Ν. Ανδρουλάκης στο “Π”: Μια νέα ευρωπαϊκή στρατηγική ως απάντηση στον νεοοθωμανικό ιμπεριαλισμό

Ν. Ανδρουλάκης στο “Π”: Μια νέα ευρωπαϊκή στρατηγική ως απάντηση στον νεοοθωμανικό ιμπεριαλισμό


Του
ΝΙΚΟΥ ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗ 
Ευρωβουλευτή του Κινήματος Αλλαγής


Αποτελεί, πλέον, αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι βρισκόμαστε ενώπιον πολύ σημαντικών αποφάσεων για το μέλλον των ευρωτουρκικών σχέσεων. Η Τουρκία, με την υιοθέτηση ενός νεοοθωμανικού ιμπεριαλισμού και τη συμμετοχή της σε συγκρούσεις από τον Νότιο Καύκασο και τις επιθέσεις στους Αρμενίους του Ναγκόρνο Καραμπάχ έως τη Συρία και τη Λιβύη, λειτουργεί ως παράγοντας αποσταθεροποίησης της ευρύτερης περιοχής.

Με τις επιλογές της δείχνει ότι δεν την ενδιαφέρει η ευρωπαϊκή της προοπτική και κανείς από την ευρωπαϊκή οικογένεια δεν αμφιβάλει πλέον για την αναγκαιότητα μιας εκ βάθρων αναθεώρησης των ευρωτουρκικών σχέσεων, καθώς η ευρωπαϊκή προοπτική της γειτονικής χώρας αποτελεί μια χίμαιρα.

Και ενώ οι συζητήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν ήδη ξεκινήσει για το νέο καθεστώς που θα διέπει τις ευρωτουρκικές σχέσεις, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να μη διαθέτει καμιά ολοκληρωμένη στρατηγική επί του θέματος.

Το είδαμε ξεκάθαρα τις τελευταίες εβδομάδες.

Όταν στις αρχές Οκτωβρίου το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είχε μια πρώτη συζήτηση για το μέλλον των ευρωτουρκικών σχέσεων, ο κ. Μητσοτάκης πανηγύριζε για τα συμπεράσματα, όπου αν και απαριθμούνταν όλα τα «καρότα» προς την τουρκική κυβέρνηση σε περίπτωση που σταματήσει τις παράνομες ενέργειες, η αναφορά στο «μαστίγιο» των κυρώσεων ήταν μόνο έμμεση. Τρεις βδομάδες αργότερα, όμως, η κυβέρνηση, αναγκασμένη από τις εξελίξεις, άλλαξε στάση.

Είδαμε, έτσι, τον κ. Δένδια να στέλνει επιστολές ζητώντας την επιβολή εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, την αναστολή της Τελωνειακής Ένωσης, κάνοντας ακόμα και αναφορά στη «ρήτρα αλληλεγγύης» των ευρωπαϊκών συνθηκών στην περίπτωση που ένα κράτος δεχθεί ένοπλη επίθεση. Αξίζει να σημειωθεί, βέβαια, ότι η ρήτρα αυτή αποκαλείται και «ελληνική ρήτρα», καθώς είχε υιοθετηθεί μετά από πιέσεις της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στις διαπραγματεύσεις για τη νέα Συνταγματική Συνθήκη το 2003, ενώ διατηρήθηκε και στη Συνθήκη της Λισαβόνας που ακολούθησε.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως, οι αποφάσεις είναι πάντα αποτέλεσμα πολιτικών συμβιβασμών. Έτσι, η οποιαδήποτε απόφαση για κυρώσεις προς την Τουρκία απαιτεί ομοφωνία και των 27 κρατών στο Συμβούλιο και δυστυχώς δεν έχουν όλες οι χώρες την ίδια άποψη και θέση.

Κάποιες χώρες, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και σε έναν βαθμό η Ισπανία, έχουν αμφιβολίες για το κατά πόσο μια πολύ σκληρή γραμμή μπορεί να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα ή βάζουν σε πρώτο πλάνο τις οικονομικές τους σχέσεις πάνω από την αλληλεγγύη.

Όμως δεν πρέπει κατηγορούμε συλλήβδην την Ένωση ότι δεν στέκεται στο πλευρό μας, όπως ούτε όλες τις χώρες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Γαλλία. Επίσης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχουν όλοι οι θεσμοί την ίδια θέση.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο πιο δημοκρατικός θεσμός της Ένωσης, έχει λάβει μια πολύ ξεκάθαρη θέση στο πλευρό της Ελλάδας και της Κύπρου, καταδικάζοντας τις προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας. Με τα ψηφίσματα και τις εκθέσεις που έχουμε υιοθετήσει ζητάμε μάλιστα την επιβολή αυστηρών κυρώσεων, όπως είναι το εμπάργκο όπλων, και την επιβολή οικονομικών κυρώσεων, που φτάνουν ακόμα και στην αναστολή της Τελωνειακής Ένωσης, όπως είχαμε προτείνει ήδη από πέρυσι τον Οκτώβριο.

Αυτό φάνηκε άλλωστε και από το γεγονός ότι η τροπολογία μου για την επιβολή εμπάργκο όπλων στην Τουρκία ψηφίστηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο από 524 ευρωβουλευτές, με μόνους τους Γερμανούς του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος του κ. Βέμπερ να καταψηφίζουν.

Οι συζητήσεις για το μέλλον των ευρωτουρκικών σχέσεων θα εντατικοποιηθούν τους επόμενους μήνες. Είναι απαραίτητο η Ελλάδα να έχει θέση στο τραπέζι αυτό και να συμμετάσχει βάσει μιας ολοκληρωμένης εθνικής στρατηγικής. Για τον λόγο αυτό επιμένω ότι η σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών είναι παραπάνω από αναγκαία. Θα πρέπει όλες οι πολιτικές δυνάμεις να συναποφασίσουν τις εθνικές επιδιώξεις αλλά και τις κόκκινες γραμμές μας.

Ένα νέο πλαίσιο σχέσεων μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τις εμπορικές συναλλαγές, με την πιθανή αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης με τη συμπερίληψη αυτοματοποιημένων οικονομικών κυρώσεων όταν καταπατούνται τα κυριαρχικά δικαιώματα κρατών-μελών, ή τα ανθρώπινα δικαιώματα στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας, αλλά δεν μπορεί να περιορίζεται εκεί.

Θα πρέπει να επιλύει ζητήματα όπως το Προσφυγικό αλλά και να εμπεριέχει την υποχρέωση προς την Τουρκία για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου για τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών και μόνο στην περίπτωση που οι σχετικές συζητήσεις βάσει του Διεθνούς Δικαίου δεν καταλήξουν σε αποτέλεσμα.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ