Θ. Καπέτη στο “Π”: Ποιος φταίει για την κατάσταση στη Θεσσαλονίκη;
Της
ΘΕΑΝΩΣ ΚΑΠΕΤΗ
Μέλους της Γραμματείας της ΚΕ του ΚΚΕ
Το δεύτερο κύμα πανδημίας ήταν πολύ πιο ισχυρό στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας. Σε αυτό συνέβαλε μια σειρά από παράγοντες, όπως το άνοιγμα του τουρισμού με πρωτόκολλα-«λάστιχο» και η ύπαρξη περιοχών με μεγάλη τουριστική κίνηση, όπως η Χαλκιδική και η Πιερία.
Επίσης, η μεγάλη αγροτική δραστηριότητα με τους χιλιάδες εργάτες γης, που ήρθαν από τις γειτονικές χώρες χωρίς κανέναν έλεγχο, και ο μεγάλος αριθμός εποχικών μονάδων μεταποίησης, που λειτουργούσαν χωρίς ουσιαστικά μέτρα προστασίας των εργαζόμενων, οι άθλιες συνθήκες στον ΟΑΣΘ και άλλα προβλήματα, που υπάρχουν σε όλη τη χώρα, όπως η κατάσταση στα σχολεία, οι ελλείψεις ουσιαστικών μέτρων προστασίας στους μεγάλους χώρους δουλειάς κ.λπ.
Το δεύτερο κύμα της πανδημίας βρήκε τη Θεσσαλονίκη απροετοίμαστη! Το δημόσιο σύστημα υγείας δεν ενισχύθηκε όπως θα έπρεπε, με μαζικές προσλήψεις προσωπικού, με ενίσχυση των κλινών ΜΕΘ, με το άνοιγμα των νοσοκομείων που έκλεισαν οι διάφορες κυβερνήσεις τα προηγούμενα χρόνια, όπως το Λοιμωδών και το Νοσοκομείο «Παναγία», ώστε να είναι προετοιμασμένο για αυτό το δεύτερο κύμα της πανδημίας, που ήταν δεδομένο ότι θα έρθει.
Οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι τεράστιες και όσο και αν προσπαθεί, δεν μπορεί να τις κρύψει πίσω από το επιχείρημα της ατομικής ευθύνης και της δήθεν χαλαρότητας των κατοίκων της Θεσσαλονίκης.
Είναι χαρακτηριστική η στάση με την επίταξη του ιδιωτικού τομέα. Η κυβέρνηση, αντί να επιτάξει ιδιωτικές κλινικές για να νοσηλεύσουν κρούσματα και να διαθέσουν ΜΕΘ, προχώρησε σε μετατροπή όλων σχεδόν των κλινικών των δημόσιων νοσοκομείων σε κλινικές μίας νόσου, καταργώντας κάθε άλλη υπηρεσία υγείας, και έδωσε εντολή να αναπτυχθούν ΜΕΘ δίχως τις ανάλογες προσλήψεις εξειδικευμένου προσωπικού.
Το αποτέλεσμα είναι να αυξάνεται η γενική νοσηρότητα του πληθυσμού, λόγω της αναστολής θεραπειών ακόμα και για σοβαρές ασθένειες, να έχει εντατικοποιηθεί η εργασία των γιατρών και νοσηλευτών σε βαθμό που –εκτός από τη δική τους υγεία– τίθεται σε κίνδυνο και η ασφάλεια των ασθενών και να αυξάνεται κατακόρυφα η διασπορά μέσα στα νοσοκομεία.
H δήθεν επίταξη στην οποία προχώρησε η κυβέρνηση αποτέλεσε παζάρεμα με τους κλινικάρχες, για να βρουν τη φόρμουλα να αποκομίσουν περισσότερα έσοδα. Αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης με αυτό το κριτήριο ήταν αφενός η μετακίνηση προσωπικού από το ΕΣΥ για να συνδράμει στις ιδιωτικές κλινικές και αφετέρου η επιλογή δομών που δεν πληρούν τις προδιαγραφές για να νοσηλεύσουν κρούσματα.
Πώς, άραγε, μπορεί να εξηγήσει η κυβέρνηση το γεγονός ότι –εν μέσω πανδημίας– στον προϋπολογισμό για το 2021 έκοψε 600 εκατ. από το δημόσιο σύστημα υγείας;
Η κυβέρνηση δεν μπορεί να λέει ότι δεν γνώριζε. Οι φορείς των υγειονομικών αλλά και σωματεία άλλων κλάδων από την αρχή της πανδημίας είχαν τονίσει επανειλημμένα τα προβλήματα και απαιτούσαν μέτρα για το ξεπέρασμά τους.
Η δήθεν αντιπαράθεση κυβέρνησης και αυτοδιοικητικών είναι υποκριτική και στοχεύει στον εγκλωβισμό του λαού. Τόσο η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας όσο και οι διάφοροι δήμαρχοι της περιοχής κινήθηκαν στην επικίνδυνη κυβερνητική γραμμή της ατομικής ευθύνης, που άφησε αθωράκιστο το δημόσιο σύστημα υγείας, δεν στήριξαν τα δίκαια αιτήματα των υγειονομικών της περιοχής, δεν διεκδίκησαν ενίσχυση και αξιοποίηση των υπηρεσιών τους για ελέγχους σε μεγάλους χώρους δουλειάς και δομές πρόνοιας, συνέβαλαν στη διαμόρφωση της στρεβλής εικόνας, σύμφωνα με την οποία ο τουρισμός άνοιξε χωρίς προβλήματα.
Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ συμπεριφέρεται σαν να μην κυβέρνησε πέντε χρόνια. Ζητά προσλήψεις, όταν, με δική του ευθύνη, παγιώθηκαν οι ελαστικές σχέσεις εργασίας στο ΕΣΥ και διατηρήθηκαν τα ίδια δραματικά κενά σε οργανικές θέσεις. Μιλά για επίταξη ιδιωτικών κλινικών, αλλά συμφωνεί με τις παχυλές αποζημιώσεις στους κλινικάρχες, ψηφίζοντας μάλιστα τη σχετική τροπολογία της κυβέρνησης μαζί με το ΚΙΝΑΛ. Κάνει κριτική για τη μείωση του προϋπολογισμού όταν η κυβέρνησή του πετσόκοψε συνολικά 860 εκατ. ευρώ από την Υγεία.
Είναι σίγουρο ότι η πανδημία δεν έχει τελειώσει. Η συζήτηση για ένα επόμενο κύμα, ακόμα πιο ισχυρό, κερδίζει έδαφος στη δημόσια συζήτηση. Η κυβέρνηση πρέπει ακόμα και τώρα να πάρει όλα τα μέτρα που θα διασφαλίσουν την υγεία του λαού, να προχωρήσει σε μαζικές, μόνιμες προσλήψεις όλου του αναγκαίου υγειονομικού προσωπικού, στη μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων που δουλεύουν στα νοσοκομεία, στην επίταξη του ιδιωτικού τομέα, με βάση τις ανάγκες τις πανδημίας και όχι το πώς θα φουσκώσει περισσότερο η τσέπη των κλινικαρχών, στην ενίσχυση του δημόσιου συστήματος με κλίνες ΜΕΘ, στη διεξαγωγή μαζικών, προληπτικών τεστ και την ιχνηλάτηση. Να πάρει όλα τα ουσιαστικά μέτρα προστασίας των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ