Φ. Γεννηματά: Ο νέος Πτωχευτικός Νόμος έχει υπαγορευτεί από τις τράπεζες και τα funds
Σκληρή κριτική στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και στην κυβέρνηση της ΝΔ άσκησε η επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ, Φώφη Γεννηματά, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό Σκάι 100,3 κατηγορόντας παράλληλα και τον Αλέξη Τσίπρα για τον οποίο επανέλαβε ότι είναι ο καλύτερος χορηγός του Κυριάκου Μητσοτάκη.
«Ο κ. Τσίπρας επέλεξε να κάνει πρόταση μομφής σε έναν μεμονωμένο υπουργό» είπε και πρόσθεσε: «Είναι σαν να λέει ότι όλα τα άλλα μία χαρά πάνε, ότι έχει την εμπιστοσύνη του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Μητσοτάκης και η υπόλοιπη κυβέρνησή του. Επιβεβαίωσε για μία ακόμα φορά ο κ. Τσίπρας ότι είναι ο καλύτερος χορηγός του κ. Μητσοτάκη, αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να τον εφεύρει».
Συγκεκριμένα ανέφερε η κ. Γεννηματά:
Αν δεν υπήρχε ο κ. Τσίπρας θα έπρεπε να τον εφεύρει ο κ. Μητσοτάκης.
Διαπιστώσαμε, δυστυχώς, προχθές στη Βουλή ότι ο κ. Μητσοτάκης έχει επιλέξει να κάθεται στο βάθρο της αλαζονείας αντί να σκύψει πάνω στα προβλήματα του κόσμου. Έχουμε σοβαρό ζήτημα με τον κ. Ερντογάν και τη σχέση του με την Ευρώπη και την Ελλάδα, υπάρχει πολύ σοβαρό πρόβλημα με τον κορωνοίο, όπου η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο της Κυβέρνησης και βεβαίως το πτωχευτικό και το συνολικότερο πρόβλημα της οικονομία. Μέσα σε αυτό το κλίμα με αυτές τις ευθύνες του κ. Μητσοτάκη και της Κυβέρνησης του, ο κ. Τσίπρας επέλεξε να κάνει πρόταση μομφής σε έναν μεμονωμένο Υπουργό. Είναι σα να λέει ότι όλα τα άλλα μία χαρά πάνε, ότι έχει την εμπιστοσύνη του Σύριζα ο κ. Μητσοτάκης και η υπόλοιπη Κυβέρνησή του. Επιβεβαίωσε για μία ακόμα φορά ο κ. Τσίπρας ότι είναι ο καλύτερος χορηγός του κ Μητσοτάκη, αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να τον εφεύρει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ψήφισε καν και μετά μαζί με τη Νέα Δημοκρατία κατήργησαν το νόμο ΠΑΣΟΚ για την προστασία της α’ κατοικίας
Η συζήτηση ξεκίνησε από τον 3869, το νόμο του ΠΑΣΟΚ, που έδωσε πραγματική προστασία στην α’ κατοικία σε όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων. Ένα νόμο που δεν ψήφισε καν ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα νόμο που ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τη Νέα Δημοκρατία κατήργησαν και άνοιξαν το δρόμο στους πλειστηριασμούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο ο κ. Τσίπρας όσο και ο κ. Μητσοτάκης απέφυγαν σε όλη αυτή τη συζήτηση να πουν ότι επρόκειτο για νόμο ΠΑΣΟΚ, για να μην αναδειχθεί ότι επί τόσα χρόνια μόνο το ΠΑΣΟΚ στήριξε τους ανθρώπους να σώσουν τα σπίτια τους στα χρόνια της κρίσης. Αποδεικνύοντας για μία ακόμα φορά πόσο μεθοδευμένη και από τους δύο είναι η επίθεση σε βάρος του ΠΑΣΟΚ
Να σας θυμίσω ότι ενώ με το νόμο 3869 δικαστήριο έκρινε με δικαστική απόφαση αν αυτός που προσέφευγε είχε πραγματική αδυναμία εξόφλησης των υποχρεώσεών του. Το 2013με τροποποίηση που έκανε ο κ. Χατζηδάκης δεν χρειαζόταν πλέον δικαστική απόφαση για αυτό. Έτσι ξεχείλωσε και ξεχαρβαλώθηκε το σύστημα, μπήκαν στην προστασία και οι κακοπληρωτές. Έτσι κάποια στιγμή άρχισαν πολλοί να φωνάζουν ότι στην προστασία δεν μπαίνουν μόνο όσοι έχουν ανάγκη, αλλά και οι κατά σύστημα κακοπληρωτές. Κανείς δεν αναφέρει ΄τι η ΝΔ και ο κ. Χατζηδάκης το έκανε αυτό. Προσπαθούν να πουν ότι ο αρχικός νόμος έφταιγε για να το φορτώσουν και αυτό στο «κακό» ΠΑΣΟΚ. Προφανώς υπήρχαν περιθώρια για διορθώσεις, όπως η επιτάχυνση των διαδικασιών, αλλά τι έγινε στην πορεία; Ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ έφτιαξε πλατφόρμα, η οποία απέτυχε. Χαρακτηριστικό είναι πως από τις 100.000 και πλέον υποθέσεις που εκκρεμούσαν κατάφερε διευθετήσει περίπου 3.500 με 4.000. Αυτό σημαίνει ότι δεν έδωσε λύση στο πρόβλημα και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έδωσε λύση στο πρόβλημα της προστασίας της ά κατοικίας. Τον αποτυχημένο νόμο του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε και η Νέα Δημοκρατία. Και έρχεται σήμερα ο κ. Μητσοτάκης και δίνει τη χαριστική βολή που στην καλύτερη των περιπτώσεων μετατρέπει τους ιδιοκτήτες σε ενοικιαστές για 12 χρόνια και μετά βέβαια θα το χάσουν το σπίτι τους.
Ο νέος πτωχευτικός νόμος έχει υπαγορευτεί από τις τράπεζες και τα Funds
Ο πρόσφατος νόμος του κ. Μητσοτάκη, όχι του κ. Σταϊκούρα, γιατί σε αυτή την κυβέρνηση το Μαξίμου αποφασίζει όχι οι Υπουργοί και τι λέει; Ότι έχουν δικαίωμα να μπουν στη ρύθμιση όσοι έχουν μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα 900 ευρώ. Ποια είναι η ρύθμιση για όσους συμπεριλαμβάνονται σε αυτούς τους όρους. Ότι έχουν τη δυνατότατα από ιδιοκτήτες να γίνουν ενοικιαστές του σπιτιού τους για 12 χρόνια. Στα 12 χρόνια η ιδιωτική εταιρία και όχι η δημόσια που είπε ο κ. Μητσοτάκης από λάθος, εκτός αν έλεγε συνειδητά ψέματα στη Βουλή, που έχει εξαγοράσει το δάνειο για ένα κομμάτι ψωμί, δεν υπολογίζει ούτε τα χρήματα που έχει πληρώσει ο άνθρωπος έναντι του δανείου όλα αυτά τα χρόνια, ούτε τα ενοίκια που θα έχει καταβάλει, αλλά θα ζητά την εμπορική αξία του ακινήτου για να το αγοράσει ο ιδιοκτήτης, ο οποίος έγινε ενοικιαστής και θέλει να ξαναγίνει ιδιοκτήτης. Όπως καταλαβαίνετε αν ο ιδιοκτήτης έχει δυνατότητα να πληρώσει η εταιρία θα έχει ένα τεράστιο κέρδος, ενώ αν δεν έχει τη δυνατότητα θα χάνει το σπίτι του. Έρχομαι στο δεύτερο πρόβλημα και σας λέω ένα παράδειγμα. Ένα ζευγάρι ξενοδοχοϋπαλλήλων που ζει σήμερα με 534 ευρώ επίδομα φτώχιας έκαστος και οι δύο μαζί ξεπερνούν τα 900 ευρώ που είναι το όριο που έχει θέσει η κυβέρνηση, επομένως δεν έχουν το δικαίωμα να μπουν στη ρύθμιση και να σώσουν το σπίτι τους και άρα το χάνουν. Ένας εργαζόμενος με 200 ευρώ που είναι δυστυχώς σήμερα το 12% των εργαζομένων, συμπεριλαμβάνεται στο όριο των 900 ευρώ το μήνα. Όμως, πως θα μπορέσει να δώσει μπροστά το ποσοστό του δανείου που ζητά ο νόμος για να μπει στη ρύθμιση; Είναι προφανές ότι δεν θα έχει τα χρήματα για τα να δώσει και άρα δεν θα μπορέσει να μπει στη ρύθμιση.
Όλα αυτά επιβεβαιώνουν ότι ο νόμος αφορά τους λίγους και δεν προστατεύει τους πιο αδύναμους, αυτούς που αποδεδειγμένα δεν μπορούν να πληρώσουν και αυτοί θα χάσουν τα σπίτια τους. Εμείς είχαμε ζητήσει διακομματική επιτροπή να ακούσουμε ειδικούς, επειδή είναι σύνθετο οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα, που λόγω κορωνοιού διογκώνεται ώστε να καταλήξουμε σε μία βιώσιμη λύση από κοινού τα πολιτικά κόμματα,. Το δέχτηκαν όλα τα κόμματα πλην της Νέας Δημοκρατίας. Ξεκινήσαμε κοινωνικό διάλογο με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς όμως δυστυχώς ήρθε η κυβέρνηση και νομοθέτησε αυτές τις ρυθμίσεις που τις θεωρώ απολύτως άδικες. Με ένα νομοσχέδιο που είναι φανερό ότι έχει υπαγορευτεί από τις τράπεζες και τα funds.
Χρειάζεται αποφασιστική απάντηση από την Ελλάδα και την Ευρώπη στη νέα στάση της Τουρκίας
Με τον τουρκικό λαό οι Έλληνες δεν είχαμε ποτέ τίποτα να χωρίσουμε, η επιλογή μας ήταν να ζούμε ειρηνικά με τους γείτονές μας. Τους στηρίξαμε σε δύσκολες στιγμές, ζήσαμε πολλές δεκαετίες με την πολιτική που χάραξε το ΠΑΣΟΚ και η δημοκρατική παράταξη, όμως τώρα πρέπει όλοι να κατανοήσουμε ότι υπάρχει μία νέα πραγματικότητα. Και, αν θέλουμε να συνεχίζουμε να ζούμε ειρηνικά, πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτήν την αλλαγή. Γιατί αποσταθεροποιεί συνολικά την περιοχή μας.
Η ανάγκη νέας εθνικής στρατηγικής για την Ελλάδα και νέας αντιμετώπισης της Τουρκίας από την Ευρώπη, προκύπτει από την αλλαγή της νέας στρατηγικής της Τουρκίας. Το επαναλαμβάνω συνεχώς εδώ και αρκετό καιρό στο δημόσιο διάλογο. Η Τουρκία έχει εγκαταλείψει την ευρωπαϊκή της προοπτική, το δρόμο της σύγκλισης με την Ευρώπη. Όλοι βλέπουν πια ότι έχει χαράξει μία νέο – οθωμανική στρατηγική, αναθεώρησης των συνθηκών. Επιχειρεί να παρουσιαστεί ως μία περιφερειακή ισχυρή δύναμη προστάτιδα δήθεν των μουσουλμάνων, που διαπραγματεύεται και με την Ευρώπη και με τις ΗΠΑ και με τη Ρωσία και με όλους τους διεθνείς οργανισμούς με τους δικούς της όρους. Ανοίγει ταυτοχρόνως πάρα πολλά μέτωπα και διεκδικεί το περισσότερο δυνατό για τη χώρα της.
Απέναντι σε αυτήν τη νέα στρατηγική της Τουρκίας ήταν αναγκαίο εδώ και καιρό να αντιδράσουμε, να το αντιληφθούμε κατ’ αρχήν, να συμφωνήσουμε ότι υπάρχει, να δούμε ποια είναι η δική μας στρατηγική απάντηση σε αυτή τη νέα στάση της Τουρκίας. Και βεβαίως να πρωτοστατήσουμε σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να γίνει αυτό πολύ γρήγορα κατανοητό και αντιληπτό και να αποκτήσει πολύ γρήγορα και η ΕΕ μία νέα στρατηγική απέναντι σε αυτήν την πολιτική της Τουρκίας.
Να αφυπνιστεί άμεσα η Ευρώπη και να προχωρήσει σε μία νέα σχέση με την Τουρκία. Με πολύ συγκεκριμένες ρήτρες και δεσμεύσεις.
Δυστυχώς, με ευθύνη του κ. Μητσοτάκη που αρνείται συστηματικά εδώ και ένα χρόνο να συζητήσουμε γι’ αυτά τα θέματα σε ένα συμβούλιο πολιτικών αρχηγών. Ο κ. Μητσοτάκης συνέχισε να αντιμετωπίζει την Τουρκία πάνω σε μία πεπατημένη των προηγούμενων ετών. Έδειχνε να μην έχει αντιληφθεί την τεράστια αυτή αλλαγή, που έχει να κάνει με το πόσο επίμονη είναι σήμερα και με όλα αυτά που αντιμετωπίζουμε, περιορίστηκε να ζητάει μόνο μια σκληρή απόφαση της ΕΕ, χωρίς να θέτει το συνολικό πρόβλημα στη συζήτηση στο επίπεδο της ΕΕ και τελικά δεν κατάφερε να την πάρει την απόφαση αυτή. Ανέχθηκε το διπλό παιχνίδι της Γερμανίας, που πατάει σε δύο βάρκες. Δεν είναι εύκολο να επιβάλει κανείς στη Γερμανία μία άλλη πολιτική. Είναι όμως σημαντικό να αποφασίσει η Ελλάδα πώς θα αντιμετωπίζει την Τουρκία και να χτίσει και να δυναμώσει τις συμμαχίες της και στο εσωτερικό της ΕΕ και πέρα από αυτήν. Να ακούγεται η φωνή της, ο τεκμηριωμένος λόγος της και να μην παριστάνει πάντα το καλό παιδί που τρέχει πίσω από τη Γερμανία η οποία βάζει ως πρώτο στόχο αυτήν τη στιγμή τις οικονομικές της σχέσεις με την Τουρκία. Η στάση αυτή χτυπάει την καρδιά της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης σε μία πάρα πολύ κρίσιμη στιγμή. Διότι, βλέπουμε ότι ο κ. Ερντογάν, όχι απλώς επιτίθεται ακόμα και στον κ. Μακρόν, αλλά καλλιεργεί τη μισαλλοδοξία, ενισχύει το θρησκευτικό φανατισμό. Όλα αυτά η Ευρώπη τα έχει απαντήσει, τα έχει απορρίψει. Έχουμε επιλέξει έναν άλλον τρόπο ζωής. Ο ευρωπαϊκός πολιτισμός έχει κλείσει την πόρτα στη μισαλλοδοξία και στο θρησκευτικό φανατισμό. Και σε καμιά περίπτωση, ως αντίδραση στη συμπεριφορά του Ερντογάν, δεν πρέπει να κάνουμε πίσω από αυτές τις αρχές το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Και γι’ αυτό πρέπει να αφυπνιστεί άμεσα η Ευρώπη και να προχωρήσει σε μία νέα σχέση με την Τουρκία. Μία νέα σχέση που δεν θα έχει μόνο προνόμια για την Τουρκία, αλλά και πολύ συγκεκριμένες ρήτρες και δεσμεύσεις. Μονάχα αυτό θα προστατεύσει και την Ελλάδα και την Ευρώπη από τη νέα στρατηγική του κ. Ερντογάν. Η Τουρκία έχει τεράστια οικονομικά προβλήματα τα οποία δεν μπορεί να αγνοήσει. Άρα η Ευρώπη έχει τη δυνατότητα αυτήν τη στιγμή να ανοίξει τη συζήτηση σε ένα άλλο επίπεδο, αρκεί να το αποφασίσει επιτέλους. Και η Ελλάδα πρέπει να πιέσει. Να σταματήσει να κάνει το καλό παιδί που τρέχει πίσω από τις εξελίξεις. Ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να πρωταγωνιστήσει επιτέλους σε αυτήν την κατεύθυνση.
Η δική μας στάση είναι ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο στα χέρια του κ. Μητσοτάκη
Η δική μας στάση στην αντιπολίτευση και η προσωπική μου στάση, βοηθάει τη χώρα. Το έχω εξηγήσει πολλές φορές ακόμη και στον ίδιο. Ότι όταν βγαίνω και λέω ότι θα πρέπει διπλωματικά και επιχειρησιακά να μην επιτρέψουμε στον Ερντογάν να περάσει μέσα από τα 12 ν.μ. είναι ένα ισχυρό όπλο στα χέρια του κ. Μητσοτάκη την ώρα που διαπραγματεύεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Αλλά φαίνεται ότι, δυστυχώς, δεν το αντιλαμβάνεται.
Η αποφυγή θερμού επεισοδίου δεν μπορεί να στηρίζεται σε διαρκείς υποχωρήσεις και να επαφίεται στις ορέξεις τελικά του Ερντογάν.
Η πολιτική της ανοχής και του κατευνασμού αποθρασύνει την Τουρκία, δεν τη σταματάει. Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τις οποίες δήλωνε απόλυτα ικανοποιημένος ο κ. Μητσοτάκης είναι αποδεδειγμένο πια ότι δεν τη σταμάτησαν. Άρα χρειάζεται μία άλλη στάση από την Ευρώπη για να μπορέσει να βάλει ένα «φρένο» σε αυτές τις ορέξεις. Χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και από την Ευρώπη και από την ελληνική κυβέρνηση.
Είναι φανερό ότι ο κ. Μητσοτάκης υποτίμησε την κατάσταση εδώ και ένα χρόνο και τώρα τρέχει πίσω από τις εξελίξεις
Είμαστε μία πολύ υπεύθυνη αντιπολίτευση και νομίζω ότι αυτό φαίνεται σε κάθε μας βήμα. Όμως, σας θυμίζω, ότι, ενώ είχε γίνει το παράνομο τουρκολιβυκό, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη πέρυσι μείωσε τις αμυντικές δαπάνες στον προϋπολογισμό. Και ακριβώς γι’ αυτό εμείς καταψηφίσαμε στον προϋπολογισμό τις αμυντικές δαπάνες. Επιλέξαμε με μια κοινοβουλευτική κίνηση που δεν είχε γίνει επί πολλά χρόνια για να τους πούμε «είναι αδιανόητο αυτό που κάνετε. Υποτιμάτε τις εξελίξεις και την επιθετικότητα και την προκλητικότητα της Τουρκίας. Δεν είναι δυνατόν να μειώνετε τις αμυντικές δαπάνες». Και, δυστυχώς, από τις εξελίξεις δικαιωνόμαστε. Είναι φανερό λοιπόν ότι ο κ. Μητσοτάκης υποτίμησε την κατάσταση εδώ και ένα χρόνο και τώρα τρέχει πίσω από τις εξελίξεις.
Προφανώς το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών δεν γίνεται εκ των υστέρων για να επικυρώσει τις επιλογές μίας κυβέρνησης
Είχα προτείνει κατ’ επανάληψη να συνεδριάσει το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών. Το έλεγα σχεδόν επί ένα χρόνο, σχεδόν κάθε μήνα επανερχόμουν. Αλλά, από ένα σημείο και μετά, ήταν πια φανερό ότι ο πρωθυπουργός, από την ώρα που το αρνήθηκε τόσο επίμονα επί ένα χρόνο, αναλαμβάνει ο ίδιος την ευθύνη για όσα συμβαίνουν. Και προφανώς το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών δεν γίνεται εκ των υστέρων για να επικυρώσει τις επιλογές μίας κυβέρνησης. Είχε νόημα να γίνει για να χαράξει στρατηγική. Τώρα με επιλογή του ο κ. Μητσοτάκης έχει αναλάβει πλήρως την ευθύνη. Ενώ δεν του έχει δώσει κανείς «λευκή επιταγή» για να χειρίζεται με αυτόν τον τρόπο τα εθνικά μας ζητήματα.