Δηλώνω μόνο Έλληνας Κύπριος

Δηλώνω μόνο Έλληνας Κύπριος

Γράφει ο
Δρ. Αυγουστίνος
(Ντίνος) Αυγουστή
Αναπλ. Καθηγητής Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Από το Μονάγρι Λεμεσού
[email protected]


Ελλάδα και Κύπρος αποτελούν για μένα δύο έννοιες απολύτως ταυτόσημες. Μιλά για αυτό η Ιστορία αιώνων. Και όταν μιλά η Ιστορία, όλα τα υπόλοιπα περιττεύουν! Έζησα στην Κύπρο τα πιο όμορφα χρόνια μου. Τα ξέγνοιαστα παιδικά χρόνια και τα χρόνια της εφηβείας, με τις πολλές ανησυχίες και τους αμέτρητους προβληματισμούς, και ανδρώθηκα στην κάπνα του πολέμου του 1974.

Έφυγα για την Ελλάδα μόλις ολοκλήρωσα τις στρατιωτικές μου υποχρεώσεις, έναν χρόνο και κάτι μετά την τουρκική εισβολή, για σπουδές, προσωρινά πίστευα, μα πέρασαν 45 ολόκληρα χρόνια και ακόμα δεν επέστρεψα στη γη που με γέννησε. Και κατά τα φαινόμενα μάλλον δεν θα επιστρέψω ποτέ για μόνιμη εγκατάσταση… Να ζήσω, έστω, τα στερνά χρόνια μου…

Η Κύπρος, τότε, βρισκόταν σε μια κατάσταση δεινή, σε μια κόλαση και αναζητούσε μια μικρή αχτίδα φως για να βρει ξανά τον βηματισμό της… Η εισβολή του «Αττίλα» κατέστρεψε τα πάντα.
Το δάκρυ και ο πόνος φώλιασε σε κάθε σπίτι, το αίμα που χύθηκε άδικα στοίχειωσε τις ψυχές όλων μας. Όλοι ψάχναμε απεγνωσμένα μια διέξοδο για να συνεχίσουμε τη ζωή μας. Οι νέοι της Κύπρου, αλλά και αρκετοί μεγαλύτερης ηλικίας, έψαχναν παντού, αναζητώντας τη συνέχεια, που, όπως ήταν φυσικό, έμοιαζε με Γολγοθά…

Άλλοι έφευγαν για χώρες ξένες, πολλές φορές πολύ μακρινές, για εργασία και οι περισσότεροι έρχονταν στην Ελλάδα, που είναι και δική μας πατρίδα, είτε για σπουδές είτε, κυρίως οι πρόσφυγες, για μόνιμη εγκατάσταση. Η Κύπρος είναι τόσο μικρή που δεν ήταν καθόλου εύκολο να αντιμετωπίσει μια τέτοια μεγάλη καταστροφή. Δυσκολίες επιβίωσης δεν αντιμετώπιζαν μόνο οι πρόσφυγες.

Οι κυπριακές οικογένειες, τότε, ήμασταν σχεδόν όλες πολυμελέστατες και τα εισοδήματα πενιχρά για να καλύψουν ακόμα και τις βασικές ανάγκες μας…

Ποτέ δεν θα ξεχάσω με πόσο πόνο οι γονείς μου προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν λιγοστά χρήματα προκειμένου να ενισχύσουν την προσπάθειά μου να σπουδάσω.
Κι έτσι, αναγκαστικά, τότε, τα απαραίτητα για τις σπουδές τα εξασφαλίζαμε με προσωπική εργασία, παράλληλα με τις σπουδές μας.

Και σε σταθμούς και σε παγκάκια κοιμηθήκαμε τις πρώτες μέρες, μέχρι να βρούμε τον βηματισμό μας. Πάντα όμως με αξιοπρέπεια. Δεν είναι υπερβολή αν πούμε πως σχεδόν κάναμε όλες τις δύσκολες δουλειές. Οικοδομή, ξενύχτι σε εργοστάσιο, αγροτικές εργασίες, σιδηρουργείο και πάει λέγοντας.

Η δουλειά ήταν για μας μια ευλογία και ποτέ δεν παραπονιόμασταν γιατί ήμασταν αναγκασμένοι να σπουδάζουμε και ταυτοχρόνως να εργαζόμαστε.

Κι έτσι προκόψαμε οι περισσότεροι, ή τουλάχιστον αυτοί που το πάλεψαν και ήθελαν να προκόψουν. Κάναμε οικογένειες, ριζώσαμε στους τόπους της προσωρινής, όπως πιστεύαμε, φιλοξενίας μας.

Η Ελλάδα (η στρατιωτική και πολιτική ηγεσία της οποίας εγκατέλειψε την Κύπρο στα δίσεκτα χρόνια της) αποτελούσε και αποτελεί για μας κάτι ιερό και δεν είναι ένας ξένος τόπος. Στο άκουσμά της δακρύζαμε! Μια εκδρομή στην Ελλάδα αποτελούσε, για όσους είχαν την ευτυχία να μπορούν να την πραγματοποιήσουν, εθνικό καθήκον και προσκύνημα.
Δάκρυσα όταν ο Θεός με αξίωσε να ανεβώ στην Ακρόπολη. Ήταν Οκτώβριος του 1975, αμέσως μετά που κατέβηκα από το πλοίο της γραμμής Λεμεσός – Πειραιάς!

Και απογοητεύτηκα απίστευτα όταν συνάντησα και ανθρώπους που έβλεπαν την Κύπρο ως βάρος και όχι σαν κάτι το πολύ δικό τους. Που την έβλεπαν περισσότερο ως κατάρα και όχι ως ευλογία!

Το όνειρό μου να πατήσω τα άγια χώματα της Ελλάδας πολλές φορές γινόταν εφιάλτης από τη συμπεριφορά μερικών αχαρακτήριστων τύπων, που μόνο Έλληνες δεν μπορούν να ονομάζονται!

Και επειδή ποτέ δεν πρέπει να είμαστε αχάριστοι, οφείλω να καταθέσω την παντοτινή ευγνωμοσύνη μου και σε εκείνους, τους πιο πολλούς, που μας αντίκρισαν ως πραγματικά αδέλφια και μας καλοδέχθηκαν, προσφέροντάς μας κάθε δυνατή βοήθεια. Υπάρχουν, δυστυχώς, ανάμεσά μας και εκείνοι που δεν πιστεύουν στην πατρίδα, που το προσωπικό συμφέρον είναι το παν γι’ αυτούς…
Τέτοιοι απαράδεκτοι τύποι υπάρχουν ασφαλώς και στην Κύπρο, με συμπεριφορές αχαρακτήριστες προς τους Ελλαδίτες αδελφούς. Μια θλιβερή μειοψηφία, ευτυχώς, που επιμένει να αρνείται πεισματικά ακόμα και την εθνική της καταγωγή. Σημεία των καιρών σε χρόνια απόλυτης ευμάρειας, που κατατρώγει τις σάρκες μας…

Το είπαμε πολλές φορές, ας το επαναλάβουμε ακόμα μία: Η εθνική μας καταγωγή, ανεξάρτητα από τις απαράδεκτες συμπεριφορές κάποιων στην Αθήνα, δεν είναι διαπραγματεύσιμη… Και δεν παζαρεύεται! Αυτό το πείσμα είναι που με κάνει να θέλω την ελληνική σημαία να κυματίζει νύχτα και μέρα στο μπαλκόνι μου… Και δεν είμαι ούτε ακραίος ούτε κομματόσκυλο! Δηλώνω μόνο Έλληνας Κύπριος…

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ