Κλιμακώνει τις προκλήσεις κατά της Ελλάδας ο Ερντογάν!

Κλιμακώνει τις προκλήσεις κατά της Ελλάδας ο Ερντογάν!

Με την ανοχή Βερολίνου και Βρυξελλών 

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Ετοιμοι να υποδεχθούν μετά βαΐων και κλάδων την οποιαδήποτε κίνηση ελιγμού του Ερντογάν είναι οι Γερμανοί και η Κομισιόν, ώστε να αποτραπεί μια απόφαση για επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία, την ώρα που η Άγκυρα έχει κλιμακώσει τις προκλήσεις της και έχει στοχοποιήσει και άλλες χώρες της ΕΕ, όπως τη Γαλλία και την Αυστρία, και βάσει της απόφασης του Οκτωβρίου η επιβολή κυρώσεων είναι μονόδρομος.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Χάικο Μάας και ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για τις εξωτερικές υποθέσεις Ζοζέπ Μπορέλ προσπάθησαν μετά το Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών να σώσουν τα προσχήματα και συγχρόνως να δημιουργήσουν το άλλοθι για να χρησιμοποιήσουν μια τακτική κίνηση ελιγμού του Ερντογάν, π.χ., την επιστροφή του του «Oruc Reis» στο λιμάνι για συντήρηση και ανεφοδιασμό, ως μείζονα κίνηση καλής θέλησής από τον Ταγίπ Ερντογάν στην οποία η ΕΕ θα πρέπει να… ανταποκριθεί.

Βερολίνο και Βρυξέλλες αντιλαμβάνονται ότι με τα σημερινά δεδομένα και με την Τουρκία να επιδίδεται σε μια άκρατη επεκτατική και επιθετική πολιτική προς όλες τις κατευθύνσεις, αγνοώντας περιφρονητικά την ΕΕ και προσβάλλοντας ακόμη και όσους θέλουν εντός της ΕΕ να την προστατεύσουν, δεν θα μπορέσουν ανέξοδα να εμποδίσουν την ενεργοποίηση της απόφασης για επιβολή κυρώσεων.

Και έτσι απηύθυναν υποτιθέμενες προειδοποιήσεις του τύπου «εξαντλείται ο χρόνος» ή «αν δεν σταματήσουν οι προκλήσεις μπορεί να τεθούν στο τραπέζι οι κυρώσεις», δηλώσεις που κάθε άλλο παρά αντανακλούν την πραγματικότητα. Και αυτό διότι η απόφαση του Οκτωβρίου δήλωνε ρητώς ότι εάν η Τουρκία συνεχίσει τις προκλήσεις και τις μονομερείς ενέργειες η ΕΕ θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει, συμπεριλαμβανομένων και των κυρώσεων.

Συνεπώς δεν θα έπρεπε να τίθεται πλέον θέμα συζήτησης, αλλά ενημέρωσης για τη συνέχιση των προκλήσεων εκ μέρους της Τουρκίας και εντολής στην Κομισιόν για επεξεργασία και επιβολή κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας.

Αφήνοντας το παράθυρο ανοικτό και με τον κ. Ερντογάν να γνωρίζει πώς να χειρίζεται καλά τους Ευρωπαίους, η Αθήνα κινδυνεύει όχι μόνο να μην πετύχει την επιβολή κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας, αλλά να πρέπει να δώσει και μάχη για να μη δοθούν… ανταλλάγματα στην Τουρκία, ως επιβράβευση για την καλοσύνη της να αποσύρει το «Oruc Reis», έστω και για λίγες ημέρες, από την ελληνική υφαλοκρηπίδα.

Η υπόθεση της Τουρκίας θα πρέπει να εξετασθεί μέσα στη μεγαλύτερη εικόνα και σε αυτήν είναι προφανές ότι δεν αρκεί η απομάκρυνση του ερευνητικού σκάφους, ύστερα από σχεδόν τρεις μήνες παράνομων ερευνών στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και ενώ στην κυπριακή ΑΟΖ συνεχίζονται οι παράνομες εύρυνες του «Barbaros», προκειμένου να ξαναγυρίσει η ΕΕ στο «business as usual» με την Τουρκία.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει όμως καλά ότι μετά απ’ όσα έχουν συμβεί δεν μπορεί να επιστρέψει με άδεια χέρια από τις Βρυξέλες, ούτε φυσικά να αρκεστεί σε ρητορικές καταδίκες της Τουρκίας, ενώ μετά από λίγες ημέρες το «Oruc Reis», εφόσον τελικά αποχωρήσει πριν από τη Σύνοδο, θα μπορεί να επιστρέψει στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.

Όμως οι Γερμανοί, παρά το γεγονός ότι ο κ. Ερντογάν έχει στραπατσάρει με τη στάση του ακόμα και την ίδια την κ. Μέρκελ, δεν έχουν σκοπό να επιτρέψουν τις κυρώσεις και στην καλύτερη των περιπτώσεων για την Ελλάδα θα υπάρχει αναφορά καταδίκης των ενεργειών της Τουρκίας, αλλά τα ενδεχόμενα «μέτρα» θα παραπέμπονται στον κ. Μπορέλ και στην Κομισιόν για εξειδίκευση. Μια διαδικασία η οποία μπορεί να πάρει και μήνες. Εξάλλου εδώ φαίνεται και το πώς η κυβέρνηση έσπευσε να εκμεταλλευθεί επικοινωνιακά τις διαδικασίες στην ΕΕ το καλοκαίρι, πανηγυρίζοντας για «κατάλογο κυρώσεων» του Μπορέλ, που τελικά δεν υπήρξε ποτέ, όπως αποδεικνύεται τώρα.

Είναι δεδομένο ότι εάν ο κ. Ερντογάν επιλέξει τον ελιγμό αυτό, την επόμενη ημέρα θα υπάρξει και πίεση στην Αθήνα για να ξεκινήσει διάλογο με την Τουρκία, παρά το γεγονός ότι υπό τις παρούσες συνθήκες είναι προφανές ότι δεν μπορεί να υπάρξει ο οποιοσδήποτε διάλογος. Και αυτό όμως είναι ένα στοιχείο της πολιτικής τακτικής της Τουρκίας, ώστε να εμφανισθεί ότι αυτή είναι που επιδιώκει τον διάλογο και τη συνεννόηση και η Ελλάδα είναι αυτή που τον απορρίπτει.

Όμως στην Αθήνα υπάρχει ανησυχία και για το ενδεχόμενο απόφασης της ΕΕ που θα δρομολογεί κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας, καθώς εκτιμάται ότι ο κ. Ερντογάν θα αντιδράσει με έντονο τρόπο, θέλοντας να δείξει και στο εσωτερικό της χώρας του ότι δεν δέχεται πιέσεις και εκβιασμούς από τις Βρυξέλλες. Και καθώς υπάρχει το «κενό εξουσίας» στην Ουάσινγκτον μέχρι το τέλος Ιανουαρίου, δεν αποκλείεται να επιχειρήσει να προκαλέσει τετελεσμένα εις βάρος της Ελλάδας.

Εντύπωση πάντως προκαλεί η δημοσιοποίηση της απόφασης της Αθήνας να μην προχωρήσει στην αγορά γαλλικών φρεγατών και να στραφεί προς την Ουάσινγκτον για αγορά φρεγατών, καθώς υπήρχε ένα ιδιαίτερα θερμό κλίμα με τη Γαλλία και τον Πρόεδρο Μακρόν. Και αυτό φυσικά θα έχει συνέπειες και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς ο κ. Μακρόν ήταν ο μεγάλος υποστηρικτής της Ελλάδας και της Κύπρου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

Σε ό,τι αφορά τις φρεγάτες μάλιστα, παρά το γεγονός ότι η κίνηση της ελληνικής κυβέρνησης ερμηνεύεται ως προσπάθεια «επίδοσης διαπιστευτηρίων» στη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν, γνώστες των αμυντικών θεμάτων και των θεμάτων ναυτικών εξοπλισμών εκφράζουν σοβαρές αμφιβολίες για την ποιότητα αλλά και την αποτελεσματικότητα των αμερικανικών φρεγατών σε θάλασσες όπως το Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος, σε αντίθεση με τις γαλλικές, που θεωρείται ότι θα αποτελούσαν ένα ισχυρό αποτρεπτικό όπλο για την Ελλάδα.

Πάντως η Αθήνα θα πρέπει να επιμείνει μέχρι τέλους στην ανάγκη επιβολής σκληρών κυρώσεων στην Τουρκία, οι οποίες θα λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά, καθώς θα δώσουν και αρνητικό πολιτικό και οικονομικό μήνυμα στις αγορές για τις προοπτικές της Τουρκίας, ώστε να αντιληφθεί και ο ίδιος ο κ. Ερντογάν –όσο αυτό είναι δυνατόν– ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τα προβλήματά της, αλλά δεν είναι ούτε Κούρδοι της Συρίας ούτε Αρμένιοι του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ