Ευρ. Στυλιανίδης στο «Π»: Η Ελλάδα επιστρέφει…
Του
Δρος ΕΥΡΙΠΙΔΗ ΣΤ. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗ
Βουλευτή Ροδόπης – πρ. Υπουργού
Επίκ. Καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου
Είναι η πρώτη φορά μετά το 1974 που το βαθύ αμερικανικό κράτος μετατοπίζεται χαρακτηριστικά υπέρ των ελληνικών συμφερόντων, ανεξάρτητα από τη στάση της πολιτικής ηγεσίας, ξεπερνώντας ίσως την πολιτική των ίσων αποστάσεων με την Τουρκία.
Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ και η Γερουσία δεν θέλουν να χάσουν την Τουρκία αλλά και δεν κρύβουν τη δυσαρέσκειά τους για τη στροφή της προς την Ανατολή και αυτό δεν διστάζουν να το δείχνουν με κάποιες κινήσεις, όπως, π.χ., η ακύρωση των F-35 για την Τουρκία, η άρση του εμπάργκο για τα αμερικανικά όπλα στην Κύπρο, η επέκταση της βάσης στη Σούδα κ.λπ.
Η άρνηση της γείτονος να διευκολύνει τις αμερικανικές επιχειρήσεις στο Ιράκ από τη βάση του Ιντσιρλίκ, η σύγκρουσή της με το Ισραήλ, η εξαγορά ρωσικών οπλικών συστημάτων, ο εναγκαλισμός της Τουρκίας με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και άλλα ακραία κινήματα στην Αίγυπτο και αλλού, οι συγκρούσεις στη Συρία και η επικοινωνία με το ISIS, η παράνομη ανάμειξη στη Λιβύη, η εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη, η εμπλοκή της στη σύγκρουση του Αζερμπαϊτζάν με την Αρμενία, οι μονομερείς επιθετικές ενέργειες σε Ελλάδα και Κύπρο και η γενικότερη συμπεριφορά στην ευρύτερη περιοχή, συνδυασμένα με μια στροφή στον ακραίο, ισλαμικού τύπου, αναθεωρητισμό και τον νεοοθωμανισμό στο εσωτερικό της χώρας κλονίζουν σοβαρά την άποψη της υπερδύναμης.
Παλιότερα, οι ΗΠΑ έβλεπαν στην Τουρκία το πρότυπο μιας ισλαμοδημοκρατίας που συνομιλούσε φιλικά με τα μουσουλμανικά κράτη της περιοχής και την ίδια στιγμή λειτουργούσε ως γέφυρα με τον ευρωατλαντισμό. Κοιτούσε θετικά προς την ΕΕ. Στήριζε τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ και επιδίωκε την καλλιέργεια σχέσεων εμπιστοσύνης και συνεργασίας με την Ελλάδα, παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις σε σειρά θεμάτων. Ο Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν εμφανιζόταν ως ο ισχυρός ηγέτης που μπορούσε να επιβάλει μεταρρυθμίσεις στο στρατοκρατικό καθεστώς της χώρας του, μετριοπάθεια στην έκφραση του σύγχρονου Ισλάμ και σχέσεις μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες.
Δυστυχώς, μετά το πραξικόπημα η ανασφάλεια έγινε κακός σύμβουλος. Τον απομόνωσε από γείτονες και παραδοσιακούς συμμάχους, όπως το Ισραήλ και τα μουσουλμανικά κράτη της Ανατολικής Μεσογείου και του Κόλπου, δυστυχώς τον απομάκρυνε από τη λογική προσέγγισης με την Ελλάδα και τον εγκλώβισε στη στείρα και αδιέξοδη ρητορική των ακραίων εθνικιστών, που του προσφέρουν πολιτική στήριξη από τη μια στο εσωτερικό, του στερούν όμως κάθε έρεισμα στο εξωτερικό. Η ανάγκη του να επιβιώσει τον οδηγεί στην προσπάθεια να αναδείξει την Τουρκία σε ηγεμονική δύναμη της περιοχής, ακόμα και σε σύγκρουση με το ΝΑΤΟ, την ΕΕ, τη Γαλλία, την Αίγυπτο, το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία, τα Αραβικά Εμιράτα. Κι αν ο Τούρκος Πρόεδρος το κάνει αυτό τακτικίστικα, είναι βέβαιο ότι η αντιπολίτευσή του το πιστεύει, διότι μέσα από το εθνικιστικό παραλήρημα αναζητά λαϊκό έρεισμα. Άρα το ζήτημα της Τουρκίας φαίνεται οριζόντιο.
Όλα αυτά διαμορφώνουν σταδιακά την πεποίθηση, τόσο στο Κογκρέσο όσο και στο State Department, ότι όσο η Τουρκία απομακρύνεται από τη λογική και το συνεργατικό πνεύμα, τόσο στην περιοχή θα πρέπει να δημιουργούνται καινούριες δικλείδες ασφαλείας που θα την περιορίζουν και θα την αναγκάζουν να διστάζει να σπάσει τις σχέσεις της με τη Δύση.
Αυτό αναβαθμίζει τον γεωπολιτικό ρόλο της Ελλάδας. Ενισχύει τις σχέσεις μας με τις ΗΠΑ. Διαμορφώνει ένα νέο δίκτυο συνεργασίας Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου – Ισραήλ – Αραβικών Εμιράτων – Σαουδικής Αραβίας. Μας δίνει μια μοναδική ευκαιρία να προωθήσουμε τα ελληνικά δίκαια και συμφέροντα στην περιοχή.
Η επίσκεψη του αμερικανού ΥΠΕΞ κ. Πομπέο, η αναβάθμιση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα και της γαλλικής στην Ανατολική Μεσόγειο, η εξέλιξη του αγωγού EastMed δίνουν τη δυνατότητα, τώρα, να διεκδικήσουμε την εφαρμογή του Δικαίου της Θάλασσας σε ό,τι μας αφορά, κλείνοντας οριστικά το τουρκικό casus belli στην πράξη.
Η Ελλάδα αναζητά την ειρηνική συνύπαρξη, τη συνεργασία και –γιατί όχι– τη φιλία με τους γείτονές της. Εύχεται την επιστροφή του Ταγίπ Ερντογάν στη σωφροσύνη, τη μετριοπάθεια και τη λογική που επιβάλλει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και ο ειλικρινής και έντιμος διάλογος. Ωστόσο πιστεύει ότι η Ιστορία διδάσκει πως μόνο η ενίσχυση της δύναμης αποτροπής και η αποφασιστική στάση των μεγάλων δυνάμεων, όπως οι ΗΠΑ ή η Γαλλία, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ, το δίκτυο κρατών της ευρύτερης γειτονιάς μπορούν να συμβάλουν σε μια πιο διαλλακτική και εποικοδομητική στάση της Τουρκίας.
Το ζήτημα για την ελληνική εξωτερική πολιτική είναι να μάθει να διεκδικεί και όχι μόνο να αποδέχεται. Να αξιοποιεί τις συμμαχίες, πείθοντας τους ισχυρούς ότι τα δικά μας δίκαια ταυτίζονται με τα δικά τους συμφέροντα. Εμμένοντας σε μια εθνική στρατηγική που δεν λειτουργεί ευκαιριακά και δεν ετεροπροσδιορίζεται, αλλά λειτουργεί ρεαλιστικά, αξιακά και προς όφελος όλης της περιοχής.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ