Τα έδωσε όλα ο Μητσοτάκης
Από τις εφημερίδες έμαθαν τα κόμματα τη συμφωνία που υπέγραψε με την Τουρκία
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
-Πρόσφερε στο πιάτο στον Ερντογάν δικαιώματα της ελληνικής υφαλοκρηπίδας
Με «εκπτώσεις» στη θέση της χώρας για την υφαλοκρηπίδα στην Ανατολική Μεσόγειο και με αντιφατικούς, σπασμωδικούς χειρισμούς και «μυστικές συμφωνίες» με την Άγκυρα, η κυβέρνηση επιχειρεί να διαχειριστεί την πιο σοβαρή κρίση στα ελληνοτουρκικά στηριζόμενη σχεδόν αποκλειστικά στον γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος για δικούς του λόγους είναι σε μετωπική σύγκρουση με τον Ταγίπ Ερντογάν.
Η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο κλιμακώνεται επικίνδυνα μετά τις τελευταίες κινήσεις της Τουρκίας και αυτό κινητοποιεί και την Ουάσινγκτον, που στέλνει, τέσσερις ημέρες μετά την επίσκεψη Λαβρόφ στη Λευκωσία, τον αμερικανό ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο στην Κύπρο, σε μια προσπάθεια να συμβάλει στην αποκλιμάκωση της έντασης. Ο κ. Πομπέο θα ζητήσει την απόσυρση όλων των στρατιωτικών μονάδων από την περιοχή, αλλά η μεσολάβηση θα είναι «κουτσή», εφόσον από αμερικανικής πλευράς δεν προβλέπεται μέχρι στιγμής «μαστίγιο» για την Τουρκία –εάν συνεχίσει την κλιμάκωση– ούτε είναι γνωστό βεβαίως ποιο είναι το περιεχόμενο της πρωτοβουλίας του και ο λόγος που επέλεξε να επισκεφθεί τη Λευκωσία και όχι την Άγκυρα…
Μπλοκάρει τις κυρώσεις η Γερμανία
Σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή και στην πιο σοβαρή κρίση στα ελληνοτουρκικά μετά το 1974, αντί η κυβέρνηση να πάρει πρωτοβουλία για πλήρη ενημέρωση και πλήρη στοίχιση των πολιτικών δυνάμεων, επιχειρεί «μυστικές» κινήσεις, οι οποίες κατόπιν αποκαλύπτονται από την τουρκική πλευρά, με αποτέλεσμα να ακυρώνονται οι όποιες πρωτοβουλίες, η Τουρκία να εμφανίζεται ως η πρόθυμη για διάλογο –τον οποίο απορρίπτει, υποτίθεται, η Ελλάδα–, ενώ και το εσωτερικό μέτωπο διασπάται.
Όμως σοβαρή ανησυχία προκαλούν όσα ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης στο άρθρο του, που δημοσιεύθηκε σε ξένες εφημερίδες, καθώς υποκρύπτουν δείγμα αλλαγής τής μέχρι τώρα εθνικής γραμμής, μιας και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, υιοθετώντας την επιχειρηματολογία του καθηγητή Χρήστου Ροζάκη, δηλώνει ότι η Τουρκία επιχειρεί έρευνες σε περιοχή που «τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία διεκδικούν δικαιώματα και η οποία δεν έχει ακόμη οριοθετηθεί».
Να δώσει εδώ και τώρα στη δημοσιότητα τη «γραπτή συμφωνία»
Ο κ. Μητσοτάκης, αντί να δηλώσει ότι η περιοχή αυτή αφορά τα ελληνικά δικαιώματα επί υφαλοκρηπίδας, που υπάρχουν «εξ υπαρχής» και «αυτοδικαίως» βάσει της επήρειας των ελληνικών νησιών, σπεύδει να κάνει δημοσίως ένα βήμα πίσω, αποδεχόμενος ότι η Ελλάδα διεκδικεί την περιοχή αυτή με τον ίδιο τρόπο και με τα ίδια δικαιώματα που το κάνει και η Τουρκία. Με την ίδια λογική, ακόμη κι αν η Τουρκία έφθανε στα 6,5 μίλια από τη Ρόδο ή την Κρήτη, δεν θα υπήρχε παραβίαση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, καθώς πρόκειται για περιοχή μη οριοθετημένη, διεκδικούμενη από τις δύο χώρες.
Παρά το γεγονός ότι νομικά και τυπικά η δήλωση του κ. Μητσοτάκη είναι ακριβής (δεν υπάρχουν αναγνωρισμένα δικαιώματα όταν δεν έχει προηγηθεί οριοθέτηση), δεν είναι δυνατόν να αποδυναμώνει την ελληνική θέση στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, αφήνοντας να εννοηθεί ότι τελικά η Τουρκία δεν παραβιάζει ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα (!), αλλά παραβιάζει το διεθνές δίκαιο επειδή τυπικά δεν έχει δικαίωμα να κάνει έρευνες σε «διεκδικούμενη» και από άλλες χώρες περιοχή.
Βεβαίως, από την αρχή αυτό ήταν το επιχείρημα όσων συμβούλεψαν την κυβέρνηση να αποφύγει μια αποφασιστική αντίδραση στην εισβολή της Τουρκίας στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, όπου πάντως εδώ και έναν μήνα το «Oruc Reis» δεν ρίχνει… παραγάδια, αλλά πραγματοποιεί έρευνες, παραβιάζοντας κατάφωρα τα δικαιώματα της Ελλάδας στην περιοχή αυτή και δημιουργώντας τετελεσμένο και προηγούμενο. Με το επιχείρημα ότι πρόκειται για «περιοχή μη οριοθετημένη, που διεκδικείται από την Ελλάδα και την Τουρκία» είναι προφανές ότι δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί καμιά δυναμική αντίδραση από την Ελλάδα. Και έτσι έμεινε το «Oruc Reis» να δοκιμάζει όλο και περισσότερο τα όλο και πιο «ελαστικά» όρια ανοχής της ελληνικής κυβέρνησης.
Δυστυχώς, με την επιχειρηματολογία αυτή το «Oruc Reis» θα πρέπει να φθάσει εντός της ζώνης των 6 ν.μ. των χωρικών υδάτων (που είναι ανακηρυγμένη ζώνη) προκειμένου να αντιδράσει η Αθήνα…
Όμως το σοβαρότερο ζήτημα που ανέκυψε από το άρθρο του κ. Μητσοτάκη είναι αυτό που ο ίδιος αποκάλυψε ως «γραπτή συμφωνία» στην τριμερή του Βερολίνου, που είχε δρομολογήσει την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών, που ακυρώθηκαν τελικά λόγω της αντίδρασης της Τουρκίας στην ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία και στην αποστολή του ερευνητικού σκάφους στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Μέχρι τώρα η κυβέρνηση έκανε λόγο για τυπική (!) συνάντηση υπηρεσιακών παραγόντων και αυτό είχε μεταφερθεί και στους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης, στον κύκλο επαφών που είχαν με τον πρωθυπουργό. Η αποκάλυψη «γραπτής συμφωνίας» από τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη εξέπληξε και προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, έντονη αντίδραση. Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν διαρροές, σύμφωνα με τις οποίες αυτή η συμφωνία αφορούσε τη διαδικασία και τους όρους υπό τους οποίους θα άρχιζαν οι διερευνητικές (μορατόριουμ ερευνών και ασκήσεων), έχει δημιουργηθεί ένα σοβαρό πρόβλημα αξιοπιστίας και σοβαρότητας στον χειρισμό αυτής της τόσο σοβαρής υπόθεσης…
Έμπειροι διπλωμάτες αναρωτιούνται τι άλλο έχει ήδη υπογράψει η κυβέρνηση, αφού με τόση ευκολία και εν κρυπτώ συνάπτει «συμφωνίες» με την Τουρκία στην πιο κρίσιμη καμπή της κρίσης. Και τα ερωτηματικά βεβαίως πληθαίνουν όταν δημοσιεύονται –χωρίς να διαψεύδονται– πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες η «γραπτή συμφωνία» αφορούσε και την ουσία των ελληνοτουρκικών και περιλάμβανε δεσμεύσεις για μη επέκταση χωρικών υδάτων, για αποφυγή ενεργειών που θα επηρέαζαν αρνητικά το κλίμα (γι’ αυτό και η αντίδραση της Τουρκίας στην ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία) ή ακόμη και για μερική αποστρατιωτικοποίηση ορισμένων νησιών.
Και η κυβέρνηση, και προσωπικά ο κ. Μητσοτάκης, οφείλει να ενημερώσει, αν όχι την ελληνική κοινή γνώμη, τουλάχιστον τους αρχηγούς των κομμάτων για το τι ακριβώς συμφώνησε η σύμβουλός του Ελένη Σουρανή με τον σύμβουλο του Ταγίπ Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν.
Λάθος μηνύματα όμως έστειλε ο κ. Μητσοτάκης και για τους όρους και τις προϋποθέσεις για έναρξη διαλόγου.
Η απομάκρυνση των στρατιωτικών πλοίων και του «Oruc Reis» από την ελληνική υφαλοκρηπίδα δεν αρκεί. Θα πρέπει να δοθούν εγγυήσεις ότι όσο διαρκεί ο διάλογος αυτός η Τουρκία θα απέχει από μονομερείς ενέργειες είτε στη θάλασσα είτε στον αέρα, ενώ είναι προφανές ότι θα πρέπει στο άτυπο αυτό μορατόριουμ να υπάρχουν δεσμεύσεις και για διακοπή των παράνομων δραστηριοτήτων εντός της κυπριακής (οριοθετημένης) ΑΟΖ και της κυπριακής υφαλοκρηπίδας. Διαφορετικά, ένας ελληνοτουρκικός διάλογος, την ώρα που στην Κύπρο συνεχίζεται η επιβολή τετελεσμένων, δεν θα μπορέσει να οδηγήσει πουθενά.
Και είναι σαφές ότι αν οι τουρκικές προκλήσεις στην Κύπρο συνεχίζονται, η Αθήνα, όσο κι αν επιδιώξει να αποστασιοποιηθεί, στρεφόμενη στον διάλογο με την Τουρκία για την Ανατολική Μεσόγειο, δεν θα μπορέσει να αποφύγει, για παράδειγμα, τη στήριξη της κυπριακής πρότασης για κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας.
Είναι επίσης ξεκάθαρο ότι ο διεθνής παράγοντας και κυρίως οι Ευρωπαίοι σπεύδουν λίγες ημέρες πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ να εκφράσουν μεν την αλληλεγγύη τους προς την Ελλάδα και στην Κύπρο, δηλώνοντας ότι εάν δεν βρεθεί λύση θα οδηγηθούμε σε κυρώσεις, αλλά όλοι προκρίνουν τον διάλογο και θέλουν να αποφύγουν τη σκληρή γραμμή για την Τουρκία. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και ο πιο ένθερμος υποστηρικτής της Ελλάδας, ο γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, στην Κορσική, όπου εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στην Τουρκία, αναφέρθηκε πολλές φορές στην ανάγκη του διαλόγου και μάλιστα έσπευσε να αποδώσει υπερβολική, σε σχέση με τις πραγματικές διαστάσεις τους, βαρύτητα στις πρωτοβουλίες του Ζοζέπ Μπορέλ και του Σαρλ Μισέλ…
Με όλα αυτά αποδυναμώνεται το σκληρό μήνυμα που πρέπει να στέλνεται προς την Τουρκία και υπονομεύεται η δυνατότητα προώθησης σκληρών κυρώσεων κατά της Τουρκίας στην ΕΕ, καθώς έστω και την τελευταία στιγμή ίσως ο κ. Μπορέλ ή ο κ. Μισέλ ή η γερμανική καγκελαρία ανακαλύψουν κάποια «πρόοδο» στις συνεννοήσεις, οπότε και θα στείλουν στις ελληνικές καλένδες την απόφαση για τις κυρώσεις, προκειμένου να μη… διαταραχθεί το κλίμα.
Για τον λόγο αυτό η κυβέρνηση οφείλει να είναι σαφής και ξεκάθαρη στα μηνύματά της και στις απαντήσεις των διαφόρων μεσολαβητών, ώστε να μη δημιουργούνται «παρεξηγήσεις» όπως αυτές του Βερολίνου ή και εκείνη στο ΝΑΤΟ, όπου ο διάλογος σε επίπεδο στρατιωτικών αντιπροσώπων Ελλάδας – Τουρκίας έχει ξεκινήσει. Μόνο το ελληνικό ΥΠΕΞ συνεχίζει να διαρρέει ότι πρόκειται απλώς για μονομερή «εγχείρηση κειμένου», στο οποίο επιδόθηκαν απαντήσεις και εάν χρειαστεί θα δοθούν και άλλες διευκρινήσεις, όπως γίνεται και από τον τούρκο αντιπρόσωπο μέχρι να υπάρξει προσέγγιση, αλλά αυτό, όπως… διαβεβαιώνουν, «δεν είναι διάλογος».
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ