Το 2021 δύσκολος χρόνος αλλά και ελπιδοφόρος υπό προϋποθέσεις – Ανάλυση του Π. Νεάρχου

Το 2021 δύσκολος χρόνος αλλά και ελπιδοφόρος υπό προϋποθέσεις – Ανάλυση του Π. Νεάρχου


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Το νέο έτος προαναγγέλλεται δύσκολο, γιατί όσα έφερε το 2020 αλλά και τα τελευταία προηγούμενα χρόνια θα προεκταθούν φυσιολογικά και στο 2021. Η Τουρκική απειλή δεν είναι συγκυριακή. Εκπορεύεται από έναν βαθύ Τουρκικό αναθεωρητισμό, που περιέχει εκ των πραγμάτων υπερφίαλες και μεγαλομανείς φιλοδοξίες, επεκτατισμό και επιθετικότητα. Είμαστε μάρτυρες καθημερινά και νέων προκλητικών δηλώσεων και αμφισβητήσεων των Τούρκων ιθυνόντων.

Ο Τούρκος Πρόεδρος επικεντρώνει τα πυρά του τελευταία στην ίδια τη Συνθήκη της Λωζάννης, που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων αλλά και της ίδιας της Τουρκίας, που δημιουργήθηκε από τα ερείπια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Ερντογάν δεν θέλει κανένα πλαίσιο διεθνούς δικαίου και διεθνών συνθηκών για τον «διάλογο» στον οποίο προσκαλεί την Ελλάδα. Όλα, δηλαδή, είναι υπό συζήτηση και αμφισβήτηση.

Οι Τούρκοι ιθύνοντες σηκώνουν επίσης ψηλά το θέμα της αποστρατιωτικοποιήσεως των Δωδεκανήσων και του περιορισμού εξοπλισμού ορισμένων νησιών του Ανατολικού Αιγαίου (Λέσβος, Χίος, Σάμος). Πιστεύουν ότι μπορούν τώρα εύκολα να το κάνουν, γιατί «πάλιωσε» η Τουρκική εισβολή στην Κύπρο και έφυγε από το διεθνές προσκήνιο, λόγω της συστηματικής προβολής του Κυπριακού ως δήθεν προβλήματος διακοινοτικής διαμάχης και όχι προβλήματος εισβολής και κατοχής. Θεωρούν επίσης σκόπιμο να το προβάλουν και να το κάνουν τώρα ως αντιπερισπασμό στην επίκληση του διεθνούς δικαίου από την Ελλάδα στον καθορισμό των ορίων της Ελληνικής υφαλοκρηπίδος και ΑΟΖ.

Η σχετική ύφεση που ακολούθησε την καιροσκοπική απόσυρση του «Oruc Reis», λόγω Ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής, δεν πρόκειται να διαρκέσει για πολύ, εκτός και αν η Ελλάδα σπεύσει, απροσδοκήτως, να δεχθεί «διάλογο» εκτός του πλαισίου του διεθνούς δικαίου, όπως ζητά ο Ερντογάν, υπό την πίεση ασπόνδων φίλων και ενδοτικών του εσωτερικού. Έχουν υπάρξει ήδη δείγματα απαράδεκτων υποχωρήσεων, όπως η αναδίπλωση στα 6 μίλια του εθνικού χώρου και η εγκατάλειψη των κυριαρχικών δικαιωμάτων στην υφαλοκρηπίδα της χώρας στην περιοχή του συμπλέγματος του Καστελλόριζου, με το πρόσχημα ότι δεν έχει επέλθει ακόμη συμφωνία με τη γειτονική χώρα για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδος. Είναι γνωστό ότι η υφαλοκρηπίδα κάθε χώρας υφίσταται εξ αρχής και αφ’ εαυτής και, όταν δεν υπάρχει συμφωνημένη οριοθέτηση, ισχύει ως γραμμή αναφοράς η μέση γραμμή.

Με αυτό το πνεύμα, η Ελλάδα υπερασπίσθηκε τα κυριαρχικά της δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα της το 1976 και το 1987, υπό διαφορετικές κυβερνήσεις, όταν η Άγκυρα απείλησε ότι θα παρεβίαζε την Ελληνική υφαλοκρηπίδα με την αποστολή ερευνητικού σκάφους για τη διεξαγωγή ερευνών. Η προβολή της ανεδαφικής θεωρίας των 6 μιλίων του εθνικού χώρου, στον οποίο ασκεί η χώρα πλήρη κυριαρχία, βλάπτει διπλά τα εθνικά συμφέροντα και δικαιώματα. Εγκαταλείπει την αρχή της μέσης γραμμής ως αναφορά για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδος και επιτρέπει στην άλλη πλευρά να επιδίδεται σε δραστηριότητες που έχουν ως στόχο να αμφισβητήσουν τη διεθνή αρχή ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα και να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα.

Η καθήλωση στα 6 ναυτικά μίλια και η προβολή τους ως ορίου των εθνικών μας δικαιωμάτων δημιουργεί προηγούμενο και υποθηκεύει το δικαίωμα της Ελλάδος να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια. Το δικαίωμα αυτό έπρεπε ήδη η Ελλάδα να το είχε ασκήσει σταδιακά και σε άλλες περιοχές, εκτός του Ιονίου, ιδιαίτερα στην περιοχή ΝΑ της Κρήτης, όπου η Άγκυρα απειλεί να διεξαγάγει έρευνες και υποστηρίζει το προκλητικό μνημόνιο οριοθετήσεως ΑΟΖ με τη Λιβύη του Αλ Σάρατζ. Η Ελληνο-Αιγυπτιακή ΑΟΖ παρεμβάλλεται μεταξύ Λιβύης και Τουρκίας, αλλά η Άγκυρα δεν παύει να την αμφισβητεί και να προβάλλει εξωφρενικές διεκδικήσεις.

Απέναντι από την αυθαίρετη και αρπακτική αυτή Τουρκική πολιτική δεν υπάρχει, δυστυχώς, άλλη αποτελεσματική απάντηση από την ενίσχυση της αμυντικής ισχύος της χώρας και την οργάνωση συμμαχικού συνασπισμού. Ο Τουρκικός ηγεμονισμός στην Ανατολική Μεσόγειο ανησυχεί και άλλες χώρες. Η Γαλλία, το Ισραήλ, η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι, μαζί με την Ελλάδα και την Κύπρο, ένας ισχυρός άξονας, που μπορεί να αντιπαρατεθεί και να αναχαιτίσει τον Τουρκικό επεκτατισμό. Η Ελλάδα όμως, όπως και η Κύπρος, που είναι στην πρώτη γραμμή του κινδύνου, πρέπει να πρωτοστατήσουν στην οργάνωση και ανάπτυξη αυτού του συνασπισμού, στέλνοντας μηνύματα αγωνιστικότητας, σταθερότητας και αποφασιστικότητας.

Στο κεφάλαιο όμως αυτό είναι έκδηλες και ανησυχητικές οι παραφωνίες και οι κακοφωνίες. Ένα παράδειγμα είναι η αιφνίδια μεταστροφή της κυβερνήσεως Μητσοτάκη στο θέμα του Αμυντικού Συμφώνου με τη Γαλλία. Ένα δεύτερο είναι η εξίσου αιφνίδια μεταστροφή της στο θέμα των Γαλλικών φρεγατών Belharra. Μετά από χρόνια συζητήσεων και διαπραγματεύσεων και οιωνεί συμφωνία, εμφανίσθηκαν ξαφνικά στο προσκήνιο οι Αμερικανικές φρεγάτες MMSC, οι οποίες είναι εντελώς ακατάλληλες για την αποστολή για την οποία τις θέλει το Πολεμικό Ναυτικό. Ελπίζω ότι θα υπερισχύσει τελικά ο στοιχειώδης νους και ο πατριωτισμός μπροστά στην ανάγκη, που επιτάσσει την καλύτερη δυνατή επιλογή για το Πολεμικό Ναυτικό, το οποίο έχει να επιτελέσει ένα πολύ δύσκολο έργο και να διαφυλάξει την κυριαρχία και τα Ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Οι εξοπλιστικές επιλογές δεν είναι άμοιρες πολιτικών επιλογών. Εάν μια χώρα επιλέγει την αντίσταση και τον αγώνα εναντίον κάθε επιβουλέως, επιλέγει και τα όπλα που αντιστοιχούν σε μια τέτοια πολιτική. Εάν, αντιθέτως, είναι έτοιμη να προβεί σε παραχωρήσεις και εμπνέεται από μια ενδοτική πολιτική, δεν θεωρεί αναγκαίους ορισμένους εξοπλισμούς αιχμής, αδρανεί και καταφεύγει σε διαμεσολαβήσεις του ξένου παράγοντα, που έχει τους δικούς του υπέρτερους στόχους και επιδιώξεις.

Η Ελλάδα συμμετέχει στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Η συμμετοχή της όμως αυτή δεν την καλύπτει έναντι της Τουρκίας, για τους γνωστούς λόγους. Πρέπει, επομένως, να μεριμνήσει η ίδια για την άμυνά της, με την ενίσχυση της αποτρεπτικής της δυνάμεως με διμερείς συμμαχίες και άλλες περιφερειακές συμμαχίες με τις χώρες που αναφέρθηκαν παραπάνω.

Με ανάλογη λογική θα έπρεπε να πολιτευθεί και η Κύπρος. Ακολουθώντας όμως επί χρόνια μια ανεδαφική πολιτική, με ευθύνη των δύο μεγάλων κομμάτων, του ΑΚΕΛ και του ΔΗΣΥ, και επιδιώκοντας δήθεν την «επανένωση» της Κύπρου, αντί την απελευθέρωση από την Τουρκική κατοχή, έφτασε σήμερα στο σημείο να θέτει σε άμεσο κίνδυνο και την ελεύθερη Κύπρο. Μετά την ωμή παρέμβαση Ερντογάν στις Τουρκοκυπριακές εκλογές, την ανάδειξη στην ηγεσία του εκλεκτού του, Τατάρ, και το προκλητικό άνοιγμα της κατεχόμενης Αμμοχώστου, η Κυπριακή κυβέρνηση έσπευσε να δεχθεί συμμετοχή σε νέα Πενταμερή. Για να συζητήσει ακριβώς τι; Την αποδοχή δύο κρατών, όπως αξιώνει η Τουρκική ηγεσία και η δρομολόγηση συνομοσπονδιακής «λύσεως» του Κυπριακού;

Ο κατήφορος των ηγεσιών των δύο κομμάτων, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, αλλά και του ίδιου του Προέδρου Αναστασιάδη προκαλεί τους χειρότερους φόβους για την Κύπρο. Το παράδοξο μάλιστα είναι ότι ο κίνδυνος περιαγωγής όλης της Κύπρου σε ενεργούμενο της Άγκυρας εκδηλώνεται όταν η θέση της Κύπρου είναι σήμερα τόσο ισχυρή, όσο δεν ήταν ποτέ. Έχει συμμάχους, εκτός από την Ελλάδα, τη Γαλλία, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Εμιράτα, που ακολουθούν ενεργητική αντι-Τουρκική πολιτική. Η επιφοβούμενη κατάρρευση συνδέεται με το εσωτερικό μέτωπο και τη σκανδαλώδη κυριαρχία σ’ αυτό της Βρετανικής επιρροής.

Η Ελλάδα δεν περιορίζεται μόνο στον ρόλο του παρατηρητή. Συμπράττει επιπλέον προς την ίδια κατεύθυνση. Συμφωνεί και αυτή σε Πενταμερή και προς έκπληξη των πάντων, ακόμη και του ίδιου του υπουργού Εξωτερικών, δέχθηκε επίσης να συμμετάσχει και η ίδια σε μια άλλη Διεθνή Πολυμερή Διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο. Τουρκική πρόταση που την αναδέχθηκε η Γερμανίδα Καγκελάριος και την έθεσε υπό την αιγίδα της η Ευρωπαϊκή Ένωση. Πολυμερής Διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο, η οποία θα συζητήσει τι; Τα Ελληνικά δικαιώματα στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ; Δεν προβλέπονται σαφώς από το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο;

Υπάρχουν και πολλά άλλα παραδείγματα που συνηγορούν στο ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο Ερντογάν. Είναι η ίδια η πολιτική των κυβερνώντων και το έλλειμμα σταθερής εθνικής και αποφασιστικής στρατηγικής. Γι’ αυτό η τροπή των εξελίξεων καθορίζεται από τις υπάρχουσες κάθε φορά προϋποθέσεις.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ