Ήρθε η ώρα να συνταξιοδοτηθεί ο ενδοτισμός

Ήρθε η ώρα να συνταξιοδοτηθεί ο ενδοτισμός


Του Χρήστου Κηπουρού
Πρώην Βουλευτή Έβρου
[email protected]


Αποτελεί επιβεβαιωμένο γεγονός το ότι μέχρι πρότινος η ομώνυμη σχολή του ενδοτισμού ήταν πολύ μεγάλη. Παλικάρια-πρωθυπουργοί, εξ όλου μάλιστα του πολιτικού φάσματος, σφάζονταν στην ποδιά της. Η τελευταία 25ετία βρίθει πολλών τέτοιων παραδειγμάτων.

Πρώτο και καλύτερο αυτό με τα Ίμια. Από αυτή την άποψη ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν τυχερός, μέσα στην ατυχία του, που δεν τον πρόλαβαν οι εξελίξεις. Γιατί και εκείνος βαρύνονταν με το Νταβός, με την διαφορά, ότι είπε κι ένα “mea culpa”, όταν εκ των επιγενομένων ουδείς το έπραξε. Και μάλιστα για πολύ πιο βαριές περιπτώσεις.

Αντίθετα ο διάδοχός του, το έδωσε και κατάλαβε. Όχι μόνον ο ίδιος ανήκει στους αριστούχους της σχολής του ενδοτισμού αλλά έχει να επιδείξει ιδιαίτερα σημαντικό έργο, μετά των συνεργατών του, και βεβαιότατα, το ίδιο και ο διάδοχός του και υιός Παπανδρέου.

Ας μη μείνουμε στον κατάπτυστο διακανονισμό των Ιμίων ούτε  στη συμφωνημένη ολοκλήρωση, με τη συμφωνία της Μαδρίτης, όπου το Αιγαίον Ύδωρ γκρίζαρε δια χειρών Σημίτη και Πάγκαλου.

Αντί της συγνώμης και της παραίτησης, η συκοφάντηση των ενόπλων δυνάμεων στο πρόσωπο του τότε αρχηγού Γ.Ε.ΕΘ.Α. και άξιου Ναυάρχου Χρήστου Λυμπέρη, οφείλει να προσμετρηθεί στη λογική του ενδοτισμού και να καταγραφεί ως τέτοιος.

Όμως εκεί που η ίδια πολιτική έδωσε ρέστα, ήταν ο χωρίς ιστορικό προηγούμενο λεκές της χώρας με ίδιους πρωταγωνιστές, με την κατάδοση του ηγέτη του Κουρδικού λαού στις 15 Φεβρουαρίου 1999, εν μέσω βέβαια ενός Αθηναϊκού χρηματιστηρίου να γνωρίζει μεγάλες πιένες.

Και όχι μόνο αυτό. Διαμέσου άλλων φίλων αλλά και Μέσων, κατασκευάζουν πατριωτικούς δήθεν χώρους, άλλοτε ορθόδοξους συναγερμούς και αργότερα, οι ίδιοι μηχανισμοί, χρυσές αυγές, για συκοφάντηση των εθνικών ιδεών, όσο για την άμυνα απέναντι στην υπό παλινόρθωση δεξιά. Κυρίως όμως ώστε να εμποδιστεί η εθνική και Δημοκρατική αναγέννηση ενός νέου γνήσιου πατριωτικού κινήματος.

Η ενδοτική παρακαταθήκη αυτών των ανθρώπων δεν υπήρξε χωρίς συνέχεια. Οι προσκυνήσεις στο μνημείο του Κεμάλ στο μαυσωλείο του, διαδέχονται η μια, την άλλη. Τόσο από το Γιώργο Παπανδρέου, όσο και από τον Κώστα Καραμανλή.

Μπορεί ο δεύτερος να βαρύνεται και με την κοινωνική του δράση, ως παράνυμφος στο γάμο του παιδιού του ερντογάν, όμως ο πρώτος δεν έχει ιστορικό προηγούμενο. Αν είναι κάτι, είναι άνθρωπος από ενδοτισμό, όπως θα έλεγε ο Βάιντα.

Φαντάζομαι ότι οι θόρυβοι των οστών των προγόνων του από το Α΄ Νεκροταφείο των Αθηνών, σχετίζονται με τον βίο και την πολιτεία του επιγόνου τους, ως προς τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Και που θα ακουστούν ως το Σύνταγμα, όταν μάθουν ότι εκθειάζει τον Κόφι Ανάν, ως οραματιστή.

Από τη ναιναικίστικη στάση του, μετά του Σημίτη -ο Καραμανλής δεν έκανε το ίδιο- απέναντι στο σχέδιο Ανάν και το δημοψήφισμα για την Κύπρο, έως τις χορευτικές επιδόσεις του σε τόπους μαρτυρίου, με ομολόγους φίλους Τούρκους, και μέχρι την ομιλία του, όντας πρωθυπουργός στο Ερζερούμ, στους πρέσβεις της γειτονικής χώρας, θυμίζοντας τοπικό άρχοντα μεν, Ελληνικού μαχαλά δε, γνωστό και ως μουχτάρη.

Όμως θα αποτελούσε μεγάλη παράλειψη αν δεν συνεξετάζαμε, ως προς το δημοψήφισμα για την Κύπρο, την επέκταση της μόλυνσης με τον ενδοτικό ιό, στην ευρύτερη αριστερά. Αρχής γενομένης  από τη στάση των ανθρώπων της, πολύ πριν γίνουν υπουργοί και πρωθυπουργοί.

Και όχι μόνο αυτό. Θυμίζουν με το βίο και την πολιτεία τους, το σκίουρο. Μια λέξη σύνθετη από τη “σκιά” και την “ουρά”. Μια “σκιά” που έριχναν τα μέτωπα της δήθεν λογικής και που διέτρεχαν περισσότερους του ενός χώρους, με μια μεγάλη και φουντωτή “ουρά”. Όπως ακριβώς ο σκίουρος.

Θα αδικούσαμε όμως τόσο την ιστορία, όσο και την πολιτική, αν δεν αναφερόμασταν στα της εκ της Κρήτης, Αγίας οικογένειας. Όπου το τέμπο από πολλών ετών, το δίνει η κόρη Μητσοτάκαινα.

Παράδειγμα τελευταίο, σύμφωνα και με το “προς γαρ το τελευταίο κλπ”, είναι τα όσα εκστόμισε για τις έρευνες του Ορούτς Ρέις, όσο για το Καστελόριζο, που μπορούν να θεωρηθούν ως μνημείο ενδοτικής πολιτικής αλλά και εκλογίκευσης κάθε ενδεχόμενου που ήθελε προκύψει, κατά τις υπό εφαρμογή Τουρκικές επεκτατικές πολιτικές.

Από την άλλη η ερντογανολογία της, έρχεται να εμπλουτίσει την εθνικόφρονα κληρονομιά της παράταξής της. Μπορεί να μην έφτασε στον μακαρίτη Αβέρωφ, μέντορα πολλών συντρόφων της, και στα περί του σώφρονος Εβρέν ρηθέντα του, όμως και η διαπίστωση, ότι ο σημερινός Τούρκος Πρόεδρος άλλαξε θέσεις, δήθεν τελευταία, έρχεται να εκλογικεύσει μια διαδρομή διαμετρικά αντίθετη. Η οποία ξεκινά ακόμη από τα ισλαμοφασιστικά ποιήματα με τους μιναρέδες ως ξίφη να τρυπούν τον ουρανό, πολλά χρόνια πριν από την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.

Τελικά την περιγραφείσα αυτή πολιτική Ελλάδα, την έχουν του χεριού τους. Όχι βέβαια μόνο οι εκ δυσμών αλλά κυρίως, οι απέναντι, οι εξ ανατολών. Την παίζουν στα δάχτυλα. Για αυτούς αποτελεί προπαίδεια. Ούτε καν παιδεία.

Ας καμώνονται ότι διαφωνούν με την συμφωνία Ελλάδας Αιγύπτου για τις θαλάσσιες ζώνες. Αντί εμείς να χτυπάμε με ένα σμπάρο δυο Τουρκικές ΄πολιτικές, το κάνει η Τουρκία εις βάρος μας.

Από τη μια τροφοδοτεί με υλικό την Ελληνική εθνικόφρονα επιχειρηματολογία, να λέει ότι αφού η Τουρκία την απορρίπτει, πάει να πει ότι είναι καλή η συμφωνία με την Αίγυπτο, από δε την άλλη, η γείτων να τυρβάζει περί άλλων προς τον Ο.Η.Ε. προωθώντας την πολιτική, στο ελεύθερο, από τη δήθεν κακή συμφωνία, Καστελόριζο. Στο οποίο, ολοένα και περισσότερο πλησιάζει για έρευνες το Τουρκικό ερευνητικό. Και όλα αυτά σε μια Ελλάδα που η Τουρκία τη βλέπει σαν ορεκτικό.

Μπορεί η εφαρμοζόμενη Ελληνική πολιτική να είναι μισή και ανάλατη, όμως έστω κι η μισή είναι κάτι. Έχει ως αντίκρυσμα αυτό που ακούει στο όνομα πολεμικός στόλος και ένοπλες δυνάμεις γενικότερα. Όσο όμως και το βήμα των 12 ναυτικών μιλίων που προτείναμε για τα πέντε νησιά του Νοτιοανατολικού Αιγαίου. Καστελόριζο, Ρόδο, Κάρπαθο, Κάσο και Κρήτη. Και αν χρειαστεί μετά, να ψηφιστούν και για όλη την επικράτεια. Όμως σήμερα αν όχι χθες όφειλε να το ψηφίσει η Βουλή για τις πέντε Ελληνίδες νήσους, συνεδριάζοντας σε ολομέλεια στο Καστελόριζο.

Όσο για την έλλειψη άλατος, που στις περιπτώσεις επίπλευσης, σε μια νεκρά πολιτική θάλασσα παίζει ρόλο η μεγάλη της περιεκτικότητα σε αυτό, τα πράγματα με το άλλο άλας, πχ.  η ανάλατη πολιτική, σχετίζεται με δυο συγκεκριμένα πράγματα.

Από την ανάσχεση της όποιας μορφής Τουρκικής επιθετικότητας, που είναι το ένα, μέχρι τη στήριξη των δικαιωμάτων και των δικαίων του αγώνα των ιστορικών λαών για Ελευθερία και Δημοκρατία, στην Ανατολική Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή, που είναι το δεύτερο.

Στο κάτω κάτω της γραφής το λαδάκι που έμεινε στην καντήλα του ερντογάν Α΄του μικροπρεπούς, όπως τον ονομάσαμε, δεν είναι και απεριόριστο. Ας όψεται ο Κουρδικός Αγώνας, όχι μόνο να το αποτελειώσει αλλά και να δώσει δρόμο στην καντήλα, μαζί με το ισλαμοφασιστικό εικονοστάσιο.

Σε ότι μας αφορά ως χώρα, και με δεδομένη τη συνταξιοδότηση τόσο του ενδοτισμού, όσο και των ανθρώπων του, η σημερινή επέτειος της Τρίτης Σεπτεμβρίου 2020, μπορεί να εμβάλει σε σκέψεις για το πως είναι δυνατόν να αποτελέσει την αφετηρία για ένα νέο Ελληνικό Σύνταγμα. Αυτό με την Τέταρτη Ελληνική Δημοκρατία {βλέπετε PDF-36η έκδοση}, όπου το πρώτο της χαρακτηριστικό θα είναι οι δύο το πολύ τετραετίες για τους Βουλευτές.

Θα είναι δε ιδιαίτερα θετικό, όσο και αναγκαίο, το γεγονός της διάλυσης τόσο του εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσόντος ΣΥΡΙΖΑ, όσο και των δύο σιαμαίων μορφωμάτων από το κληρονομημένο που επίσης βρίθει αμαρτιών ΠΑΣΟΚ, που και αυτά σήμερα ομνύουν στην τρίτη του Σεπτέμβρη, ώστε μέσα από μια ιδρυτική συνέλευση της Εκκλησίας του Δήμου, να ιδρυθεί το πρώτο κόμμα της Τέταρτης Δημοκρατίας. Με δεδομένες δε τις δύο το πολύ τετραετίες για τους Βουλευτές, αντιλαμβάνεται κανείς τι είδους πολιτικό, ηθικό και εθνικό μέλλον προδιαγράφεται για τη χώρα στη συνέχεια. Ακόμη και για την Ευρώπη την ίδια.

Όταν στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 2000 τέλειωνε η εργασία της Τέταρτης Δημοκρατίας, Έλληνες φίλοι από τη Γαλλική πρωτεύουσα, με έλεγαν ότι οι λύσεις που προτείνονται όπως και τα γραπτά τους, είναι πρωτοπόρα στον τομέα τους. Αλλά όπως και να γίνει, παραμένουν κείμενα. Για αυτό το λόγο έχει μεγάλη σημασία η προηγούμενη παράγραφος: To “δει δη πολιτικών κομμάτων, και άνευ τούτων ουδεμία Δημοκρατία γενέσθαι”. Και γιατί σήμερα αυτά δεν υπάρχουν.

Οι ίδιοι πάντως άνθρωποι που γνώριζαν από πρώτο χέρι τα Γαλλικά γραπτά για το πέρασμα από την πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία, στην έκτη, παρατηρούσαν ότι τα εκεί web sites, ναι μεν είναι γεμάτα με όμορφα κείμενα και πρωτοπόρες λύσεις σε όλους τους τομείς, πως να γίνει το ένα και πως να γίνει το άλλο, όμως το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι καλά κάνουν και υπάρχουν αλλά οι αλλαγές σε κάτι που επιθυμεί κανείς να αλλάξει, είναι δύσκολες υποθέσεις έως ακατόρθωτες.

Πόσο μάλλον εδώ, λέω εγώ, που ναι μεν γέμισα με χαρά με τα των πρωτοποριακών γραπτών της Τέταρτης Δημοκρατίας, όμως συνυπάρχει μια μεγάλη θλίψη που στην πατρίδα της Δημοκρατίας, στην Ελλάδα, δεν γίνεται καμιά συζήτηση για το πέρασμα από την Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία, στην Τέταρτη. Και γιατί όλοι οφείλουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα: Τη θέλουμε την επόμενη Δημοκρατία ή δεν τη θέλουμε; Και αν ναι, θα βρίσκεται μπροστά μας ένα ολόκληρο βουνό, σαν εκείνο της έκτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Όπως όμως και η μεγάλη προσδοκία, ότι θα το ανεβούμε.


Σχολιάστε εδώ