Η Γαλλική στρατηγική παρέμβαση αλλάζει τα δεδομένα στην Ανατολική Μεσόγειο – Ανάλυση του Π. Νεάρχου
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Oι δηλώσεις του Γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν προς τον Τύπο και η Διακήρυξη των Επτά Ευρωμεσογειακών χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως στη Διάσκεψη της Κορσικής, στις 10 Σεπτεμβρίου, δίνουν το στίγμα μιας νέας καταστάσεως στη Μεσόγειο. Καταλύτης είναι η δυναμική, στρατηγικού χαρακτήρα παρέμβαση του Γάλλου Προέδρου στην Ανατολική Μεσόγειο, ειδικότερα ως απάντηση στις Τουρκικές προκλήσεις, τις ηγεμονικές φιλοδοξίες και την απειλή πολέμου που επισείει η Άγκυρα κατά της Ελλάδος και της Κύπρου.
Η Διακήρυξη των επτά χωρών αναφέρει συγκεκριμένα στην παράγραφο 6, σε σχέση με την Ελλάδα και την Κύπρο και τις Τουρκικές προκλήσεις: «Επαναλαμβάνουμε την πλήρη υποστήριξή μας και την αλληλεγγύη μας προς την Κύπρο και την Ελλάδα εν όψει των επανειλημμένων παραβιάσεων της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων τους, καθώς και των αντιπαραγωγικών ενεργειών της Τουρκίας. Καλούμε όλες τις χώρες της περιοχής να συμμορφωθούν με το διεθνές δίκαιο, ιδίως το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο και ενθαρρύνουμε όλα τα μέρη να επιλύσουν τις διαφορές τους μέσω διαλόγου και διαπραγματεύσεων».
Δεν λείπουν, βεβαίως, από τη Διακήρυξη αμφίσημες διατυπώσεις, που εκφράζουν διαφορετικές προσεγγίσεις ορισμένων χωρών, που αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στις σχέσεις τους με την Τουρκία. Το σημαντικό όμως είναι ότι όλες οι χώρες αναγνωρίζουν ως πλαίσιο αναφοράς το ισχύον θαλάσσιο δίκαιο και ότι οι Τουρκικές προκλήσεις συνιστούν παραβίαση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδος και της Κύπρου και εκφράζουν αλληλεγγύη με αυτές.
Το σημαντικότερο, προφανώς, είναι η αποφασιστική στάση της Γαλλίας, η οποία εκπέμπει τρία βασικά μηνύματα:
α. Μήνυμα προς την Άγκυρα και τον αλαζόνα ηγέτη της ότι η Γαλλία δεν θα ανεχθεί, αλλά θα αντιταχθεί, συμπαρατασσόμενη με τις χώρες της περιοχής, στα μεγαλεπήβολα Τουρκικά σχέδια για εγκαθίδρυση ηγεμονίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
β. Μήνυμα προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, με πρώτο αποδέκτη τη Γερμανία, ότι δεν μπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να συνεχίσει να πορεύεται, χωρίς την αναγκαία γεωπολιτική και στρατηγική διάσταση, αφήνοντας άλλους παίκτες να καλύψουν το κενό, όπως επιχειρεί να πράξει τώρα η Τουρκία, ακόμα και σε χώρους που είναι ζωτικότατης σημασίας για την Ευρώπη, όπως η Ανατολική Μεσόγειος.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να αφήσει την κάλυψη της διαστάσεως αυτής στο ΝΑΤΟ, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Ο κόσμος είναι σήμερα πολύ διαφορετικός και η Ευρώπη πρέπει να αναπτύξει η ίδια, σταδιακά, τη στρατηγική και τα μέσα για την προάσπιση των συμφερόντων της και την άσκηση του ρόλου που της αναλογεί στην άμεση περιφέρειά της αλλά και στα παγκόσμια πράγματα. Η Γαλλία εντάσσει στο ευρύτερο αυτό πλαίσιο την εταιρική αμυντική σχέση που προωθεί με την Ελλάδα και την Κύπρο.
γ. Μήνυμα αλλά και πρόσκληση συνεργασίας και συμπαρατάξεως προς τις άλλες Ευρωμεσογειακές αλλά και μη Ευρωπαϊκές Μεσογειακές χώρες για εγκαθίδρυση στη Μεσόγειο μιας νέας τάξεως Μεσογειακής Ειρήνης και Συνεργασίας, με εγγύηση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και πρωτοπόρο και πρωταγωνιστή τη Γαλλία.
Αντιλαμβάνεται κανείς πόση ιδιαίτερη σημασία έχει για την Ελλάδα και την Κύπρο η Γαλλική αυτή στρατηγική, που περιέχει ως βασική συνισταμένη της την αμυντική κάλυψή τους έναντι της Τουρκικής απειλής. Η πολιτική αυτή έχει πάρει συγκεκριμένη μορφή με την ετοιμότητα παροχής στην Ελλάδα των αναγκαίων μέσων για την ενίσχυση της αποτροπής της έναντι της Τουρκίας και υπογραφής εταιρικής αμυντικής συμφωνίας, που να περιλαμβάνει ρήτρα αμυντικής συνδρομής σε περίπτωση Τουρκικής επιθέσεως. Έχει πάρει επίσης συγκεκριμένη μορφή με την υπογραφή με την Κύπρο συμφωνίας στρατιωτικής συνεργασίας, που περιλαμβάνει Γαλλική στρατιωτική παρουσία στην Κύπρο.
Η Γαλλική αυτή πολιτική και στρατηγική, με τις διαστάσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω, συναρμόζεται με τις περιφερειακές συμμαχίες, στις οποίες προσβλέπουν και η Ελλάδα και η Κύπρος. Συγκεκριμένα με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και σ’ ένα μέρος με τη Σαουδική Αραβία. Ασφαλώς, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει τον ρόλο στην περιοχή άλλων μεγάλων δυνάμεων, κατά πρώτο λόγο των ΗΠΑ. Η Ελλάδα όμως, όπως και η Κύπρος, έχει πολύ πικρή πείρα της Αμερικανικής πολιτικής, που επιδιώκει συνεχώς να θωπεύει την Άγκυρα, είτε ακολουθώντας πολιτική «ίσων αποστάσεων», ακόμη και όταν η Άγκυρα ασκεί απροκάλυπτα επεκτατική και επιθετική πολιτική κατά της Ελλάδος και της Κύπρου, είτε συντασσόμενη ανοικτά με την Άγκυρα, όπως έγινε το 1974, με τον Αττίλα Ι και ΙΙ.
Η Ελλάδα έχει επίσης πικρή πείρα από την Αμερικανική πολιτική στο επίπεδο των εξοπλισμών. Οι ΗΠΑ αρνούνται συστηματικά να αποδεσμεύσουν για την Ελλάδα όπλα στρατηγικής σημασίας που είναι απαραίτητα για την Ελληνική άμυνα, για να μη διαταραχθεί, υποτίθεται, η ισορροπία με την Τουρκία. Η τακτική αυτή δεν αφορά μόνο το παρελθόν. Φαίνεται να ισχύει και σήμερα, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι δεν έχουν αποδεσμευθεί για την Ελλάδα αεροπορικοί πύραυλοι μακρού πλήγματος, που έχουν αποδεσμευθεί για άλλες συμμαχικές χώρες, περιλαμβανομένης της Τουρκίας. Το γεγονός αυτό είναι ακόμη πιο απαράδεκτο, εάν μπει στο πλαίσιο των οφειλομένων προς την Ελλάδα ανταλλαγμάτων για την υπογραφή της Ελληνο-Αμερικανικής Στρατηγικής Συμφωνίας, με την οποία οι ΗΠΑ εξασφάλισαν από την Ελλάδα ουσιαστικά ό,τι ήθελαν (Σούδα, Στεφανοβίκειον, Αλεξανδρούπολη). Το ετεροβαρές της Συμφωνίας αυτής φαίνεται επίσης από την άρνηση των ΗΠΑ να ανταποκριθούν στις ανάγκες του Ελληνικού Ναυτικού και της απαιτούμενης Ελληνο-Τουρκικής ισορροπίας στο Αιγαίο με την αποδέσμευση δύο ικανών σκαφών, με υψηλές δυνατότητες αντιαεροπορικής άμυνας, όπως, π.χ., τα αντιτορπιλικά Arleigh Burke, με το αιτιολογικό ότι δεν έχουν ακόμη τεθεί εκτός υπηρεσίας από το Αμερικανικό Ναυτικό.
Παρόμοια πολιτική ακολουθεί, σε παρασκηνιακή συνεννόηση με τις ΗΠΑ, η Γερμανία της καγκελαρίου Μέρκελ. Επιζητώντας ρόλο μεσολαβητή μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, καταλήγει σε πολιτική «ίσων αποστάσεων» με πρόσχημα την «αποκλιμάκωση». Γιατί όμως ο Ερντογάν να δεχθεί την αποκλιμάκωση, χωρίς την προηγούμενη αποδοχή από την Ελλάδα των αυθαιρέτων αξιώσεων και διεκδικήσεών του; Η κλιμάκωση και η δημιουργία εντάσεως είναι το εργαλείο και το όπλο του για να ασκήσει πίεση και εκβιασμό στην Ελλάδα. Προφανώς, η πολιτική των «ίσων αποστάσεων» τον εξυπηρετεί.
Αυτό που πραγματικά θα απέτρεπε τον Ταγίπ Ερντογάν είναι η σαφής τοποθέτηση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και η αλληλεγγύη με την Ελλάδα και την Κύπρο στην πράξη. Είναι επίσης η ισχύς που θα κάνει τον Ερντογάν να συνειδητοποιήσει ότι η Ελληνική εθνική ισχύς, σε συνδυασμό με τη Γαλλική στρατηγική συνδρομή και τη συμπαράσταση των άλλων περιφερειακών συμμάχων της Ελλάδος, μπορεί να ανασχέσει τους μεγαλεπήβολους Τουρκικούς σχεδιασμούς και να προασπίσει αποτελεσματικά τον Ελληνικό εθνικό χώρο και την Ελληνική ΑΟΖ.
Στο πνεύμα αυτό, η Ελλάδα οφείλει τάχιστα να προωθήσει και να σφυρηλατήσει τη στρατηγική της συμμαχία με τη Γαλλία, απορρίπτοντας πιέσεις για τον περιορισμό της σημασίας της και των αμυντικών προμηθειών που έχει επείγουσα ανάγκη. Η αναφορά αυτή δεν γίνεται χωρίς λόγο. Ασκήθηκαν πιέσεις για να μη προμηθευθεί η Ελλάδα τις φρεγάτες Belh@rra, με τους πυραύλους Scalp, με πρόσχημα το υψηλό κόστος. Οι προμήθειες από τη Γαλλία δεν είναι απλές εμπορικές πράξεις. Συνδέονται με μια στρατηγική που έχει ανάγκη σήμερα η χώρα και η οποία μπορεί να αναδειχθεί σε ιστορική ευκαιρία για την ασφάλεια και μια νέα προοπτική.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ