Η ΝΥΧΤΑ ΤΩΝ ΒΡΙΚΟΛΑΚΩΝ, ΜΑΣ ΣΚΑΒΟΥΝ ΤΟΝ ΛΑΚΚΟΝ
Μιά νύχτα στόν παράδεισο
μιά νύχτα όλο πάθος
γλένταγαν οι κακόμοιροι
καί πέσανε στό βάθος,
•••
τώρα ποιός τούς επέταξε
δέν γνώριζε κανένας
μόνο τό βάθος γνώριζαν
πού λέγεται πυθμένας,
•••
κοιτάζανε τόν ουρανό
μήπως καί μάθουν κάτι
ποιός τούς εβύθισε, γιατί
ποιός είχε τό γινάτι,
•••
τά χρόνια φεύγανε σωρό
κι οι πάντες στό σκοτάδι
καί ο βυθός ομοίαζε
λές κι ήτανε στόν Άδη,
•••
αιώνες πιά αμέτρητοι
αμέτρητα τά χρόνια
καί η ζωή τους πέρναγε
μέ κεραυνούς καί χιόνια,
•••
ήρθαν παιδιά αλλόκοτα
γερνούσανε οι πάντες
και ο βοριάς ώς Αρχηγός
μαζί καί ο λεβάντες,
•••
μούχλιασαν οι μαντρότοιχοι
σάπισαν οι σανίδες
τά άστρα αφανίστηκαν
χάθηκαν οι ελπίδες,
•••
ολίγα ανθρωπάρια
στήν είσοδο τού τάφου
ζούσαν μιάν άνετη ζωή
λές, κινηματογράφου,
•••
όπως λοιπόν στό σινεμά
το ψέμα κι η αλήθεια
έγινε τό Ιστόρημα
ιστορική συνήθεια,
•••
τό δίκιο αφανίστηκε
πήρε τήν κάτω βόλτα
καί η ζωή ομοίαζε
ταινία… τού Τραβόλτα,
•••
οι εκκλησιές μουρλάθηκαν
τά πάντα γίναν στάχτη
καί οι κλεισμένοι στόν βυθό
πάνω τους είχαν φράχτη,
(…)
Ζωή, δέν είσαι πιά ζωή
είσαι μία κατάρα.
ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ Τ’ ΑΦΕΝΤΙΚΑ
ΚΙ ΕΜΕΙΣ, ΛΑΕ, ΤΑ ΚΑΡΑ.
………………………………………
Γιά ό,τι έγραψα καί ίσως διαβάσατε,
είναι ένα χλιαρό όνειρο
πού λέγεται αγανάκτηση.
Μήν τό πάρετε στά σοβαρά,
τά όνειρα ίσως βγαίνουν κάποτε αληθινά.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Απολαύστε περισσότερο Φιοράντε ΕΔΩ