Χριστούγεννα χωρίς οικογένεια – Του Σπ. Καρακίτσου
Του
ΣΠΥΡΟΥ ΚΑΡΑΚΙΤΣΟΥ
Προέδρου Ομοσπονδίας
Σωφρονιστικών Υπαλλήλων Ελλάδος (ΟΣΥΕ)
Τέτοιες χριστουγεννιάτικες και εορταστικές ημέρες, πολλοί συνάνθρωποί μας θα βρεθούν μακριά από την οικογένειά τους, την/τον σύντροφό τους, μακριά από τα παιδιά, μακριά από τη μάνα ή τον πατέρα, από τον παππού ή τη γιαγιά, ακόμα πιο δύσκολα, αν είναι μακριά από μία μονογονεϊκή οικογένεια. Μπορεί να είναι εργαζόμενοι, ναυτικοί, αστυνομικοί, πυροσβέστες ή μπορεί πάλι να μην είναι εργαζόμενοι, να είναι, ας πούμε, μετανάστες ή να είναι άρρωστοι σε κάποιο νοσοκομείο.
Την ημέρα των Χριστουγέννων και των εορτών τα Μέσα Ενημέρωσης συνήθως μνημονεύουν όσους είναι μακριά από την οικογένεια, κάνουν απευθείας συνδέσεις με ναυτικούς ή γιατρούς, για να δείξουν στους υπολοίπους που είμαστε σπίτια μας, με τις οικογένειές μας, ότι αυτοί στερούνται την οικογενειακή αυτή γιορτή και τη θαλπωρή της εστίας. Μάλλον για το κοινό καλό, για την υπόλοιπη κοινωνία.
Υπάρχουν όμως και κάποιοι, οι οποίοι στο συλλογικό υποσυνείδητο της κοινωνίας είναι μάλλον αόρατοι ή κάνουμε ότι δεν υπάρχουν. Λίγοι τους θυμούνται και λίγοι τους μνημονεύουν. Είναι οι έγκλειστοι των φυλακών. Συγκροτούν ένα ιδιότυπο κοινωνικό υποσύνολο και καταπώς έλεγε και ο Ντοστογιέφσκι «ο πολιτισμός μιας χώρας φαίνεται από το επίπεδο διαβίωσης των φυλακισμένων». Προσωπικά, ο πιο δόκιμος όρος που έχω ακούσει είναι «η κοινωνία των εγκλείστων».
Έχω την εντύπωση ότι φέτος θα είναι τα πιο δύσκολα Χριστούγεννα και οι πιο μοναχικές γιορτές των τελευταίων ετών, όχι μόνο για την ευρύτερη κοινωνία, που τη μαστίζει η ανεργία και τα κλειστά μαγαζιά, αλλά κυρίως για αυτούς που ζουν και εργάζονται μέσα σε κλειστές δομές. Γηροκομεία, ιδρύματα, φυλακές κ.λπ.
Και αν για εμάς φαντάζει δύσκολο να μείνουμε σπίτι μας, χωρίς ρεβεγιόν, χωρίς επισκέψεις, χωρίς κοινωνικές συναναστροφές, χωρίς βόλτες, χωρίς ψώνια, τότε ίσως αξίζει να σκεφτούμε πώς είναι οι γιορτές χωρίς επισκέψεις, χωρίς σπίτι, χωρίς οικογένεια και σε συνθήκες στέρησης ελευθερίας, σε συνθήκες εγκλεισμού.
Δύο εικόνες περιγράφουν γλαφυρά τη σκληρή φετινή πραγματικότητα στις φυλακές:
Εικόνα πρώτη: Σωφρονιστικός υπάλληλος, φύλακας στα καθήκοντα, φεύγει από το σπίτι του σε νησί για να πάει για κυλιόμενες βάρδιες σε κλειστή φυλακή. Έφυγε την περασμένη Δευτέρα και θα γυρίσει την επόμενη βδομάδα. Τα δύο μωρά παιδιά στέκονται και τον κοιτάνε δακρυσμένα γιατί δεν θα είναι μαζί τους τα Χριστούγεννα, για να τους δώσει δώρα, να τα αγκαλιάσει και να τα φιλήσει. Μακριά από το σπίτι. Χριστούγεννα χωρίς την οικογένεια.
Εικόνα δεύτερη: Μία ημέρα μετά, ο παραπάνω σωφρονιστικός υπάλληλος περνάει δίπλα από κρατούμενο μιας περιφερειακής επαρχιακής φυλακής, ο οποίος είναι στο καρτοτηλέφωνο στον διάδρομο της πτέρυγας και σιγοκλαίει. Ο υπάλληλος τον ρωτάει τι έχει και αυτός του απαντάει: «Φέτος τα Χριστούγεννα, ούτε καν θα τα δω». Τα επισκεπτήρια στις φυλακές έχουν απαγορευτεί, λόγω της πανδημίας και των μέτρων. Όπως επίσης και τα περισσότερα εισερχόμενα είδη, ρουχισμού και τροφίμων. Χριστούγεννα στη φυλακή, μακριά από όλους.
Παράλληλοι μονόλογοι του ίδιου έργου. Πιθανόν τραγωδίας. Προσωπικά τείνω πλέον να πιστέψω ότι τίποτα δεν είναι ωραίο τα Χριστούγεννα στη φυλακή. Ούτε τα πλαστικά δέντρα, ούτε τα χρωματιστά φώτα, ούτε οι ψευτοευχές που μοιράζουν δεξιά και αριστερά (με την πολιτική έννοια) οι κάθε λογής πολιτικοί και πολιτικάντηδες.
Το βράδυ των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, περίπου τα μεσάνυχτα, οι λιγοστοί συνάδελφοι που εργάζονται στην πρώτη νυχτερινή βάρδια θα ανοίξουν όλες τις πόρτες των κελιών και των θαλάμων, σε όλες τις φυλακές της Χώρας. Για να πάρουν τηλέφωνα οι κρατούμενοι τις οικογένειές τους, τους φίλους τους κ.λπ. Ανοίγουν για να ανταλλάξουν ευχές. Κανένας δεν λέει χρόνια πολλά. Ατύπως απαγορεύεται. Μόνο χρόνια καλά. Τα πολλά χρόνια μέσα στη φυλακή δεν τα θέλει κανένας, ούτε οι εργαζόμενοι ούτε οι κρατούμενοι.
Μετά από ώρα και με πολύ μεγάλη δυσκολία και επιμονή προσπάθεια των σωφρονιστικών υπαλλήλων τα κελιά θα κλείσουν και πάλι. Οι κρατούμενοι θα επιστρέψουν και οι λιγοστοί εργαζόμενοι θα καθίσουν στα πόστα τους. Και δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια αυτήν την εκκωφαντική σιγή μετά από τόση φασαρία. Μόνο ο ποιητής, ο μέγας Ρίτσος, που μάλλον την είχε ζήσει, την αναφέρει: «Τότε τα κελιά γίνονται πιο στενά και πρέπει να σκεφτείς το φως σε έναν κάμπο με στάχυα».
Είτε σε καιρούς πανδημίας είτε σε καιρούς επίπλαστης ευημερίας, όλοι κάποια στιγμή περνάμε από αυτά τα στενά προσωπικά κελιά. Τα Χριστούγεννα και το νέο έτος μπορούν να αποτελέσουν τον σπινθήρα που αναζητούμε. Ο καθένας για διαφορετικό λόγο.
Εύχομαι ολόψυχα Καλά και Άγια Χριστούγεννα και με υγεία το νέο έτος σε όλους, αλλά κυρίως στους συναδέλφους μου στις φυλακές αλλά και στους κρατούμενους των φυλακών της χώρας.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ