Αλλοτρίωση της χώρας με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και σύμπραξη των ελληνικών κυβερνήσεων – Ανάλυση του Π. Νεάρχου

Αλλοτρίωση της χώρας με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και σύμπραξη των ελληνικών κυβερνήσεων – Ανάλυση του Π. Νεάρχου

«Και της χώρας μετάστασις εξ οικείας επ’ αλλοτρίαν γιγνομένη»
Πλάτων («Τίμαιος»)


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Η πρόσφατη αποκάλυψη της εφημερίδας «Εστία», βασιζόμενη σε απόρρητες εκτιμήσεις της Αστυνομίας, ότι οι αλλοδαποί, νόμιμοι και παράνομοι, αντιπροσωπεύουν το 25% του πληθυσμού των Αθηνών, πρέπει να προβληματίσει βαθιά όλους. Πού πηγαίνει η Ελλάδα με την πολιτική αυτή;

Πώς είναι δυνατόν να συμπράττουν οι Ελληνικές κυβερνήσεις σε μια τέτοια αντικατάσταση πληθυσμού, πίσω κυριολεκτικά από την πλάτη του Ελληνικού λαού, συσκοτίζοντας με κάθε τρόπο τον πραγματικό αριθμό των αλλοδαπών, μέχρι που να συντελεσθεί το τετελεσμένο γεγονός της εγκαταστάσεως και της νομιμοποιήσεώς τους; Πώς είναι δυνατόν να παραπλανάται ο Ελληνικός λαός ότι δήθεν διαχωρίζονται οι πραγματικοί μετανάστες και ότι δίνεται άσυλο μόνο στους πρώτους, αλλά στην πράξη κανείς να μην απελαύνεται και όλοι να μεταφέρονται από τα νησιά στην «ενδοχώρα» και να αντιμετωπίζονται, στη συνέχεια, με τον ίδιο τρόπο;

Η κυβέρνηση είχε εξαγγείλει ότι θα δημιουργού­νταν κλειστά κέντρα. Θα κρατούνταν σ’ αυτά οι παράνομοι μετανάστες μέχρι την εξέταση της αιτήσεώς τους και τον διαχωρισμό των πραγματικών προσφύγων, που δικαιούνται άσυλο, από τους άλλους που δεν δικαιούνται.

Στην πραγματικότητα όμως δεν έγινε τίποτε, που θα έστελνε και μήνυμα ότι δεν είναι ανεκτή στη χώρα η παράνομη μετανάστευση και ότι η καταχρηστική επίκληση του ασύλου δεν αποδίδει και ότι στην περίπτωση αυτή είναι βέβαιη η απέλαση.

Γιατί δεν γίνονται οι απελάσεις;

Πρώτ’ απ’ όλα, γιατί δεν υπάρχει η πολιτική βούληση.

Δεύτερον, γιατί οι χώρες από τις οποίες προέρχονται οι περισσότεροι μετανάστες, όπως το Πακιστάν, αρνούνται να δεχθούν πίσω τους υπηκόους τους. Έχουν ως πολιτική την εξαγωγή μεταναστών για να στέλνουν στο Πακιστάν συνάλλαγμα. Η καθεμιά Ευρωπαϊκή χώρα έχει γι’ αυτό σημαντική δυσκολία να επαναπροωθήσει στο Πακιστάν, π.χ., παράνομους μετανάστες.

Δεν θα ήταν όμως το ίδιο εάν ανελάμβανε η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως σύνολο, την επαναπροώθησή τους. Θα μπορούσε να ασκήσει τότε ισχυρή πίεση και να απειλήσει με επιβολή κυρώσεων.

Τρίτον, γιατί έχει δημιουργηθεί στη χώρα μας αλλά και σ’ όλες σχεδόν τις Ευρωπαϊκές χώρες ένα καταχρηστικό και παράλογο νομοθετικό πλαίσιο που παρεμποδίζει και ουσιαστικά αποτελματώνει και αποτρέπει τις απελάσεις.

Τέταρτον, μα καθόλου τέταρτο σε σημασία, είναι η θολή ιδεολογία του δικαιωματισμού, που προάγει η παγκοσμιοποίηση και την οποίαν έχει, δυστυχώς, ενστερνισθεί, ως δήθεν «προοδευτική» και «διεθνιστική» πολιτική, η Αριστερά αλλά και η νεοφιλελεύθερη Δεξιά, που υποστηρίζει την παγκοσμιοποίηση και τα ιδεολογήματά της.

Η ακραία αυτή ιδεολογία του δικαιωματισμού περιλαμβάνει αυθαιρέτως τη μετανάστευση στα θεμελιώδη οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα, φτάνοντας στον παραλογισμό να υποστηρίζει ότι το «δικαίωμα» στην ελεύθερη μετανάστευση μπορεί να ασκείται από κάθε ενδιαφερόμενο και για όπου θέλει, πάνω από κυρίαρχα κράτη και εθνικά σύνορα. Ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι τα ιδεολογήματα αυτά είναι ανεδαφικά και ανιστόρητα, γιατί τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι αφηρημένα. Ασκούνται στο πλαίσιο συγκροτημένων κρατών, και συνταγμάτων, που τα αναγνωρίζουν και τα κατοχυρώνουν.

Οι αντιλήψεις όμως αυτές προάγονται ως ιδεολογία από την παγκοσμιοποίηση, που επιδιώκει την αποδόμηση των εθνικών κρατών και των εθνικών συνόρων προς όφελος μιας ενιαίας παγκόσμιας αγοράς και συνακολούθως παγκόσμιας διακυβερνήσεως!

Στο πλαίσιο αυτό, η παγκοσμιοποίηση και οι προαγωγοί της, κλασικό παράδειγμα των οποίων είναι ο πολύς Τζορτζ Σόρος, υποστηρίζουν αναφανδόν και με κάθε τρόπο την παράνομη μετανάστευση, γιατί βλέπουν σ’ αυτή τον σημαντικότερο ίσως καταλύτη για την υπονόμευση και αποδόμηση των εθνών και των εθνικών κοινωνιών, με την προβολή της ιδέας των λεγομένων «πολυπολιτισμικών» κοινωνιών.

Η παγκοσμιοποίηση εργαλειοποιεί, όπου μπορεί, διεθνείς οργανισμούς, με υψηλή προτεραιότητα τα Ηνωμένα Έθνη, για να προαγάγει τις ιδεολογίες και τις πολιτικές αυτές. Στο πνεύμα αυτό, μετά από μακρά ζύμωση και προετοιμασία, συνεκλήθη, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, τον περασμένο χρόνο, στο Μαρακές του Μαρόκου, Διεθνής Διάσκεψη για τη Μετανάστευση, που είχε ως κατάληξη την ψήφιση της λεγόμενης Διακηρύξεως του Μαρακές.

Στη Διακήρυξη αυτή προβάλλεται η ιδέα της μεταναστεύσεως ως οικουμενικού δικαιώματος, το οποίο μπορεί να ασκείται ελεύθερα από κάθε ενδιαφερόμενο για όποια χώρα επιθυμεί. Η Διακήρυξη αποτέλεσε τη βάση για την υπογραφή, λίγο αργότερα, στη Νέα Υόρκη, Συμφώνου για τη Μετανάστευση, το οποίο κλήθηκαν να προσυπογράψουν όσες χώρες το αποδέχονταν. Οι περισσότερες, βεβαίως, χώρες, με επικεφαλής τις ΗΠΑ, δεν το προσυπέγραψαν. Ούτε, βεβαίως, άλλες Μεσογειακές χώρες, που είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες στην παράνομη μετανάστευση, όπως η Ιταλία και η Ισπανία.

Εξαίρεση αποτέλεσε η πιο εκτεθειμένη στην παράνομη μετανάστευση Ευρωπαϊκή χώρα, η Ελλάδα, με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η τελευταία, χωρίς να ενημερώσει στοιχειωδώς την κοινή γνώμη και χωρίς να προκαλέσει οποιαδήποτε συζήτηση γι’ αυτό στη Βουλή, έσπευσε να το προσυπογράψει. Η υπογραφή δεν παράγει νομικά αποτελέσματα, γιατί δεν πρόκειται για δεσμευτική διεθνή σύμβαση. Δεσμεύει όμως πολιτικά τη χώρα να ενεργεί στο πνεύμα της Διακηρύξεως του Μαρακές.

Η νέα κυβέρνηση δεν έσπευσε να αποδεσμεύσει τη χώρα και αυτό δεν είναι τυχαίο. Ακολουθεί, ουσιαστικά, την ίδια πολιτική, με πρόσχημα τη δήθεν «κοινή» Ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική. Διεκδικεί μόνο καλύτερη διαχείριση του θέματος. Ποια είναι όμως η υποτιθέμενη «κοινή» Ευρωπαϊκή πολιτική; Η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει καθηλωμένη στη γνωστή πολιτική των ανοικτών συνόρων, με το επιχείρημα ότι δεν πρέπει να απωθείται στα σύνορα οποιοσδήποτε ζητά άσυλο, πριν εξετασθεί το αίτημά του.

Με βάση την Ευρωπαϊκή αυτή Οδηγία, όλοι υποβάλλουν προσχηματικά αίτηση, με τη βάσιμη ελπίδα ότι όταν μπουν δεν θα απελαθούν τελικά, αλλά θα παραμείνουν και θα νομιμοποιηθούν. Έχουν γι’ αυτό την αμέριστη βοήθεια των ΜΚΟ, που έχουν μετατρέψει την παράνομη μετανάστευση σε μια πολύ κερδοφόρα επιχείρηση. Έχουν τη συμπαράσταση της Ύπατης Αρμοστείας για τους Πρόσφυγες του ΟΗΕ, η οποία εμπνέεται από τις αρχές της Διακηρύξεως του Μαρακές για ελεύθερη μετανάστευση και δεν κάνει διάκριση μεταξύ πραγματικών προσφύγων και παράνομων μεταναστών.

Έχουν, τέλος, μια Ευρωπαϊκή Ένωση που επαμφοτερίζει πάνω στο θέμα της παράνομης μετανάστευσης, υπό την επιρροή της παγκοσμιοποίησης, και δεν υιοθετεί μια σαφή, αυστηρή πολιτική. Προεξάρχει στην πολιτική αυτή η Γερμανία, ως σημαιοφόρος της παγκοσμιοποίησης, από την οποία η ίδια αντλεί πολύ σημαντικά οφέλη, ως ισχυρή βιομηχανική και εξαγωγική χώρα με υψηλή ανταγωνιστικότητα. Περιορίζει το ενδιαφέρον της στην άσκηση ελέγχου πάνω στις μεταναστευτικές ροές, ώστε να μπορεί να επιλέγει η ίδια όσους χρειάζεται και να μην πλήττεται από ανεξέλεγκτες ροές. Υποστηρίζει γι’ αυτό τη χρηματοδότηση των παρανόμων μεταναστών, με Ευρωπαϊκά επιδόματα, στις χώρες εισόδου, ώστε να παραμένουν και να εγκαθίστανται εκεί. Η υποτιθέμενη Ευρωπαϊκή βοήθεια προς την Ελλάδα, ως χώρα πρώτης γραμμής για την αντιμετώπιση της παράνομης μεταναστεύσεως, καταλήγει να είναι Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για εποικισμό της Ελλάδος με παράνομους μετανάστες και ψευδοπρόσφυγες.

Αναμενόταν από την αρχή του χρόνου αναθεώρηση, υποτίθεται, της Ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής. Οι πολλές υποσχέσεις όμως χάθηκαν στην ομίχλη. Η κατάσταση έμεινε ουσιαστικά η ίδια, παρά τις αντιδράσεις διαφόρων χωρών-μελών, που βλέπουν με δέος το μεταναστευτικό πρόβλημα να γιγαντώνεται και να συνδέεται ανησυχητικά με την άνοδο του ακραίου Ισλαμισμού στην Ευρώπη.

Η Ελλάδα, που είναι από τη γεωγραφία της χώρα εισόδου, αντιμετωπίζει επιπλέον την κακοβουλία του ανταγωνιστικού της γείτονα, που βλέπει στη λαθρομετανάστευση ένα νέο όπλο κατά της Ελλάδος και της Ευρώπης. Η πολιτική των ανοικτών συνόρων του επιτρέπει να εκβιάζει και να ζητά ανταλλάγματα. Του επιτρέπει επίσης να φιλοδοξεί να διασπάσει την εθνική συνοχή της Ελλάδος και να εγκαταστήσει σ’ αυτήν Μουσουλμανικούς πληθυσμούς.

Η Ελλάδα έδειξε στον Έβρο ότι μπορεί να αφαιρέσει αυτό το όπλο από το χέρι του Ερντογάν, αναστέλλοντας την Ευρωπαϊκή Οδηγία για το άσυλο, για λόγους εκτάκτου ανάγκης και εθνικής ασφάλειας. Μήπως δεν είναι αυτή η κατάσταση στις σχέσεις μας με την Τουρκία; Γιατί σπεύσαμε να επαναφέρουμε την οδηγία αυτή, που μεταφράζεται σε πολιτική ανοικτών συνόρων;

Η Ελλάδα, καλώς πράττουσα, προσπαθεί να επανορθώσει την ολιγωρία που επεδείχθη κατά τα τελευταία χρόνια στους αμυντικούς εξοπλισμούς και διαθέτει γι’ αυτό σημαντικούς πόρους. Η εθνική όμως ασφάλεια δεν υπηρετείται μόνο από αεροσκάφη και Ναυτικό. Υπηρετείται επίσης από τη διαφύλαξη της εθνικής συνοχής, που είναι το θεμέλιο του πατριωτισμού και της παλλαϊκής άμυνας που απαιτεί η απόκρουση της επικρεμάμενης απειλής.

Η Ελλάδα δεν μπορεί να συνεχίσει, στο όνομα δήθεν της Ευρώπης και οποιουδήποτε δικαιωματισμού, τη σημερινή πολιτική αφροσύνη της ανεξέλεγκτης μεταναστεύσεως, που οδηγεί σε αλλαγή πληθυσμού. Εάν δεν ληφθούν άμεσα και αποτελεσματικά μέτρα, το 20% θα γίνει γρήγορα, με τις συνεχιζόμενες ροές και με την οικογενειακή επανένωση, 30% και 40%. Καμιά κυβέρνηση και κανένα κόμμα δεν έχει εξουσιοδότηση και εντολή από τον Ελληνικό λαό να καταστήσει την Ελλάδα μη Ελλάδα.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ