Μιχ. Κριθαρίδης στο «Π»: ΜέΡΑ25: Η Ελλάδα χρειάζεται επαγγελματικό στρατό και εθελοντές εφέδρους

Μιχ. Κριθαρίδης στο «Π»: ΜέΡΑ25: Η Ελλάδα χρειάζεται επαγγελματικό στρατό και εθελοντές εφέδρους


Του
ΜΙΧΑΛΗ ΚΡΙΘΑΡΙΔΗ
Εκπροσώπου Τύπου του ΜέΡΑ25


Τις τελευταίες ημέρες έχει ξεκινήσει ένας διάλογος εξ αφορμής της εξαγγελίας του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ για την αύξηση της στρατιωτικής θητείας στους 12 μήνες και την υποχρεωτική κατάταξη των στρατεύσιμων στα 18. Αποτελούν κι αυτά, μαζί με την ανακοίνωση για προσλήψεις 15.000 επαγγελματικών στελεχών και τη «μητσοτάκειο αγορά» –του αιώνα– εξοπλισμών, μια συστάδα πολιτικών, μέσω των οποίων η κυβέρνηση υποτίθεται πως φιλοδοξεί να θωρακίσει τη χώρα και να ενισχύσει την άμυνά της μετά τα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Για το ΜέΡΑ25 οι Ένοπλες Δυνάμεις χρειάζονται στήριξη και λελογισμένη αναβάθμιση, μιας και η δεκαετία των μνημονιακών πολιτικών έχει πλήξει και την άμυνα της χώρας ποικιλοτρόπως. Δεν είναι τυχαία άλλωστε όσα έγιναν και με την Ελληνική Βιομηχανία Όπλων, τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά αλλά και άλλες μονάδες υποστήριξης των Ενόπλων Δυνάμεων, που μπήκαν κι αυτές στο στόχαστρο της «τρόικας» και της γνωστής δεκαετούς μνημονιακής διαδικασίας ερημοποίησης της χώρας.

Μια τέτοια ενίσχυση όμως δεν θα έρθει με μια κούρσα εξοπλισμών, που θα αυξήσει υπέρογκα το δημόσιο χρέος, για να βγάλουν κέρδος οι υποτιθέμενοι σύμμαχοι επ’ αμοιβή, οι έμποροι όπλων και οι διάφοροι μεσάζοντες. Είμαστε βέβαιοι πως μια τέτοια πολιτική θα αγκαλιαζόταν και από την «τρόικα» (και τα συμφέροντα που εξυπηρετεί), η οποία δεν θα ήταν αντίθετη σε τέτοιες δαπάνες, που θα αύξαναν το δημόσιο χρέος και θα έφερναν ακόμα περισσότερα μέτρα λιτότητας για τους πολίτες, τη στιγμή κιόλας που αντίστοιχες δαπάνες δεν προβλέπονται ούτε για τη δημόσια υγεία ούτε για τη δημόσια παιδεία.

Παράλληλα, η προσπάθεια να περιοριστεί το κόστος των Ενόπλων Δυνάμεων μέσω της αύξησης της στρατιωτικής θητείας δεν βοηθάει ούτε τις ίδιες τις Ένοπλες Δυνάμεις ούτε και τα δημοσιονομικά της χώρας, καθώς μια μεγαλύτερη θητεία σημαίνει μεγαλύτερες δαπάνες, χωρίς όμως και την αποτελεσματικότητα ενός επαγγελματικού προσωπικού. Βέβαια αντιλαμβανόμαστε ότι πέραν των υπολοίπων η κυβέρνηση φλερτάρει με την ιδέα της αύξησης της θητείας και για λόγους επικοινωνιακής διαχείρισης της ανεργίας των νέων, κάτι το οποίο όμως επίσης δεν μπορεί να συνιστά παράγοντα για τον εθνικό σχεδιασμό της θωράκισης της χώρας.

Για το ΜέΡΑ25 δεν θα έπρεπε να υπάρχει υποχρεωτική στρατιωτική θητεία και σε καμιά περίπτωση αύξησή της και προσπάθεια τέτοιου είδους «πειθάρχησης» των παιδιών από τα 18. Χρειάζεται ένας επαγγελματικός στρατός και, παράλληλα, εθελοντικά, όποιος ή όποια το επιθυμεί να κατατάσσεται ως έφεδρος/η, με βασική εκπαίδευση δύο – τρεις μήνες και την επανάληψή της κάθε χρόνο για έναν περίπου μήνα. Επιπλέον, να προβλέπεται και μια σχετική αμοιβή, ώστε να μην αντιμετωπίζουν οι έφεδροι την ιδιωτικοποίηση που υπάρχει μέχρι και στη σημερινή υποχρεωτική στράτευση, όπου απαιτείται μια σειρά από δαπάνες τις οποίες καλείται να πληρώσει ο στρατεύσιμος για τη θητεία του.

Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να υπάρξει πραγματικά εξοικονόμηση πόρων, ώστε τα επαγγελματικά στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων να μην ασχολούνται με όσους καταναγκαστικά στρατεύονται σήμερα για να υπηρετήσουν τη θητεία τους. Ενώ, παράλληλα, όσοι θα κατατάσσονται εθελοντικά, θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μια παλλαϊκή άμυνα της χώρας, στη βάση της πραγματικής βούλησης, που είναι προαπαιτούμενο για την ουσιαστική τους στράτευση.

Είναι λοιπόν ζήτημα οικονομίας, εθνικής ασφάλειας αλλά και σεβασμού της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του ατόμου η κατάργηση της υποχρεωτικής θητείας. Δεν συνιστά ούτε καταχρηστικό αίτημα, ούτε ανεδαφική απαίτηση, ούτε και ιδεαλιστικό πασιφισμό. Πρόκειται για ρεαλιστικό αίτημα, με πολλαπλά οφέλη για την κοινωνία και τις ίδιες τις Ένοπλες Δυνάμεις, που αυτήν τη στιγμή με το υπάρχον σύστημα και την ακόμα χειρότερη αύξηση της υποχρεωτικής θητείας και την υποχρεωτική στράτευση στα 18 δεν μπορεί να εξυπηρετήσει τον σκοπό και την εύρυθμη λειτουργία των Ενόπλων Δυνάμεων.

Κατά τα λοιπά, οι όποιες εθνικιστικές κραυγές και η διαχείριση του ζητήματος με όρους επικοινωνίας και μικροπολιτικής δεν ευνοεί ούτε τη θωράκιση της χώρας ούτε και τις Ένοπλες Δυνάμεις, που αντιμετωπίζονται με δήθεν λύσεις, οι οποίες είναι και σπασμωδικές και προέρχονται από τις ίδιες μνημονιακές κυβερνήσεις, που, πιστές στο «ναι σε όλα», άφησαν την άμυνα της χώρας χωρίς πόρους και τώρα θέλουν να υποκαταστήσουν τις αβελτηρίες τους εξαναγκάζοντας τα νέα παιδιά.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ