Ομογένεια και ομογενειακά Χριστούγεννα στο νότιο ημισφαίριο – Του Χρ. Θ. Μπότζιου

Ομογένεια και ομογενειακά Χριστούγεννα στο νότιο ημισφαίριο – Του Χρ. Θ. Μπότζιου


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Έντονα εορταστική είναι η ατμόσφαιρα τις ημέρες των Χριστουγέννων για όλους τους χριστιανούς και τείνει, για οικονομικούς – τουριστικούς λόγους, να επεκταθεί και στον υπόλοιπο, μη χριστιανικό κόσμο.

Η ελληνική και όλη η δυτική λογοτεχνία βρίθουν από περιγραφές και διηγήματα εμπνευσμένα από τη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, με αναφορές στην πίστη και τη βαθύτερη ηθική και πνευματική υπόσταση του ανθρώπου.

Τα Χριστούγεννα, σε αντίθεση με τη μυστηριακή και κατανυκτική ατμόσφαιρα της Μεγάλης Εβδομάδας, έχουν εορταστικό και χαρμόσυνο χαρακτήρα. Θρησκευτικά και παγανιστικά συναισθήματα αναμειγνύονται και δημιουργούν στους ανθρώπους αισθήματα ανάτασης, αισιοδοξίας και προσδοκίας. Αυτό το ανάμεικτο κλίμα συναισθημάτων γίνεται εντονότερο όσο κινούμαστε βορειότερα. Ο Αϊ-Βασίλης, φορτωμένος με δώρα, δεν έρχεται πλέον από την Καισάρεια, αλλά από τη Φινλανδία, σε άρμα που το σέρνουν τάρανδοι! Η γνωστή χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα με κρύο και χιόνι αλλάζει χρώμα και μορφή αν μετακινηθούμε αντίστροφα, προς το νότιο ημισφαίριο.

Στην Αυστραλία, όπου πέρασα τα πρώτα υπηρεσιακά μου χρόνια, η χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα ήταν ολότελα διαφορετική. Είναι καλοκαιρινή. Το κρύο και τα χιόνια υπάρχουν μόνο στη φαντασία και στις εικόνες από τις χώρες του Βορρά, που μεταδίδει η τηλεόραση.

Ο πολύς κόσμος, αντί να μαζεύεται γύρω από το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, προτιμάει τις ακρογιαλιές, ενώ δεν λείπουν και εκείνοι που μπήγουν στην αμμουδιά ένα κλωνί που συμβολίζει το χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Οι καλοκαιρινές συνθήκες του νότιου ημισφαίριου ουδόλως επηρέαζαν τους ομογενείς της Αυστραλίας όσον αφορά την τήρηση των χριστουγεννιάτικων παραδόσεων που έχουν σχέση με την πατρίδα, είτε τις είχαν ζήσει οι ίδιοι είτε τις είχαν κληρονομήσει από το οικογενειακό περιβάλλον. Κατέκλυζαν τις Εκκλησίες για να παρακολουθήσουν τη Θεία Λειτουργία, που εξακολουθούσε να γίνεται στα ελληνικά.

Πόσοι όμως είναι οι ομογενείς και ποια είναι η σύνθεση της ομογένειας της Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας;

Ο συνολικός αριθμός υπολογίζεται στο μισό εκατομμύριο περίπου και ήδη πολλοί εισέρχονται στο στάδιο της τρίτης προς την τέταρτη γενιά. Χρονολογικά ξεχωρίζουν οι μετανάστες της προπολεμικής εποχής, που ως επί το πλείστον κατάγο­νται από τα νησιά του Νότιου Αιγαίου, κυρίως το Καστελλόριζο, την Κάρπαθο, την Κάσο και το Τσιρίγο (Κύθηρα), και οι Μικρασιάτες. Οι μεταπολεμικοί είναι όσοι εγκατέλειψαν την Ελλάδα εξαιτίας των ιδεολογικών διακρίσεων που υφίσταντο, συνεπεία του εμφυλίου πολέμου, και οι Αιγυπτιώτες, που αναγκάσθηκαν να μεταναστεύσουν μετά τις εθνικοποιήσεις του νασερικού καθεστώτος.

Οι προπολεμικοί μετανάστες ήταν προσκολλημένοι γύρω από την Εκκλησία, ευνοούσαν και αποδέχονταν την έννοια της ενορίας-κοινότητας. Οι μεταπολεμικοί, χωρίς να αρνούνται τον ρόλο και τη σημασία της Εκκλησίας για τον Ελληνισμό, προτάσσανε την κοινότητα αντί της εκκλησιαστικής ενορίας. Ήταν μια διαμάχη ιδεολογικού και όχι διχαστικού χαρακτήρα. Παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι είναι ήδη τρίτης προς την τέταρτη γενιά, διατηρούν την ελληνικότητα –θρησκεία, γλώσσα και συνείδηση– σε μεγάλο βαθμό.

Μέγιστος στη διατήρηση των δεσμών με την πατρίδα καταγωγής ο ρόλος της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας, που γεφυρώνει τις αναπόφευκτες διαφορές μεταξύ των προπολεμικών και μεταπολεμικών μεταναστών.

Θετικό ρόλο στην άμβλυνση των διαφορετικών αντιλήψεων, ενορίας – κοινότητας και κοινότητας – ενορίας, έπαιξε η σώφρων στάση που είχε τηρήσει ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Ιεζεκιήλ, που αντιμετώπιζε τις διαφορετικές αντιλήψεις με υπομονή, όπως είχε πράξει και ο τότε Αμερικής Ιάκωβος, ο οποίος όταν του παραπονούνταν ότι οι Ελλαδικοί δεν πήγαιναν στην Εκκλησία, απαντούσε ότι αυτό δεν τον πολύ πείραζε.

Και τούτο επειδή, όπως έλεγε, ήταν βέβαιος ότι τα παιδιά τους θα συμπεριφέρονταν διαφορετικά! Η πραγματικότητα εξακολουθεί να τον δικαιώνει. Πιθανότατα οι ομογενείς της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας, υποθέτω και της Νότιας Λατινικής Αμερικής, θα διατηρήσουν την ελληνικότητά τους επί μακρόν.

Οι λόγοι πολλοί και σημαντικοί. Θα τους συνόψιζα σε μία φράση που είχε πει ο Βασίλης Βασιλικός, απευθυνόμενος στο ομογενειακό ακροατήριο, σε εκδήλωση στο Σαν Φρανσίσκο προς τιμήν του Οδυσσέα Ελύτη, που είχε τότε πρόσφατα τιμηθεί με το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας. Συγκεκριμένα, τόνισε ότι έπρεπε να είναι περήφανοι γιατί «κατάγονταν από μεγάλη γενιά». Αυτό το συναίσθημα, όπως το διατύπωσε ο μεγάλος σύγχρονος συγγραφέας, και η αντίστοιχη συνείδηση συμβάλλουν αποφασιστικά στη διατήρηση της ελληνικότητας, παρά το γεγονός ότι βιολογικά οι γενιές συνεχώς απομακρύνονται από τη γη των προγόνων τους.

Το μειονέκτημα για τους ομογενείς του νότιου ημισφαιρίου σε σύγκριση με εκείνους του βόρειου, ειδικότερα των ΗΠΑ και του Καναδά, είναι η διαφορετικότητα των εποχών.

Το καλοκαίρι για το βόρειο είναι χειμώνας για το νότιο. Οι διαφορετικές εποχικές και κλιματικές συνθήκες δυσκολεύουν τους ομογενείς του νότιου ημισφαίριου να επισκεφθούν την Ελλάδα και τις ιδιαίτερες πατρίδες τους.

Πολύ λίγοι έχουν την ευχέρεια να αφήνουν τις δουλειές τους τη χειμερινή για αυτούς περίοδο για να επισκεφτούν την Ελλάδα την καλοκαιρινή σεζόν. Στη διατήρηση της ελληνικότητας πλεονεκτούν έναντι των Ελληνοαμερικανών διότι δεν υφίστανται την αφομοιωτική λαίλαπα της αμερικανικής πραγματικότητας.

Η αυστραλιανή κοινωνία δεν απαιτεί από τους μετανάστες ταχεία πολιτιστική ένταξη στη νέα τους πατρίδα. Δεν υφίστανται την ίδια ηθική πίεση με εκείνη που υφίστανται οι Ελληνοαμερικανοί για προβολή της νέας πολιτικής – πολιτιστικής ταυτότητάς τους.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών ασφαλώς γνωρίζουν αυτές τις διαφορές του Ελληνισμού της Διασποράς και οπωσδήποτε τις ιδιαιτερότητες κάθε ηπείρου χωριστά. Δεν υπάρχει γωνία της Γης που δεν θα συναντήσεις Έλληνα ή πολίτη ελληνικής καταγωγής. Στις ΗΠΑ η διάκριση των ομογενών δεν περιορίζεται μόνο στον οικονομικό τομέα αλλά και στην πολιτική ζωή.

Στον επιστημονικό τομέα κατατάσσονται δεύτεροι, μετά τους εβραϊκής καταγωγής, ενώ οι περισσότεροι είναι μεγαλωμένοι και σπουδασμένοι στην Ελλάδα. Η πανδημία του κορονοϊού που πλήττει τον πλανήτη ανάγκασε χιλιάδες νέους, κυριότατα αποφοίτους της Ιατρικής, να μεταναστεύσουν σε χώρες της Ευρώπης αλλά και σε άλλες ηπείρους. Και όχι γιατί εμάς τους Έλληνες μας διακατέχει το πνεύμα του Οδυσσέα, αλλά από ανά­γκη για επιβίωση.

Η σκέψη των Ελλήνων θα είναι πάντα κοντά στους ομογενείς, ανεξαρτήτως γενιάς. Μαζί με την ευχή να μην αναγκαστεί κανείς στο μέλλον να εγκαταλείψει την πατρώα γη, κυρίως από ανάγκη επιβίωσης, όπως πονετικά και παραστατικά εκφράζεται από τους στίχους ενός λαϊκού τραγουδιού που λέει «όταν ζεις χωρίς ελπίδα, όπου γης είναι πατρίδα».

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτο: pixabay


Σχολιάστε εδώ