Και τώρα φουλ για διάλογο στο γήπεδο που έστρωσαν Ερντογάν και Βερολίνο

Και τώρα φουλ για διάλογο στο γήπεδο που έστρωσαν Ερντογάν και Βερολίνο

-Οι παγίδες που στήνει η Άγκυρα – Η ζημιά από την άρνηση της Αθήνας να οριοθετήσει ΑΟΖ με την Κύπρο

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Μόνος στο γήπεδο έχει μείνει ο Ταγίπ Ερντογάν, βάζοντας και τους κανόνες του παιχνιδιού, καθώς η Αθήνα, μετά την αποτυχία στη Σύνοδο Κορυφής, αναζητά απλώς τρόπους επικοινωνιακής διαχείρισης της κατάστασης, ενώ η Τουρκία, με την πλάτη και των Ευρωπαίων, εν αναμονή και της ανάληψης των καθηκόντων της κυβέρνησης Μπάιντεν, στήνει το τραπέζι του διαλόγου για το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Η εκκωφαντική άρνηση των εταίρων και της Κομισιόν να αποφασίσουν κυρώσεις για την παραβίαση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων δεν ήταν τόσο αθώα, καθώς σύμφωνα με δημοσιεύματα, που δεν διαψεύσθηκαν, υποστηρίχθηκε ότι η Ελλάδα δεν δικαιούται να ζητά τέτοια μέτρα, καθώς η περιοχή δεν είναι ελληνική υφαλοκρηπίδα, μιας και δεν έχει οριοθετηθεί, και αυτό αναδεικνύει ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα. Ότι δεν αρκεί να υποστηρίζει η Ελλάδα ποια είναι και μέχρι πού φθάνουν τα κυριαρχικά δικαιώματά της, αλλά θα πρέπει να παίρνει και όλα τα μέτρα για τη διασφάλισή τους. Εάν η Ελλάδα είχε επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ν.μ. και είχε προχωρήσει σε οριοθέτηση της ΑΟΖ της με την Κύπρο, σήμερα θα μπορούσε όχι μόνο να προσφύγει στο ΣΑ του ΟΗΕ, αλλά δεν θα μπορούσε και κανένας γραφειοκράτης της Κομισιόν να αναβάλει τη συζήτηση περί κυρώσεων με το επιχείρημα της μη οριοθετημένης υφαλοκρηπίδας.

Και εάν πράγματι υπήρχαν φόβοι ότι εάν γινόταν αυτή η οριοθέτηση μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου η Τουρκία θα έσπευδε να την παραβιάσει, ποια είναι τελικά η διαφορά σήμερα, που η Τουρκία και παραβιάζει τις περιοχές αυτές και η Ελλάδα δεν μπορεί να αντιδράσει εμπράκτως, αφού θα κατηγορηθεί ότι παρεμβαίνει σε μη οριοθετημένη περιοχή… Και αυτό δείχνει πόσο λανθασμένα συμβούλευσαν ορισμένοι τον πρωθυπουργό το φθινόπωρο, όταν σε άρθρο του σε ξένη εφημερίδα είχε αναφερθεί σε «διεκδικούμενη, μη οριοθετημένη υφαλοκρηπίδα»…

Οι εξελίξεις στη Σύνοδο Κορυφής και η μεταστροφή ακόμη και του Εμανουέλ Μακρόν για το θέμα των κυρώσεων στην Τουρκία έπρεπε να είχαν σημάνει συναγερμό στην Αθήνα. Όμως η κυβέρνηση απλώς κατανάλωσε τον χρόνο της, θέλο­ντας αρχικά να επιδείξει πόσο μεγάλη… επιτυχία ήταν το «ένα βήμα μπροστά», για να αρχίσει τις επόμενες ημέρες να τα μαζεύει και να ασκεί κριτική στην απρόθυμη ΕΕ…

Χαμπάρι δεν πήρε η Αθήνα;
Η Αθήνα δείχνει αδυναμία πλέον ακόμα και στο διάβασμα των πραγματικών γεγονότων. Δεν εκτίμησε σωστά την τηλεφωνική επικοινωνία –λίγο πριν από τη Σύνοδο Κορυφής– του Μεβλούτ Τσαβούσογλου με τον γάλλο ομόλογό του, Λε Ντριάν, από όπου ξεκίνησε, όπως φαίνεται, το μαλάκωμα της γαλλικής στάσης.

Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι ο κ. Τσαβούσογλου, σε συνέντευξή του την Πέμπτη, αποκάλυψε ότι συμφώνησαν με τον γάλλο ΥΠΕΞ να αρχίσουν συναντήσεις διπλωματών για να καθορίσουν οδικό χάρτη για αποκατάσταση των σχέσεων, με την τουρκική πλευρά να θέτει ως μοναδικό όρο την αποκατάσταση των σχέσεων, χωρίς προσβολές, εκεί που ήταν πριν από την τουρκική παρέμβαση στη Συρία. Ο κ. Τσαβούσογλου ακόμη αποκάλυψε ότι παραμονές της Συνόδου Κορυφής ο γάλλος ΥΠΕΞ του είπε «να αφήσουμε όλοι τις εκατέρωθεν δηλώσεις», δίνοντας έτσι στίγμα για διάθεση αποκλιμάκωσης και αλλαγής της γαλλικής στάσης.

Του έδωσαν και μερικά δισεκατομμύρια από πάνω
Ένα άλλο μήνυμα, μάλλον παρεξηγήσιμο, είναι ότι την Πέμπτη απελευθερώθηκαν μερικά ακόμη δισεκατομμύρια ευρώ βοήθεια προς την Τουρκία για την αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού – Προσφυγικού, από τα κεφάλαια που είχε υποσχεθεί να δώσει η ΕΕ το 2016. Έπειτα από μήνες αντιπαραθέσεων για τα κονδύλια αυτά, η ΕΕ εμφανίζεται να μοιράζει ευρώ στην κυβέρνηση Ερντογάν, αντί να επιβάλλει κυρώσεις.

Το ερώτημα πλέον όμως δεν είναι αν έχασε η Ελλάδα στη Σύνοδο Κορυφής, αλλά πώς θα διαχειρισθεί τη δύσκολη κατάσταση το επόμενο, κρίσιμο διάστημα.

Είναι προφανές ότι η Τουρκία θα πιέζει καθημερινά είτε με δηλώσεις είτε με απευθείας επαφές με παράγοντες της ΕΕ και της Ουάσινγκτον, δηλώνοντας ότι αυτή είναι έτοιμη για διάλογο και η Ελλάδα είναι η πλευρά που απορρίπτει την πρόταση να καθίσει στο τραπέζι. Αυτή η επικοινωνιακή καμπάνια της Τουρκίας θα έχει σαν πρώτο αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της ελληνικής πίεσης για έ­γκριση μέτρων και κυρώσεων, που ακόμη και αν δεν επιβληθούν αυτόματα θα λειτουργούν αποτρεπτικά για την Τουρκία.

Η Ελλάδα, όπως και παλιότερα, θα έχει να αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες προκειμένου να εξηγήσει πόσο παραπλανητικές είναι αυτές οι δηλώσεις της Τουρκίας και ότι ο διάλογος συνίσταται σε προσπάθεια αποδοχής, εκ των προτέρων μάλιστα, των τουρκικών διεκδικήσεων.

Οι διερευνητικές, όταν ξεκινήσουν, εφόσον η Τουρκία δεν στείλει και πάλι τα ερευνητικά της στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, θα δώσουν την ευκαιρία να διαπιστωθεί για μία ακόμη φορά το πόσο διευρύνεται το χάσμα μεταξύ των θέσεων των δύο πλευρών.

Οι δύο επόμενες κινήσεις της Τουρκίας
Όμως δύο θέματα θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμα. Η Τουρκία έχει επιλέξει να βάλει στην κορυφή της ατζέντας το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών. Θεωρεί ότι η Ελλάδα δεν έχει ισχυρή επιχειρηματολογία και ότι έτσι θα αλλάξει η εικόνα που υπάρχει μέχρι τώρα, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο.

Η Ελλάδα πρέπει να απαντήσει πειστικά στο ζήτημα αυτό και τα επιχειρήματα είναι πολλά και γνωστά.
Πρώτο εξ αυτών, η ύπαρξη casus belli –ψηφισμένου μάλιστα από την Τουρκική Βουλή– για την άσκηση ενός νόμιμου δικαιώματος της χώρας. Αλλά και οι διαρκείς, απειλητικές δηλώσεις αμφισβήτησης όχι μόνο θαλασσίων ζωνών αλλά και ελληνικής κυριαρχίας, ακόμη και κατοικημένων νησίδων, που καθιστούν υποχρεωτικό και επιβεβλημένο τον εξοπλισμό των νησιών. Απέναντι μάλιστα σε ένα καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης που αφορούσε άλλες εποχές, άλλους λόγους και δεν έχει νόημα φυσικά όταν η χώρα είναι και μέλος του ΝΑΤΟ.

Το άλλο θέμα είναι η περίφημη Διάσκεψη της Ανατολικής Μεσογείου, την οποία πρότεινε πρώτος ο κ. Ερντογάν, έσπευσε να υιοθετήσει ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και προσυπέγραψε στις δύο τελευταίες Συνόδους Κορυφής ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Όσο κι αν ακούγεται εύλογη μια τέτοια πρόταση για κάποιον τρίτο, είναι προφανής η στόχευση του Ταγίπ Ερ­ντογάν. Θέλει αυτήν τη Διάσκεψη για να επιβάλει την παρουσία των Τουρκοκυπρίων και του ψευδοκράτους, πετυχαίνοντας έτσι αυτομάτως την απονομιμοποίηση όλων των συμφωνιών της Κυπριακής Δημοκρατίας για θαλάσσιες ζώνες και τις αποφάσεις για την αξιοποίησή τους.

Θέλει, επίσης, μέσα από αυτήν τη Διάσκεψη, να παρακάμψει τις αρχές και τις προβλέψεις του Δίκαιου της Θάλασσας για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, ώστε η συζήτηση να στραφεί στην «ισότιμη» εκμετάλλευση των πόρων της Ανατολικής Μεσογείου, που προφανώς δεν θα γίνει βάσει νόμιμων οριοθετήσεων, αλλά με μοιρασιά του φυσικού αερίου βάσει του νόμου του ισχυρού. Και αυτό το επιθυμεί μάλιστα πολύ περισσότερο όταν μέχρι στιγμής τα διαπιστωμένα κοιτάσματα είναι στις οριοθετημένες ήδη ΑΟΖ της Κύπρου, του Ισραήλ και της Αιγύπτου.

Η Αθήνα δεν πρέπει να επαναπαύεται πλέον, αλλά πρέπει αμέσως να ξεκινήσει μια καμπάνια ενημέρωσης ξένων κυβερνήσεων, εταίρων και συμμάχων. Επιπλέον, πρέπει να υιοθετήσει μια επιθετική επικοινωνιακή τακτική, ώστε να αντιμετωπισθεί ο ορυμαγδός των παραπλανητικών δηλώσεων της τουρκικής ηγεσίας, να γίνει ξεκάθαρο το επόμενο διάστημα υπό ποιους όρους και με ποιο αντικείμενο είναι δυνατόν να ξεκινήσει ένας ελληνοτουρκικός διάλογος και να αποφευχθούν έστω και την τελευταία στιγμή οι παγίδες που στήνονται…

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: aa.com.tr/en


Σχολιάστε εδώ