Γ. Καμίνης στο «Π»: Πώς θα αποφύγουμε μια νέα Κεφαλονιά;
Του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΜΙΝΗ
Τομεάρχη Προστασίας του Πολίτη
του Κινήματος Αλλαγής, Βουλευτή Επικρατείας
Επιστρέφοντας μεσοβδόμαδα από την Κεφαλονιά και την Ιθάκη, όπου είχα, δυστυχώς, την ευκαιρία να διαπιστώσω ιδίοις όμμασι την τεράστια καταστροφή που υπέστησαν τα δύο νησιά εξαιτίας του «Ιανού», ένα ερώτημα με απασχολούσε σχεδόν αποκλειστικά: Πώς θα μπορέσουμε να αποφύγουμε τέτοιες καταστροφές στο μέλλον; Είναι εφικτό κάτι τέτοιο ή οι καταστροφές αποτελούν μια νομοτέλεια που επιβάλλει η χρόνια ανικανότητα του κράτους και, ολοένα και περισσότερο, η κλιματική αλλαγή;
Στην Αγία Ευφημία της Κεφαλονιάς, την οποία επισκεφτήκαμε, οι κάτοικοι έχουν μάθει να ζουν χρόνια με τις πλημμύρες. Η τελευταία από αυτές μόλις πέρσι. Η βοήθεια όμως που υποσχόταν επί έναν ολόκληρο χρόνο το κεντρικό κράτος έφτασε, υπό τη μορφή δύο μηχανημάτων της Περιφέρειας, δύο μόλις μέρες πριν χτυπήσει ο «Ιανός». Φυσικά, δεν ήταν δυνατόν να περισώσουν τίποτα.
Η Αγία Ευφημία είναι μία περίπτωση που συμπυκνώνει όλη την κακοδαιμονία που κατατρύχει το ελληνικό κράτος: Τα αποψιλωμένα από πυρκαγιές βουνά, τα μπάζα από τις ανεμογεννήτριες, που δεν είχαν καθαριστεί, οι χείμαρροι που συγκλίνουν προς το παραθαλάσσιο χωριό. Πάνω απ’ όλα, η χρόνια αδυναμία του ελληνικού κράτους να ολοκληρώσει τη μελέτη για τη δημιουργία αγωγού και δεξαμενών για να μπορέσει να συμβεί το απλό, τα νερά από τους χειμάρρους να διοχετεύονται στη θάλασσα και όχι στο χωριό.
Η περιοχή πλέον χρειάζεται ένα έργο μεγάλης πνοής για να ανασυνταχθεί. Όπως μου είπε χαρακτηριστικά ένας κάτοικος κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, στην Αγία Ευφημία «πρέπει να μπει η ΜΟΜΑ». Τον ρόλο της θρυλικής τεχνικής μονάδας του Στρατού παίζουν σήμερα στην περιοχή οι άξιες θαυμασμού εθελοντικές ομάδες των κατοίκων, που έχουν πέσει πάνω στο χωριό και βοηθούν όσο μπορούν. Δεν πρέπει να τις αφήσουμε μόνες τους.
Αν κάτι μας έχουν μάθει τα τελευταία χρόνια, είναι πόσο εύθραυστες είναι πλέον οι ζωές μας απέναντι στις φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές. Ακριβώς για τον λόγο αυτό στο Κίνημα Αλλαγής, εδώ και έναν χρόνο, έχουμε δώσει πολύ μεγάλη έμφαση στην Πολιτική Προστασία. Τονίζουμε, σε κάθε ευκαιρία, την αξία της πρόληψης, η οποία σώζει ζωές, και περιουσίες. Οι απαντήσεις μας δεν μπορούν πια να είναι μόνο έκτακτες και συγκυριακές, γιατί οι καταστροφές δεν έχουν πια έκτακτο χαρακτήρα. Η κλιματική αλλαγή είναι πλέον μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα. Οφείλουμε, συνεπώς, να μάθουμε να ζούμε με αυτήν τη δαμόκλειο σπάθη πάνω από το κεφάλι μας. Δεν μπορούμε απλώς να αποδεχόμαστε μοιρολατρικά τις συνέπειές της. Αντίθετα, πρέπει να επιτείνει τα αντανακλαστικά μας, να δρούμε νωρίτερα, πιο οργανωμένα, πιο στοχευμένα.
Ως Κίνημα Αλλαγής έχουμε τονίσει πως χρειαζόμαστε ένα σαφές θεσμικό πλαίσιο για το πριν (πρόληψη και ετοιμότητα), για την κρίσιμη στιγμή (αντίδραση) και για το μετά (αποκατάσταση). Δυστυχώς, η κυβέρνηση, ενώ στα χαρτιά αναγνώρισε αυτήν τη νέα ανάγκη, δημιουργώντας για πρώτη φορά ένα υφυπουργείο Πολιτικής Προστασίας, συνεχίζει να λειτουργεί με όρους του παρελθόντος.
Ο ν. 4662/2020 για την Πολιτική Προστασία, που έφερε στη Βουλή, κάνει ακριβώς το αντίθετο. Αυξάνει την πολυπλοκότητα και τη γραφειοκρατία του συστήματος, χωρίς ιδιαίτερη μέριμνα για την πρόληψη, με την ευθύνη την κρίσιμη ώρα επί της ουσίας να χάνεται. Η αποκέντρωση δεν έχει προχωρήσει ακόμα, αφού επτά μήνες μετά την ψήφιση του νόμου ακόμα δεν γνωρίζουμε πόσα από τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Κέντρα Πολιτικής Προστασίας έχουν λειτουργήσει και σε ποιο στάδιο βρίσκεται η δημιουργία των υπολοίπων.
Οι αποτυχίες της Πολιτείας στην αντιμετώπιση καταστροφών δεν επιφέρουν μόνο τραγικές απώλειες ζωών και ανυπολόγιστες υλικές ζημιές. Τα νερά των ποταμών στην Αγία Ευφημία και το Μουζάκι δεν διαβρώνουν μόνο το έδαφος που βρίσκουν στο διάβα τους. Διαβρώνουν και ένα κομμάτι του κοινωνικού συμβολαίου: Την ίδια την πίστη των πολιτών στη δυνατότητα της Πολιτείας να τους προστατέψει. Η απελπισία που είδα στα μάτια των ανθρώπων στην Κεφαλονιά και την Ιθάκη πρέπει να απαλυνθεί. Ας ξεκινήσουμε να διορθώνουμε αυτά που μπορούμε.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ