2021: Η χρονιά της Δικαιοσύνης – Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις με εθνική συναίνεση – Του Αντ. Αργυρού

2021: Η χρονιά της Δικαιοσύνης – Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις με εθνική συναίνεση – Του Αντ. Αργυρού


Του
ΑΝΤΩΝΗ Π. ΑΡΓΥΡΟΥ
Δικηγόρου ΑΠ, Αν. Νομικού
Συμβούλου Πανεπιστημίου Αθηνών


Ο χρόνος απονομής της Δικαιοσύνης αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι έλληνες πολίτες αδιακρίτως και ιδίως εκείνοι πού έχουν ανάγκη την άμεση και δραστική παρέμβασή της.

Σύμφωνα με τον Δείκτη Doing Business 2020 της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Ελλάδα είναι 146η σε σύνολο 190 χωρών ως προς την ταχύτητα απονομής της Δικαιοσύνης. Αποτελεί κοινό τόπο η ανάγκη για άμεση υλοποίηση μεταρρυθμίσεων για τον εκσυγχρονισμό και την επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης, με στόχο και προ­ϋπόθεση τη διασφάλιση της συνταγματικά κατοχυρωμένης ανεξαρτησίας της.

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος της καθυστέρησης απονομής της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με πάγια νομολογία του, υποχρέωσε την Ελληνική Πολιτεία να λάβει νομοθετικά μέτρα με τους ν. 4055/2012 και 4239/2014 και έτσι επιχειρήθηκε να συμμορφωθεί η χώρα προς τις διεθνώς ανειλημμένες υποχρεώσεις της, οι οποίες απορρέουν από το Δίκαιο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων και το πρωταρχικό δικαίωμα σε ταχεία κι αποτελεσματική πρόσβαση στη Δικαιοσύνη. Μάταιος κόπος. Και αυτή η προσπάθεια απέτυχε.

Το πρόβλημα υπάρχει, διογκώνεται και απειλεί τη λειτουργία του κράτους δικαίου. Είναι μάταιο να μιλήσουμε για μία ακόμα φορά με αριθμούς και να ακούσουμε θετικά και αρνητικά σχόλια. Η κατάσταση στην Ελληνική Δικαιοσύνη είναι δύσκολη. Ο έλληνας πολίτης ταλαιπωρείται επί χρόνια να βρει το δίκιο του σε όλες τις διαδικασίες, από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο ζήτημα. Για τη βελτίωση του συστήματος υπάρχουν προτάσεις, παράλληλα υπάρχουν και έντονες αντιδράσεις, με στόχο τα πράγματα να μείνουν όπως είναι σήμερα.

Η αλήθεια είναι πως δεν μπορεί να γίνει καμιά ουσιαστική μεταρρύθμιση αν δεν υπάρχει ένα εθνικό σχέδιο για τη συνολική αναμόρφωση της Δικαιοσύνης, το οποίο θα προέλθει από έναν εθνικό διάλογο, συνειδητοποιώντας τελικά ότι κάθε μεταρρύθμιση έχει πολιτικό κόστος. Πιστεύω στη θεσμική διαδικασία του διαλόγου, με την ίδρυση και λειτουργία του Εθνικού Συμβουλίου Μεταρρύθμισης Δικαιοσύνης. Θεωρώ ότι, παρά τις όποιες ιδεολογικές διαφορές, μπορούμε να προσεγγίσουμε τα θέματα μεταρρύθμισης της Δικαιοσύνης με γνώμονα τη βελτίωση της κατάστασης αλλά και την εθνική αναγκαιότητα για κοινωνική και παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.

Το Εθνικό Συμβούλιο Μεταρρύθμισης Δικαιοσύνης θα μπορούσε και είναι δυνατόν να επιτύχει να εξευρεθεί συναίνεση μεταξύ όλων των εμπλεκομένων, χωρίς καμιά εξαίρεση, και των πολιτειακών θεσμών, έχοντας πάντοτε υπόψη αποκλειστικά και μόνο το καλώς νοούμενο συμφέρον των πολιτών και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.

Στον εθνικό διάλογο πρέπει να μετάσχει η Εθνική Αντιπροσωπεία με τη δημιουργία Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη Μεταρρύθμιση στη Δικαιοσύνη, πρέπει να μετάσχουν οι Νομικές Σχολές, οι Ολομέλειες όλων των Δικαστηρίων, η Ακαδημία Αθηνών, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι και η κοινωνία με τις επαγγελματικές ενώσεις. Συνιστά υποχρέωση και καθήκον όλων η διαφύλαξη του κύρους της Δικαιοσύνης.

Πρέπει να συζητηθούν στον εθνικό διάλογο για τη δικαιοσύνη, οι εξελίξεις εφ’ όλης της ύλης της δικαστηριακής μεταρρύθμισης: Οι κτιριακές εγκαταστάσεις, η εγκατάσταση και εφαρμογή ηλεκτρονικού συστήματος στα δικαστήρια, οι προσλήψεις δικαστών, το έργο εκδίκασης καθυστερημένων υποθέσεων κ.λπ.

Σημαντικό σημείο του διαλόγου είναι η κατάρτιση ενός χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των προτάσεων μέσω της κατηγοριοποίησής τους, έτσι ώστε η μεταρρύθμιση να αρχίσει να υλοποιείται με την έναρξη του νέου δικαστικού έτους, διαμορφώνοντας μια γενική τάση ενίσχυσης των θεσμών του κράτους δικαίου, που τόση ανάγκη έχει η χώρα προκειμένου να επιτύχει την ανασυ­γκρότησή της.

Η Δικαιοσύνη χρειάζεται εθνικό σχεδιασμό και η πολιτική για τη Δικαιοσύνη δεν μπορεί να αλλάζει από υπουργό σε υπουργό. Δεν χρειάζεται όμως έναν διάλογο χωρίς ευρεία κοινωνική συμμετοχή. Μαζική πρέπει να είναι η συμμετοχή των εφαρμοστών του δικαίου και ίσως πρέπει να δημιουργηθεί μια Επιτροπή Σοφών που θα δώσει τις ιδέες της (υπάρχουν σοφοί νομοδιδάσκαλοι, λαμπροί συνταξιούχοι ανώτατοι δικαστές, λευκανθέντες στην εφαρμογή του δικαίου νομικοί).

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ