Ευρωπαϊκή Ένωση και τουρκική προκλητικότητα: Ουτοπίες και ψευδαισθήσεις – Ανάλυση του Χρ. Θ. Μπότζιου
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Είναι, ίσως, η πρώτη φορά στην ιστορία της ΕΕ που αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, που αποτελεί το ανώτατο πολιτικό όργανό της, αγνοήθηκαν τόσο σύντομα και τόσο επιδεικτικά από τρίτη χώρα και μάλιστα υποψήφια προς ένταξη.
Πρόκειται για την περίπτωση της Τουρκίας και το καθεστώς του Ταγίπ Ερντογάν, που λίγες μόνο ημέρες, αν όχι ώρες, μετά την ανακοίνωση του Κειμένου Συμπερασμάτων του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το οποίο ασχολήθηκε ευρέως με την Τουρκία και ρητώς αναφέρει ότι αν συνεχίσει την παραβατική της συμπεριφορά σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου, δύο κράτη-μέλη της Ένωσης, θα ληφθούν κυρωτικά μέτρα εναντίον της, έσπευσε –πριν αλέκτωρ φωνήσαι–, όπως παρατηρούσαμε σε προηγούμενο άρθρο μας, να επιτρέψει στις κατοχικές δυνάμεις στην Αμμόχωστο το άνοιγμα της παραλιακής περιοχής, αγνοώντας τις σχετικές αποφάσεις των ΗΕ.
Παράλληλα, απέστειλε, εκ νέου, για ερευνητικές γεωτρήσεις το «Orus Reis» σε θαλάσσια ζώνη του Καστελλόριζου που βάσει των προβλέψεων του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας ανήκει στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Η συμπεριφορά του τούρκου Προέδρου θέτει, δικαίως, το εύλογο ερώτημα: Το καθεστώς του Ταγίπ Ερντογάν αισθάνεται πολύ ισχυρό για να αγνοεί ή, το σωστότερο, να περιφρονεί τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή η ΕΕ είναι ανίσχυρη ή απρόθυμη να εκφράσει έμπρακτα την αλληλεγγύη της προς τα δύο απειλούμενα από τη Τουρκία κράτη-μέλη, την Ελλάδα και τη Κύπρο;
Βέβαια, θα μπορούσε κανείς με τη μέθοδο της εις άτοπον απαγωγής να προσθέσει και ένα τρίτο στοιχείο. Εκείνο της υποκρισίας και των υστεροβουλιών τρίτων, με υπολογιστικές κινήσεις, προκειμένου να εξαναγκάσουν την Ελλάδα σε διάλογο με διαφορετικό όμως περιεχόμενο και διαφορετική βάση. Όντως είναι απορίας άξιον το γεγονός ότι ο γερμανός υπουργός των Εξωτερικών κ. Χάικο Μάας έσπευσε να επισκεφθεί αυθημερόν Λευκωσία και Αθήνα για να συναντηθεί με τους ομολόγους του κ. Χριστοδουλίδη και κ. Δένδια, ενώ γνώριζε τις θέσεις τους, αφού ήταν μαζί τους μόλις προ δύο ημερών στη συνάντηση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων.
Το γεγονός ότι στην Αθήνα συναντήθηκε και με τον πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη οδηγεί στη σκέψη ότι πολύ πιθανό να ήταν και κομιστής ιδιαίτερων μηνυμάτων και προτάσεων που μπορεί να συζητηθούν ή να μην εγερθούν καθόλου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Πέμπτης (15/10). Σε άλλες εποχές θα μιλούσαμε για μυστική διπλωματία, που στις ημέρες μας είναι δύσκολο να εφαρμοστεί, γιατί υπάρχει ο κοινοβουλευτικός και ο δημόσιος έλεγχος από τα ΜΜΕ. Άλλωστε ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον…
Πολλοί στην κυβέρνηση αλλά και εκτός εξακολουθούν να ελπίζουν σε μια δυναμική παρέμβαση της ΕΕ, που θα εξαναγκάσει την Τουρκία να συμπεριφερθεί ως χώρα που σέβεται τη διεθνή νομιμότητα και δέχεται τις αρχές και αξίες της Ένωσης στην οποία φιλοδοξεί να ενταχθεί, αλλά με τους δικούς της, όπως δηλώνει, όρους. Ακούγεται πολύ ωραίο για να είναι αληθινό, όπως λέει μια ιταλική παροιμία. Γιατί η ΕΕ απέχει πολύ από αυτό που δηλώνει η ονομασία της. Γιατί δεν διαθέτει δύο βασικά στοιχεία. Κοινή Άμυνα και κοινή εξωτερική πολιτική. Για την Άμυνα στηρίζεται αποκλειστικά στο ΝΑΤΟ, το οποίο όμως κυριαρχείται από την υπερατλαντική δύναμη, τις ΗΠΑ, τα συμφέροντα των οποίων δεν συμπίπτουν αναγκαστικά με εκείνα της ΕΕ.
Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, υπερισχύουν οι θέσεις των χωρών-μελών που έχουν ειδικά συμφέροντα σε μια περιοχή, όπως π.χ., στην Τουρκία. Σύμφωνα με ειδησεογραφικές πληροφορίες από ελληνικά και διεθνή ΜΜΕ, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που συνήλθε την περασμένη Πέμπτη 15 δεν αναμενόταν (μέχρι την ώρα τουλάχιστον που γράφονταν αυτές οι γραμμές) να συζητήσει την επιβολή κυρωτικών μέτρων κατά της Τουρκίας, η οποία μέσα σε λίγες ημέρες έδειξε μεγίστη αδιαφορία ή και περιφρόνηση στα συμπεράσματα του πρόσφατου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Οι ελληνικές λέξεις «ουτοπία» και «ουτοπιστές» θα ταίριαζαν απόλυτα σε όσους βασίζονται και προσδοκούν έμπρακτη αλληλεγγύη από την ΕΕ. Το ίδιο ισχύει και για την Τουρκία, ειδικά για όσους έτρεφαν ψευδαισθήσεις ότι η ένταξή της στην ΕΕ θα σηματοδοτούσε και την αποδοχή των αρχών και αξιών του δυτικού κόσμου. Γιατί ο τουρκικός λαός είναι παντελώς ξένος προς τις δυτικές παραδόσεις. Τα αποδεικνύουν οι συμπεριφορές του καθεστώτος Ερντογάν, το οποίο κινείται σε λογικές των πρώτων τουρκομάνων προγόνων του, που από τις στέπες της Ασίας βρέθηκαν στις ακτές του Αιγαίου και της Μεσογείου, το Μάρε Νόστρουμ των Ρωμαίων.
Οι Τούρκοι, και όχι μόνο ο Ερντογάν, δεν μπορούν να κατανοήσουν, πόσω μάλλον να αποδεχθούν, τις αρχές και τις αξίες της Δύσης, ούτε την έννοια του Δικαίου, όπως την εκφράζει ο ελληνορωμαϊκός πολιτισμός. Την ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση την εννοούν σαν μια γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Ποιος όμως θα αποκόμιζε όφελος από μια τέτοια συνάντηση; Προ της φανερής αδυναμίας ή μάλλον απροθυμίας της ΕΕ να αντισταθεί στον Ερντογάν και να εκφράσει έμπρακτα τη συμπαράστασή της σε Ελλάδα και Κύπρο, που υφίστανται τις τουρκικές προκλήσεις και απειλές, τι δέον γενέσθαι; Α) Σε εσωτερικό πεδίο πρέπει να επιδιωχθεί συναίνεση, η μεγαλύτερη δυνατή, μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Β) Ενίσχυση της αποτρεπτικής αμυντικής ικανότητας των Ενόπλων Δυνάμεων. Γ) Έντονη διπλωματική δραστηριότητα με εμπεριστατωμένη ενημέρωση των φίλιων και άλλων χωρών για τις πραγματικές επιδιώξεις της Τουρκίας και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Κυρίως πρέπει να επισημανθούν οι ομοιότητες της συμπεριφοράς του καθεστώτος Ερντογάν με άλλα ζοφερά προηγούμενα της πρόσφατης ευρωπαϊκής ιστορίας και ότι οι ανοχές έναντι της πολιτικής των εκβιασμών και απειλών δεν προμηνύουν ουδέν θετικόν για την Ευρώπη.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ