Πρ. Παυλόπουλος: Οι απαιτήσεις για γερμανικές αποζημιώσεις είναι πάντα νομικά ενεργές
«Οι απαιτήσεις της Ελλάδας κατά της Γερμανίας για το κατοχικό δάνειο και για τις επανορθώσεις είναι πάντα νομικώς ενεργές και δικαστικώς επιδιώξιμες» διαμήνυσε ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Επίτιμος Καθηγητής του ΕΚΠΑ κ. Προκόπιος Παυλόπουλος, σε Διαδικτυακή Εκδήλωση για την 77η Επέτειο του Ολοκαυτώματος της Βιάννου, με θέμα: «Οι απαιτήσεις της Ελλάδας κατά της Γερμανίας για το κατοχικό δάνειο και για τις επανορθώσεις των ζημιών της ναζιστικής θηριωδίας».
Συγκεκριμένα ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναφέρει::
Στην σύντομη αυτή παρέμβασή μου θ’ αναφερθώ, πρώτον στο χρονικό της τραγωδίας του Ολοκαυτώματος της Βιάννου. Kαι, δεύτερον, στο ζήτημα των διεκδικήσεων της Ελλάδας ως προς το κατοχικό δάνειο και τις επανορθώσεις των εν γένει ζημιών τις οποίες προκάλεσε η βάρβαρη γερμανική κατοχή.
Ι. Το χρονικό της τραγωδίας του Ολοκαυτώματος της Βιάννου.
Το Ολοκαύτωμα της Βιάννου αποτελεί μία από ηρωϊκότερες, ως προς το φρόνημα και την αγωνιστικότητα των Ελλήνων, αλλά και τις τραγικότερες, ως προς την κατάληξή τους, ιστορίες της Ελληνικής Αντίστασης κατά των Ναζί κατακτητών. Συνιστά, ταυτοχρόνως, «μαύρη σελίδα» για τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό του 20ου αιώνα, καθώς επιβεβαιώνει πλήρως τον χαρακτηρισμό της Ευρώπης, σε αυτή την περίοδο, ως «Σκοτεινής Ηπείρου», από τον ιστορικό Μαρκ Μαζάουερ. Σήμερα, κατά την 77η επέτειο των τραγικών γεγονότων που έλαβαν χώρα στο διάστημα από 14-16 Σεπτεμβρίου 1943, κλίνουμε όλοι μας ευλαβικά το γόνυ μπροστά στα μνημεία αυτής της ανελέητης σφαγής και τιμούμε την μνήμη των θυμάτων της.
Α. Ως γνωστόν, μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, το Ηράκλειο βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή, ενώ το Λασίθι αλλά και τα χωριά της Βιάννου ήταν υπό ιταλική κατοχή. Μετά την κατάληψη της Κρήτης, και έως το 1942, δημιουργήθηκαν στην περιοχή ομάδες Αντίστασης από τους κατοίκους της. Μία από τις ομάδες αυτές ήταν του Μανόλη Μπαντουβά. Από το 1942 και μετά οι Γερμανοί άρχισαν να παρεμβαίνουν στην περιοχή, κυρίως δε στην Βιάννο και στα παραλιακά χωριά της Άρβης και του Τσούτσουρου. Τον Μάιο του 1943 εγκατέστησαν φυλάκιο με τρείς στρατιώτες στην Κάτω Σύμη. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943, η Ιταλία συνθηκολογεί και αρχίζει να φημολογείται ότι οι Άγγλοι θα επιχειρούσαν απόβαση στην Κρήτη και, συγκεκριμένα, στην παραλία των επαρχιών της Βιάννου και της Ιεράπετρας. Ακόμη διεκινείτο η φήμη ότι ο Μπαντουβάς βρισκόταν σε συνεννόηση με τον διοικητή των ιταλικών στρατευμάτων του Ν. Λασιθίου, στρατηγό Κάρτα, για να παραδώσουν οι Ιταλοί τον οπλισμό τους στους αντάρτες και, όσοι από αυτούς ήθελαν, να πολεμήσουν μαζί τους Κρήτες εναντίον των Γερμανών.
1. Τα νέα αυτά δημιούργησαν κλίμα ενθουσιασμού στους κατοίκους. Ο Μπαντουβάς, το βράδυ της 9ης προς την 10η Σεπτεμβρίου 1943, δίνει διαταγή να εξουδετερωθεί το φυλάκιο. Οι αντάρτες εισβάλλουν στο φυλάκιο την νύχτα και επιχειρούν να συλλάβουν κοιμώμενους δύο Γερμανούς στρατιώτες, όμως ακολουθεί μάχη, κατά την οποία οι στρατιώτες αυτοί σκοτώνονται. Οι Γερμανοί, όταν εντοπίζουν τα πτώματα, στέλνουν 165 άντρες στην περιοχή, προκειμένου να διερευνήσουν τι έγινε. Ο Μπαντουβάς στήνει ενέδρα με τέσσερις ομάδες ανταρτών, έχοντας επικεφαλής τους Χρήστο Μπαντουβά, Γιώργη Νιριανό, Γιάννη Ποδιά και Δημήτρη Παπά, τοποθετημένες σε κατάλληλες θέσεις στην Κάτω Σύμη και στα υψώματα που βρίσκονται στην ανατολική και δυτική πλευρά της κοιλάδας, μέσα από την οποία περνά ο δρόμος προς την Κάτω Σύμη. Οι Γερμανοί είχαν πιάσει αιχμαλώτους από τα γύρω χωριά, τους οποίους είχαν βάλει μπροστά, σαν ασπίδα. Σκόπευαν να τους εκτελέσουν ως αντίποινα για τον φόνο των δύο Γερμανών στρατιωτών.
2. Κατά τις 10 το πρωί της 12ης Σεπτεμβρίου, αρχίζουν να μπαίνουν στην κοιλάδα με τους ομήρους μπροστά. Οι αντάρτες, που αναγνώρισαν τους ομήρους, επιτέθηκαν στους Γερμανούς από ανατολικά, με αποτέλεσμα οι όμηροι να ελευθερωθούν και να ενωθούν με τους αντάρτες. Ακολούθησε μεγάλη μάχη στην περιοχή μεταξύ Σύμης και Πεύκου, η οποία κράτησε ως αργά και στην οποία ηττήθηκαν οι Γερμανοί.
Β. Ο στρατηγός Μπρούνο Μπρόγιερ, Διοικητής του Φρουρίου Κρήτης, εξοργισμένος για την ήττα του, εκδίδει την ακόλουθη διαταγή: «Καταστρέψατε την επαρχία Βιάννου. Εκτελέσατε πάραυτα, χωρίς διαδικασία, τους άρρενες που είναι πάνω από 16 ετών, καθώς και όλους όσοι συλλαμβάνονται στην ύπαιθρο, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας». Την διαταγή εκτέλεσε ο στυγερός σφαγέας Φρίντριχ-Βίλχελμ Μύλλερ.
1. Πάνω από 2000 άντρες του γερμανικού στρατού κατέφθασαν έτσι στην Βιάννο και χωρίστηκαν σε ομάδες, για να θέσουν σ’ εφαρμογή την συστηματική καταστροφή των χωριών και την εξολόθρευση των κατοίκων τους. Στις 13 Σεπτεμβρίου, την παραμονή των ομαδικών εκτελέσεων, συγκέντρωσαν στον Άγιο Βασίλειο όσους βρίσκονταν εκεί και τους διαβεβαίωσαν ότι όσοι θα επέστρεφαν στα σπίτια τους δεν θα πάθαιναν τίποτα, ενώ όσοι θα βρίσκονταν εκτός αυτών θα θεωρούνταν αντάρτες, οπότε θα εκτελούνταν επί τόπου και τα σπίτια τους θα καίγονταν. Η είδηση διαδόθηκε και στα γύρω χωριά, και έτσι πολλοί που κρύβονταν γύρισαν στα σπίτια τους.
2. Την επόμενη ημέρα, το πρωί, ξεκίνησε η καταστροφή. Την Τρίτη, 14 Σεπτεμβρίου 1943, δηλαδή ανήμερα της εορτής του Τίμιου Σταυρού, έβαλαν φωτιά στον Πεύκο και στην Σύμη. Ταυτοχρόνως, επιδόθηκαν σε μαζικές εκτελέσεις, λεηλασίες βανδαλισμούς και κατεδαφίσεις, αφενός στα χωριά Κεφαλοβρύσι, Κάτω Σύμη, Πεύκο, Βαχό, Αμιρά, Άγιο Βασίλειο, Άνω Βιάννο, Συκολόγο, Κρεββατά, Καλάμι και Λουτράκι, της περιοχής της Βιάννου. Και, αφετέρου, στα χωριά, Μύρτο, Γδόχια, Ρίζα, Μουρνιές, Μύθους, Μάλλες, Χριστό, καθώς και Μεταξοχώρι (πρώην Παρσά), της περιοχής της Ιεράπετρας. Όλοι οι άνδρες ηλικίας από 16 ετών και άνω που βρέθηκαν στα προαναφερθέντα χωριά εκτελέσθηκαν. Σύμφωνα με μαρτυρίες, το βράδυ οι Γερμανοί γιόρτασαν τη νίκη τους, μεθώντας, χορεύοντας και τραγουδώντας, χλεύαζαν τις γυναίκες που έκλαιγαν τους νεκρούς τους και εξυμνούσαν τον Χίτλερ και την Γερμανία. Τρομοκρατώντας τους επιζήσαντες, δεν επέτρεψαν αρχικά να ταφούν τα πτώματα, διαπράττοντας μεγίστη ύβρη προς τους νεκρούς. Κι όταν, κατόπιν, το επέτρεψαν, αυτό ήταν δύσκολο έως αδύνατο, γιατί οι χαροκαμένες γυναίκες και τα ορφανά δεν είχαν τα απαιτούμενα προς τούτο εργαλεία και το έδαφος ήταν σκληρό.
3. Τις παραπάνω φρικαλεότητες, που ευτελίζουν πλήρως τον Άνθρωπο και τις σύμφυτες προς αυτόν αξίες, περιγράφει η περίφημη έκθεση της «Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη», η οποία φέρει την υπογραφή των σπουδαίων πνευματικών μας ανθρώπων, Ν. Καζαντζάκη, Ι. Κακριδή και Ι. Καλλιτσουνάκη. Ας σημειωθεί ότι η εν λόγω Έκθεση, την οποία ανακάλυψε ο Δήμος Ηρακλείου μετά από προσπάθειες πολλών ετών, συνετάγη κατόπιν εντολής της Κυβερνήσεως Βούλγαρη, «προς διαπίστωσιν των υπό των Γερμανών και Ιταλών κατά την διάρκειαν της κατοχής διαπραχθεισών ωμοτήτων εν Κρήτη», κι αφού προηγήθηκε περιοδεία στο Νησί, στο διάστημα από 29 Ιουνίου έως 6 Αυγούστου 1945.
Γ. Εκτός από τις εκτελέσεις, οι Γερμανοί έκλεισαν στο Γυμνάσιο της Άνω Βιάννου 137 άντρες από τα χωριά Καλάμι και Συκολόγο, ενώ μέσα στο σχολείο είχαν συγκεντρώσει και άλλους ομήρους, ανάμεσα στους οποίους υπήρχαν και γυναίκες.
1. Έτσι, εν συνόλω, οι εγκλεισθέντες από τους Γερμανούς στο Γυμνάσιο πρέπει να ήταν περίπου 300 άτομα, τα οποία σκόπευαν να εκτελέσουν, εάν οι αντάρτες δεν απελευθέρωναν τους ομήρους που είχαν πάρει μαζί τους. Οι αντάρτες όμως δεν ήταν διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε ανταλλαγή και η εκτέλεση αποφεύχθηκε, χάρη στις δραματικές προσπάθειες και παραστάσεις των αντιπροσώπων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και της Εκκλησίας. Κυρίως, χάρη στις επίμονες προσπάθειες του τότε Αρχιμανδρίτη και αργότερα Αρχιεπίσκοπου Κρήτης, Ευγένιου Ψαλιδάκη, και του τότε Επισκόπου Πέτρας, Διονύσιου Μαραγκουδάκη. Οι όμηροι αφέθηκαν τελικά ελεύθεροι στις 25 Σεπτεμβρίου 1943. Ένα μήνα αργότερα, στις 14 Οκτωβρίου, ειδικά συνεργεία Γερμανών κατεδάφισαν με δυναμίτες και πυρπόλησαν τα χωριά Κεφαλοβρύσι, Κρεββατά Πεύκο, Σύμη, Καλάμι και Συκολόγο, καθώς και τα χωριά της δυτικής Ιεράπετρας, Μύρτο, Γδόχια, Μουρνιές και τον οικισμό “Καημένου” της Ρίζας.
2. Το Ολοκαύτωμα της Βιάννου θεωρείται το δεύτερο μεγαλύτερο της Ελλάδας, μετά από εκείνο των Καλαβρύτων. Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων θεωρείται πως είναι 461 άτομα, όμως πολλές πηγές υποστηρίζουν πως ξεπερνάει τα 500. Πάνω από 1000 σπίτια καταστράφηκαν ολοσχερώς. Πήρε δεκαετίες στα περισσότερα χωριά προκειμένου να καταφέρουν να επανέλθουν σε μια κανονικότητα, ενώ όσα χωριά κάηκαν συθέμελα τελικώς ερήμωσαν. Ο Μύλλερ συνελήφθη από τον Κόκκινο Στρατό στην Ανατολική Πρωσία και εκδόθηκε στην Ελλάδα, μαζί με τον Μπρούνο Μπράουερ, όπου καταδικάστηκαν σε θάνατο στις 9 Δεκεμβρίου του 1946. Εκτελέστηκε στις 20 Μαΐου 1947.
ΙΙ. Το ζήτημα του κατοχικού δανείου και των επανορθώσεων της γερμανικής κατοχής.
Διευκρινίζεται, ευθύς εξ αρχής, ότι έχουμε να κάνουμε με δύο εντελώς διαφορετικά, από νομική άποψη, θέματα. Ήτοι:
Α. Πρώτον, με το κατοχικό δάνειο προς την Γερμανία, το οποίο συνήφθη υποχρεωτικώς –ορθότερα με καταναγκαστικό και εκβιαστικό τρόπο- μεταξύ της κατοχικής Ελληνικής κυβέρνησης και της Γερμανίας, προς συντήρηση των στρατευμάτων κατοχής. Εδώ πρόκειται, λοιπόν, από νομική σκοπιά για ενοχή εκ συμβάσεως. Άρα, η αντίστοιχη εκ της συμβάσεως απαίτηση της Ελλάδας είναι ενδοσυμβατικής -και όχι αδικοπρακτικής- προέλευσης.
1. Σε αυτήν την απαίτηση προστίθενται ποσά, τα οποία προκύπτουν από συναφείς προς τη δανειακή σύμβαση αιτίες, όπως είναι ιδίως οι τόκοι υπερημερίας λόγω μη έγκαιρης εξόφλησης.
2. Για την απαίτηση αυτή δεν τίθεται ούτε θέμα παραγραφής ούτε θέμα παραίτησης. Τίθεται μόνο ζήτημα συνολικού υπολογισμού της ως σήμερα. Ας σημειωθεί, ότι η Ελληνική θέση γίνεται νομικώς τόσο περισσότερο ισχυρή, όσο η αποπληρωμή του δανείου είχε αρχίσει ήδη από την κατοχική περίοδο.
Β. Και, δεύτερον, με τις αποζημιώσεις λόγω ανθρώπινων θυμάτων και υλικών καταστροφών στην Ελλάδα από τις δυνάμεις κατοχής.
1. Επισημαίνεται, πριν απ’ όλα, ότι το 1946, στην Διάσκεψη των Παρισίων, είχε προσδιορισθεί ένα –κατά προσέγγιση- ποσό τέτοιων αποζημιώσεων προς την Ελλάδα ύψους 7,5 δισ. δολαρίων. Κυρίως δε επισημαίνεται μ’ έμφαση, ότι το 1953, με την Συμφωνία του Λονδίνου, δεν «χαρίσθηκαν» στη Γερμανία οι οφειλές της λόγω πολεμικών αποζημιώσεων, όπως η γερμανική πλευρά «τεχνηέντως» φαίνεται να διατείνεται.
α) Η Συμφωνία αυτή απλώς έθεσε «σε αδράνεια» τις οφειλές της Γερμανίας ως την υπογραφή, κατά το Διεθνές Δίκαιο (Δίκαιο του Πολέμου), «Συμφώνου Ειρήνης» μεταξύ της τελευταίας και των Δυνάμεων, που νίκησαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται νομικώς για ένα είδος «αναβλητικής αίρεσης» (lato sensu), σχετικά με την εξόφληση των υποχρεώσεων της Γερμανίας, επειδή τότε θεωρήθηκε ότι αυτή δεν διέθετε –πρωτίστως λόγω της διαίρεσής της σε Δυτική και Ανατολική- την κατά το διεθνές δίκαιο απαιτούμενη πολιτειακή υπόσταση για ανάληψη και εκπλήρωση συναφών υποχρεώσεων.
β) Τούτο –ήτοι η ικανότητα σύναψης «Συμφώνου Ειρήνης»- επήλθε το 1990. Όταν, μετά την επανένωση της Γερμανίας, η τελευταία απέκτησε ενιαία νομικώς πολιτειακή υπόσταση και κυριαρχία. Ειδικότερα, το 1990 υπογράφηκε το λεγόμενο «Σύμφωνο 2 + 4» μεταξύ της ενωμένης πλέον Γερμανίας και ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Γαλλίας και Αγγλίας.
γ) Γίνεται δε σήμερα γενικώς και επισήμως δεκτό –και de facto το έχει αποδεχθεί και η Γερμανία, αφού στην βάση αυτή στηρίζει την εν γένει κυριαρχία της- ότι το ως άνω Σύμφωνο επέχει την θέση του «Συμφώνου Ειρήνης» που περιγράφει, κατά το Διεθνές Δίκαιο, η προαναφερόμενη Συμφωνία του Λονδίνου του 1953. Και τούτο διότι μόνον έκτοτε η Γερμανία μπορούσε να υπογράψει ένα τέτοιο «Σύμφωνο», δεδομένου ότι μόνο τότε, κατά τα προλεχθέντα, απέκτησε την ενότητά της και την ενιαία κυριαρχία της μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
δ) Το «Σύμφωνο 2 + 4» καλύπτει, λόγω της νομικής φύσης του αλλά και γενικότητάς του, και τα μη συμβαλλόμενα πλην όμως παθόντα από την γερμανική κατοχή Κράτη, όπως η Ελλάδα. Είναι δηλαδή νομικό κείμενο γενικής εφαρμογής.
2. Η από Ελληνικής πλευράς νομική βάση των αποζημιωτικών απαιτήσεων κατά της Γερμανίας βρίσκει σταθερό έρεισμα κυρίως στις διατάξεις του άρθρου 3 της Δ΄ Σύμβασης της Χάγης του 1907, οι οποίες κωδικοποίησαν και τις ως τότε διατάξεις του Δικαίου του Πολέμου.
α) Κατά τις διατάξεις αυτές, «ο εμπόλεμος όστις ήθελε παραβιάσει τας διατάξεις του Κανονισμού θα υποχρεούται, αν συντρέχει λόγος, εις αποζημίωσιν, θα είναι δε υπεύθυνος δια πάσας τας πράξεις τας διαπραχθείσας υπό των προσώπων των μετεχόντων της στρατιωτικής του δυνάμεως». Επέκεινα, οι διατάξεις των άρθρων 46 και 47 του «Κανονισμού Νόμων και Εθίμων του Πολέμου στην ξηρά», ο οποίος είναι προσαρτημένος στη Δ΄ Σύμβαση της Χάγης του 1907, καθιερώνουν και τις δύο θεμελιώδεις αρχές του Δικαίου του Πολέμου, ήτοι τις αρχές της προστασίας του σεβασμού του Ανθρώπου και της ατομικής ιδιοκτησίας. Όλες αυτές τις αρχές επικαιροποίησε η απόφαση του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης του 1946.
β) Αυτό είχε αποδεχθεί, έναντι της Ελληνικής Κυβέρνησης, επισήμως το 1965 ο τότε Καγκελάριος Λούτβιχ Έρχαρτ. Ο ίδιος δε είχε μιλήσει για επανορθώσεις ύψους 500 εκ. γερμανικών μάρκων.
Επίλογος
Από τα όσα εκτέθηκαν προκύπτει ότι οι ως άνω αξιώσεις μας, από τις οποίες ουδέποτε και καθ’ οιονδήποτε τρόπο έχουμε παραιτηθεί, είναι πάντα νομικώς ενεργές –πράγμα που σημαίνει ότι δεν τίθεται κανένα θέμα παραγραφής- και δικαστικώς επιδιώξιμες. Και ο κοινός μας Ευρωπαϊκός Νομικός Πολιτισμός, ως μέρος του εν γένει κοινού μας Ευρωπαϊκού Πολιτισμού που συντίθεται από τις διατάξεις αλλά και από τις θεμελιώδεις αρχές και τις αξίες της Ευρωπαϊκής και της Διεθνούς Νομιμότητας, επιβάλλει την σχετική απόφαση να την λάβει αρμόδιο δικαιδοτικό Forum, με βάση το σύνολο του εφαρμοζόμενου, εν προκειμένω, Διεθνούς Δικαίου. Η θέση αυτή είναι, κυριολεκτικώς, Εθνική και, κατά συνέπεια, αδιαπραγμάτευτη. Πολλώ μάλλον όταν την θέση αυτή ενισχύει, πλέον, καταλυτικώς η πρόσφατη γνωμοδότηση (2019) της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εμπειρογνωμόνων του Γερμανικού Κοινοβουλίου (Bundestag), η οποία αφενός αναγνωρίζει ότι δεν τίθεται ζήτημα παραίτησης ή παραγραφής των αξιώσεων αυτών και, αφετέρου, προτρέπει, «expressis verbis», την Γερμανική πλευρά ν’ αποδεχθεί την προσφυγή Ελλάδας και Γερμανίας στο αρμόδιο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Και κατά τούτο, μόνο προβληματισμό προκαλεί η από 18.10.2019 απόρριψη της, από τον Ιούνιο του ίδιου έτους, πλήρως τεκμηριωμένης ρηματικής διακοίνωσης της Ελλάδας -αλλά και μεταγενέστερες, άμεσες ή έμμεσες, απορρίψεις-αναφορικά με την προοπτική προσφυγής σε αρμόδιο δικαιοδοτικό Forum, για την οριστική επίλυση της σχετικής διαφοράς, ως προς τις αξιώσεις της Ελλάδας αναφορικά με το κατοχικό δάνειο και τις γερμανικές αποζημιώσεις. Η προαναφερόμενη άρνηση της Γερμανικής Κυβέρνησης, αγνοώντας όλα τα κατά τ’ ανωτέρω, πλήρως τεκμηριωμένα, νομικά επιχειρήματα, εμφανίζεται παντελώς αναιτιολόγητη, δοθέντος ότι έρχεται σε αντίθεση και προς την Ευρωπαϊκή και την Διεθνή Νομιμότητα. Η Ελλάδα δεν αποδέχεται την άρνηση αυτή, πράγμα που σημαίνει ότι θα επανέλθει εν προκειμένω, δίνοντας ακόμη μεγαλύτερη έκταση και έμφαση στα νομικά -και όχι μόνο- επιχειρήματά της.