Δεν χωράει κανένας εφησυχασμός – Του Χ. ΣΤΡΑΤΗ

Δεν χωράει κανένας εφησυχασμός – Του Χ. ΣΤΡΑΤΗ

Γράφει ο
ΧΑΡΗΣ ΣΤΡΑΤΗΣ
Συνήγορος Πολιτικής Αγωγής των κομμουνιστών και συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ


Η καταδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου για τους εγκληματίες Χρυσαυγίτες αποτελεί το ε­πιστέγασμα ενός επίπονου και χρονοβόρου αγώνα πεντέμισι ετών, κατά τον οποίο αποδείχθηκε με συντριπτικά στοιχεία τόσο η ναζιστική ιδεολογία της Χρυσής Αυγής όσο και τα ε­γκλήματα στα οποία η εφαρμογή της ιδεολογίας αυτής ο­δηγεί. Αποτελεί, επίσης, τη δικαίωση της Μάγδας και του Τάκη Φύσσα, του πατέρα του Σαχζάτ Λουκμάν, των θυμάτων της ΧΑ και των οικογενειών τους, που θα δουν τους ναζιστές Χρυσαυγίτες στη φυλακή.

Παρά τη –μη ορθή κατά τη γνώμη μας– μετατροπή της κατηγορίας της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά των συνδικαλιστών κομμουνιστών του ΠΑΜΕ, η υπόθεση αυτή παραμένει μία από τις σπουδαιότερες του κατηγορητηρίου, καθώς αποκάλυψε με τον πλέον καθαρό τρόπο την καθοδήγηση των ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής από την ηγεσία της, το μίσος της για το εργατικό και λαϊκό κίνημα, τη σχέση της ναζιστικής οργάνωσης με τον εργοδοτικό μηχανισμό και τον βρώμικο συστημικό της ρόλο.

Είναι έτσι πολύ σημαντικό που η υπόθεση αυτή παρέμεινε στο κάδρο της εγκληματικής οργάνωσης, με την καταδίκη των επικεφαλής της επίθεσης για το αδίκημα της ένταξης στην εγκληματική οργάνωση της ΧΑ.

Όλα αυτά τα πεντέμισι χρόνια, η πολιτική αγωγή εργάστηκε με επιμονή και συλλογικότητα, αναμετρούμενη με ένα τεράστιο αποδεικτικό υλικό, χωρίς ωστόσο να έχει τη βοήθεια από όσους, όλως όψιμα, κάτω από την πίεση ενός διογκούμενου λαϊκού κινήματος, που ζητούσε την καταδίκη των ναζιστών, γέμισαν με αντιφασιστικό οίστρο και καταδίκαζαν τον φασισμό.
Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος της δίκης θάφτηκε από τα ΜΜΕ, με ελάχιστες έως μηδενικές αναφορές, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Επίσης, παρά τις εκκλήσεις της πολιτικής αγωγής για τη διεξαγωγή της δίκης στην αίθουσα συνεδριάσεων του Εφετείου Αθηνών και την αποκλειστική ενασχόληση των εφετών δικαστών με αυτήν, η δίκη είχε εξοριστεί στις γυναικείες φυλακές του Κορυδαλλού και γινόταν μη επαρκής αριθμός συνεδριάσεων κατά μήνα, λόγω της απασχόλησης των δικαστών και με άλλα καθήκοντα.
Παρά την καταδίκη της Χρυσής Αυγής δεν χωράει κανένας εφησυχασμός. Όπως λέει ο γνωστός στίχος «Μα πάλι θε ν’ απλώσει σα χολέρα πατώντας πάνω στην ανεμελιά σου και δίπλα σου θα φτάσει κάποια μέρα αν χάσεις τα ταξικά γυαλιά σου».

Ο φασισμός παραμονεύει στο μάντρωμα μεταναστών στις Μόριες και στα άλλα στρατόπεδα-φυλακές και σε απόψεις δήθεν έγκριτων πολιτικών και δημοσιογράφων, που ζητούν τη μεταφορά τους στα ξερονήσια και στους τόπους εξορίας.

Επωάζεται σε αντιδραστικά συνθήματα που ακούστηκαν και στο πρόσφατο παρελθόν σε πλατείες, όπως «έξω τα κόμματα και τα συνδικάτα».

Δυναμώνει στην αστυνομική βία, που στρέφεται κατά εργατών, φοιτητών, μαθητών, που χτυπά και συλλαμβάνει στον σωρό. Θρέφεται από τη λεγόμενη θεωρία των δυο άκρων, τον αντικομμουνισμό, την εξίσωση του κομμουνισμού με τον φασισμό. Θρέφεται, επίσης, απ’ την ανοχή που το αστικό πολιτικό σύστημα δείχνει απέναντι σε τέτοιες διώξεις.

Θεριεύει ιδίως σε συνθήκες οξείας καπιταλιστικής κρίσης και μετατρέπεται σε μαντρόσκυλο του συστήματος και μπράβο των εργοδοτών.

Έτσι, η πάλη κατά του φασισμού δεν μπορεί παρά να είναι και πάλη κατά του καπιταλιστικού συστήματος, που τον γεννά και τον αξιοποιεί, πάλη για τη δημιουργία μιας ανώτερης κοινωνίας, που θα καταργεί την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και τις α­ντιθέσεις και τα τέρατα που αυτή γεννά, πάλη για τον σοσιαλισμό.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ