητικές

-Να δεσμευθούν η κυβέρνηση και οι πολιτικές δυνάμεις ότι δεν θα δεχθούν διαπραγμάτευση της ελληνικής κυριαρχίας
-Η αποκάλυψη Ροζάκη για τις διαπραγματεύσεις με την Τουρκία για τα χωρικά ύδατα

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Προαναγγελία σοβαρού ολισθήματος, όπου η Ελλάδα θα συρθεί να διαπραγματευθεί όχι την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας αλλά και των χωρικών υδάτων της, που αποτελούν θέμα αποκλειστικής κυριαρχίας της χώρας, αποτελεί η αποκάλυψη, πριν από λίγες ημέρες, του καθηγητή Χρήστου Ροζάκη, ο οποίος είπε ότι και στο παρελθόν είχε γίνει τέτοια διαπραγμάτευση, και μάλιστα από τον ίδιο τον κ. Αποστολίδη, που αναλαμβάνει και πάλι τις διερευνητικές.

Δεν είναι τυχαίο ίσως ότι και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στις δηλώσεις του τις τελευταίες ημέρες –και αφού είχε ανακοινωθεί η επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών– δεν κάνει λόγο για «οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ», αλλά για «οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών», κάτι που παραπέμπει στη διεύρυνση της ατζέντας, ώστε να συμπε­ριληφθούν και τα χωρικά ύδατα της χώρας μας!

Όμως, κανένας διπλωμάτης, κανένας πολιτικός και καμία κυβέρνηση δεν έχει το δικαίωμα να διαπραγματευθεί με άλλη χώρα, πολύ περισσότερο με την Τουρκία, θέμα εθνικής κυριαρχίας, όπως είναι η αιγιαλίτιδα ζώνη.

Συνεννόηση με την Τουρκία απαιτείται μόνο αν κάποιο νησί απέχει από την τουρκική ακτή λιγότερο από 24 μίλια, οπότε, τότε πράγματι απαιτείται αλληλοενημέρωση προκειμένου να ισχύσει η μέση γραμμή. Όμως πρόκειται περί απαράδεκτης υποχώρησης το να συζητά και να διαπραγματεύεται η Ελλάδα για το πού και πόσο θα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στις… Κυκλάδες ή και σε αυτήν ακόμη την ηπειρωτική ακτή ή στην Κρήτη. Και μάλιστα να τίθεται υπό την έγκριση της Τουρκίας η άσκηση του αποκλειστικού κυριαρχικού δικαιώματος της χώρας μας…

Ο καθηγητής Χρήστος Ροζάκης, με την αφοπλιστική ειλικρίνειά του, τόνισε στο αποκαλυπτικό άρθρο του στην «Καθημερινή» (5/1/2021) ότι η συζήτηση στις διερευνητικές πρέπει να εστιασθεί μόνο σε αυτό το θέμα αρχικά, καθώς εάν συμφωνηθεί με την Τουρκία το εύρος των χωρικών υδάτων, τότε θα είναι εύκολο να λυθούν τα υπόλοιπα ζητήματα. Γράφει ακόμη ο κ. Ροζάκης ότι το 2010 είχε αποδεχθεί (!) η Τουρκία να επεκτείνει η Ελλάδα τα χωρικά της ύδατα στην ηπειρωτική ακτή στα 12 ν.μ. και 10 ν.μ. στα νησιά, με κάποιους διαύλους για τη ναυσιπλοΐα. Και μάλιστα εύχεται να μπορέσει ο κ. Αποστολίδης να επιτύχει την ίδια συμφωνία…

Και καθώς το επιχείρημα που ακούγεται είναι ότι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ δεν μπορεί να γίνει εάν δεν προηγηθεί η επέκταση, έστω και ανά περιοχή, των ελληνικών χωρικών υδάτων, αυτό είναι ακριβές. Γιατί εάν γίνει η οριοθέτηση με τα 6 μίλια, όπως επιδιώκει η Τουρκία, τότε ένα μεγάλο μέρος του βυθού, που θα ανήκε αποκλειστικά στην ελληνική κυριαρχία (στη ζώνη από τα 6 μέχρι τα 12 ν.μ.), αυτομάτως θα βρεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και θα τεθεί προς διαμοιρασμό μεταξύ των δύο χωρών στη διαδικασία για οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.

Είναι επομένως ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα, πριν προχωρήσει σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση ή συμφωνία με την Τουρκία, θα πρέπει να έχει επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα.

Και τότε θα αντιμετωπισθεί το άλλο μεγάλο ζήτημα: Αν θα πρέπει η Ελλάδα να αγνοήσει το casus belli της Τουρκίας και να επεκτείνει τα χωρικά ύδατα σε όλη την επικράτειά της στα 12 ν.μ. ή σε περιοχές εγγύτητας με την Τουρκία να επιλέξει μικρότερο εύρος. Αυτό όμως είναι εντελώς διαφορετικό θέμα. Είναι προφανές ότι θα πρέπει άμεσα η κυβέρνηση να δώσει διευκρινίσεις, τονίζοντας ότι στις διερευνητικές επαφές δεν γίνεται, ούτε θα γίνει διαπραγμάτευση για τα χωρικά ύδατα της χώρας. Γιατί κάθε τέτοια διαπραγμάτευση θα απαιτούσε την εξουσιοδότηση της Βουλής, και μάλιστα με ενισχυμένη πλειοψηφία.

Όμως, οι διερευνητικές στις οποίες έσπευσε να συναινέσει η κυβέρνηση αποτελούν και πέραν του ζητήματος των ελληνικών χωρικών υδάτων μια μεγάλη παγίδα για την Ελλάδα, καθώς κινδυνεύει να αθωώσει την Τουρκία στα μάτια των «καλόπιστων» Ευρωπαίων και των Αμερικανών.

Και μάλιστα οι διερευνητικές ξεκινούν χωρίς να έχει υπάρξει καμιά τυπική δέσμευση για το ότι όσο διαρκούν οι συνομιλίες αυτές και μέχρι να καταλήξουν σε αποτέλεσμα θα αποφευχθούν οι παράνομες δραστηριότητες στην υφαλοκρηπίδα και άλλες επιθετικές ενέργειες, καθώς και η εχθρική ρητορική, η οποία συνεχίζεται από τουρκικής πλευράς.

Εκβιάζει ο Ερντογάν…
Έτσι, όπως ο ίδιος ο Ερντογάν δήλωσε, εάν η Ευρώπη επιχειρήσει να φοβερίσει την Τουρκία τότε θα… ξαναστείλει το «Oruc Reis» στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Καυχήθηκε μάλιστα ότι η Τουρκία, στέλνοντας το πλοίο για παράνομες έρευνες τον Οκτώβριο, έδειξε την αποφασιστικότητά της και υποχρέωσε την ΕΕ να υιοθετήσει πιο μαλακή απόφαση τον Δεκέμβριο (και φυσικά να μην αποφασίσει κυρώσεις). Από την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκαν οι διερευνητικές έσπευσαν όλοι οι διεθνείς παράγοντες να «χαιρετίσουν» το γεγονός και, λίγο-πολύ, η ηγεσία της ΕΕ δηλώνει ότι

πλέον έγινε το μεγάλο βήμα και επομένως η ΕΕ πρέπει τώρα να συζητήσει με την Τουρκία για θετική ατζέντα, που προβλέπει ένα ολόκληρο καλάθι με «δώρα» για την Άγκυρα. Και, φυσικά, ούτε λόγος για το ενδεχόμενο κυρώσεων.

Όμως, έστω και η κολοβή απόφαση της Συνόδου Κορυφής του Δεκεμβρίου προέβλεπε ότι ο κ. Μπορέλ θα καταρτίσει κατάλογο με κυρώσεις, που θα αποφασισθεί η εφαρμογή τους και θα ενεργοποιηθούν εάν η Τουρκία επαναλάβει τις προκλήσεις.

Τώρα, με την Τουρκία να παίζει τον ρόλο του «καλού παιδιού», η συζήτηση για κυρώσεις θα αποδυναμωθεί και αφού περάσει η Σύνοδος Κορυφής του Μαρτίου, που θα… χαιρετίζουν όλοι την πρόοδο στις ευρωτουρκικές σχέσεις και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η Ελλάδα θα βρεθεί και πάλι στο σημείο μηδέν, όταν ο κ. Ερντογάν αποφασίσει ότι πλέον τα ήρεμα νερά δεν τον βολεύουν και επιχειρήσει και πάλι να προκαλέσει τετελεσμένα. Τότε θα πρέπει να ξεκινήσει από την αρχή η διαδικασία για την κατάρτιση καταλόγου κυρώσεων, ενώ η Τουρκία θα αλωνίζει ανενόχλητη.

Επίσης, η Αθήνα θα πρέπει να εξηγήσει σε εταίρους και συμμάχους ότι οι διερευνητικές επαφές δεν είναι μια γενική συζήτηση επί όλων των ελληνοτουρκικών προβλημάτων και δεν αποτελούν Μέτρο Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, μέσω του οποίου εκτονώνονται εντάσεις, και συνεπώς η επανέναρξή τους είναι απλώς η υποχρεωτική προσπάθεια που πρέπει να υπάρξει για να διαπιστωθεί εάν υπάρχουν περιθώρια να γεφυρωθεί το χάσμα που χωρίζει τις δύο χώρες.

Γιατί είναι σαφές ότι ακόμη κι αν η Τουρκία διαπραγματευτικά θέτει θέμα αποστρατιωτικοποίησης νησιών, απαιτεί τα νησιά να μην έχουν καθόλου θαλάσσιες ζώνες και ότι τα χωρικά τους ύδατα θα παραμείνουν στα 6 μίλια και εάν κρατά για τελευταίο διαπραγματευτικό χαρτί το θέμα των «γκρίζων ζωνών» και επιμένει η διαπραγμάτευση να αφορά μόνο το Αιγαίο, θεωρώντας ότι στην Ανατολική Μεσόγειο η λύση έχει δοθεί από το τουρκολιβυκό μνημόνιο, είναι προφανές ότι ο διάλογος δεν θα μπορούσε να κρατήσει πάνω από πέντε λεπτά.

Και σαφώς η συζήτηση δεν θα μπορούσε να παρακάμψει αυτά τα ζητήματα και να περιορισθεί στη διαπραγμάτευση, που θα πάρει μορφή αιτήματος έγκρισης από την Τουρκία όσον αφορά την απόφαση για επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων.

Η κυβέρνηση αλλά και η αντιπολίτευση, καθώς διερευνητικές επαφές είχαν χειριστεί στο παρελθόν και οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, οφείλουν να διαβεβαιώσουν τον ελληνικό λαό ότι δεν θα γίνει καμία διαπραγμάτευση με την Τουρκία για τα χωρικά ύδατα της χώρας μας. Διαφορετικά, θα είναι υπόλογοι για το γεγονός ότι αποδέχθηκαν και εμπράκτως το casus belli της Τουρκίας εις βάρος των δικαιωμάτων και συμφερόντων της χώρας μας.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ