Αναπολούμε την παλιά οικογένεια…
Της ΕΛΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ – ΛΑΜΠΡΑΚΗ
Το θέαμα των απόμαχων της ζωής είναι τραγικό, θλιβερό, απαράδεκτο.
Η μάνα ή ο πατέρας, ο δικός μου, ο δικός σου, που βρίσκεται στη μέση αυτού του θανατηφόρου κυκλώνα προκαλεί θλίψη. Η αφέλεια, το «δεν βαριέσαι», ακόμα και η αίσθηση ότι τίποτε δεν πρόκειται να συμβεί αν επικοινωνήσω με τον οποιοδήποτε συνάνθρωπο χωρίς προφυλάξεις είναι δείγμα μιας ανεύθυνης συμπεριφοράς, που τα αποτελέσματά της είναι θλιβερά.
Γέμισαν τα ασθενοφόρα από τα γερασμένα κορμιά των ανήμπορων γιαγιάδων και παππούδων, που, καθώς δεν έχουν το κουράγιο να εξυπηρετήσουν τον εαυτό τους, καταλήγουν έρμαιο του κάθε αφελούς και ανεύθυνου επισκέπτη.
Είναι δυνατόν σε ένα γηροκομείο, που αυτήν τη στιγμή είναι η στέγη των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας, να θερίζει η Covid-19 όλους αυτούς τους ανθρώπους; Καμιά φορά σκέφτομαι, και μάλιστα σήμερα, ύστερα από αυτά τα γεγονότα, ότι η λύση του γηροκομείου μπορεί να εξυπηρετεί, όμως, από την άλλη, είναι σαν να εγκαταλείπεις στα χέρια ξένων τους ανθρώπους που σε έφεραν στη ζωή. Χάνουν την επαφή με την οικογένεια, την αγάπη, τη θαλπωρή. Εκτός από τις περιπτώσεις που δεν υπάρχει τρόπος να κρατηθεί ένας παππούς ή μια γιαγιά στο σπίτι.
Έτσι, χωρίς να το θέλουμε, εμείς οι μεγαλύτεροι αναπολούμε την εικόνα της παλιάς οικογένειας. Ήταν οι γονείς, οι παππούδες, τα παιδιά. Πόσο πολύ θυμάμαι τις ιστορίες που μου διηγούνταν ο δικός μου παππούς ή τα πειράγματα στη γιαγιά, μια γλυκιά γριούλα που περηφανευόταν για τη μαγειρική της.
Και όλα αυτά, μια ολοκληρωμένη εικόνα, έχουν μείνει στη μνήμη μου. Ήταν αλλιώτικα όλα τότε. Οι γιορτές, τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, τα καλοκαίρια. Ήταν όλα πιο απλά και η καθημερινότητα ήταν γεμάτη ζωντάνια, φωνές παιδικές, γεροντίστικες και τρυφερές. Όμως σήμερα δεν έχουμε παρά να προσπαθήσουμε να τους φέρουμε πιο κοντά μας, για να μην ξαναδούμε αυτό το τόσο απάνθρωπο θέαμα.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ