Χωρίς στρατηγική απέναντι στον Ερντογάν

Χωρίς στρατηγική απέναντι στον Ερντογάν

Θεωρητική η… συμπαράσταση από ΕΕ και ΗΠΑ

-Η κυβέρνηση παραμένει εγκλωβισμένη στη μεσολάβηση Μέρκελ, η οποία κλείνει το μάτι στον Σουλτάνο
-Διπρόσωπο παιχνίδι παίζει ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Με σαφή επιλογή να αποφύγει την πολεμική αντιπαράθεση με την Τουρκία και με κίνδυνο βεβαίως να δηλώνει η Τουρκία ότι επέβαλε νέο τετελεσμένο στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά την Κύπρο και εις βάρος της Ελλάδας, η κυβέρνηση προσπαθεί να διαχειριστεί μια σοβαρή κρίση, η οποία, όπως όλα δείχνουν, επιχειρείται να καταλήξει στο τραπέζι του διαλόγου με την Άγκυρα.

Απέναντι σε έναν Ερντογάν που έχει μοναδικό αντίπαλο τον κακό εαυτό του και τα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας, καθώς η διεθνής κοινότητα δείχνει μια πρωτοφανή ανοχή απέναντι σε μια αλαζονική και επιθετική πολιτική συμπεριφορά του τούρκου ηγέτη, και δείχνει ασταμάτητος στην επιδίωξη των στόχων του, έχοντας απέναντί του άτολμες ευρωπαϊκές και ελληνικές ηγεσίες.

Η κυβέρνηση γνώριζε από την αρχή της κρίσης ότι η λήψη στρατιωτικών μέτρων, που θα έφθαναν μέχρι τη βίαιη παρεμπόδιση του τουρκικού ερευνητικού στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, ήταν προβληματική επιλογή, καθώς δεν έχει τη στήριξη της διεθνούς κοινότητας και θα οδηγούσε σε θερμό επεισόδιο, το μέγεθος και την έκταση του οποίου κανείς δεν μπορεί να προβλέψει. Και φυσικά μια τέτοια επιλογή εμπεριείχε τον κίνδυνο να οδηγηθεί και πάλι η Ελλάδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων έπειτα από μια στρατιωτική περιπέτεια, όπως έγινε και μετά τα Ίμια, που δεν θα κατέληγε σε μια συμφωνία όπως εκείνη της Μαδρίτης, αλλά σε συμφωνία διαμοιρασμού των θαλασσίων ζωνών, με δυσμενείς όρους για την Ελλάδα.

Από την πρώτη στιγμή η επιλογή της περιοχής για την πραγματοποίηση της παράνομης έρευνας του «Oruc Reis» έγινε με τέτοιο τρόπο ώστε να υπονομεύσει την πειστικότητα των ελληνικών επιχειρημάτων. Σε μια περιοχή πολύ απομακρυσμένη από τα ελληνικά νησιά, όπου η υφαλοκρηπίδα θα είναι ελληνική μόνο με την αναγνώριση πλήρους δικαιώματος ΑΟΖ στο Καστελλόριζο και στην Στρογγύλη, και όπου καθόλου δεν ενοχλείται πλέον η Αίγυπτος, ενώ βεβαίως δεν είναι οριοθετημένη περιοχή, η Τουρκία θεωρεί ότι ο πλους του ερευνητικού σκάφους της δεν θα προκαλέσει και τόσες αντιδράσεις διεθνώς ή τουλάχιστον θα έχει μια σειρά επιχειρημάτων να αντιπαραθέσει.

Η Αθήνα, έχοντας να αντιμετωπίσει μια ηλεκτρισμένη κοινή γνώμη αλλά και για λόγους πολιτικούς – διπλωματικούς, επισημαίνει ότι το τουρκικό σκάφος έχει απλώσει μεν καλώδια, αλλά δεν πραγματοποιεί κανονική σεισμογραφική έρευνα, λόγω αδυναμίας των συσκευών του να λειτουργήσουν κανονικά εξαιτίας των παρεμβολών από τον θόρυβο των μηχανών των παραπλεόντων σκαφών. Όμως γεγονός είναι ότι η «κόκκινη γραμμή», που με ευκολία διακήρυσσαν ότι «δεν θα επιτραπεί καμιά κίνηση που παραβιάζει ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα», έχει παραβιαστεί.

Βεβαίως η Αθήνα, με την παρουσία πολεμικών πλοίων αλλά και τις δημόσιες και διά της διπλωματικής οδού παρεμβάσεις, έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν γίνεται αποδεκτό κανένα τετελεσμένο και ανάλογες κινήσεις, όπως αυτή με το «Oruc Reis», δεν δημιουργούν δίκαιο.

Συνεπώς, εκ των πραγμάτων διαπιστώνεται η διαφορά στη συγκεκριμένη περιοχή, η οποία παραμένει ως αντικείμενο για μελλοντική διαπραγμάτευση, μιας και στην περιοχή αυτή με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πρέπει να εμπλακούν σε διαπραγμάτευση όχι μόνο η Ελλάδα και η Τουρκία, αλλά και η Κύπρος και η Αίγυπτος και σε ό,τι αφορά το δυτικό άκρο και η Λιβύη.

Γι’ αυτό εξάλλου ο κ. Ερντογάν κάνει λόγο για διαπραγμάτευση όλων των χωρών της περιοχής (από τις οποίες εξαιρεί όμως την Κύπρο), καθώς με αυτόν τον τρόπο ελπίζει ότι θα βρει συμμάχους έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου και θα αποφύγει βεβαίως και μια συνολική διαπραγμάτευση με την Ελλάδα για οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ από τις εκβολές του Έβρου μέχρι και τη Στρογγύλη, ενώ θα είναι πιο εύκολα αποδεκτές από τον διεθνή παράγοντα οι θεωρίες για μικρή ή μηδενική επήρεια των απομακρυσμένων νησιών, όπως θα είναι σε μια τέτοια περιφερειακή διαπραγμάτευση το Καστελλόριζο.

Η Αθήνα, έχοντας στραμμένο το βλέμμα και στις επόμενες κινήσεις της τουρκικής πλευράς, καθώς σύντομα, όπως προανήγγειλε ο κ. Τσαβούσογλου, θα εκδοθούν και οι παράνομες άδειες για έρευνες μέχρι έξω από χωρικά ύδατα της Ρόδου και της Καρπάθου, προσπαθεί συγχρόνως να χτίσει και ένα διπλωματικό οχυρό απέναντι στην Τουρκία.

Η συμφωνία με την Αίγυπτο, παρά τα αρνητικά σημεία της, τα οποία έχουμε επισημάνει, η άμεση επαφή και συνεννόηση με το Ισραήλ και η θετική δήλωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είναι κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση.

Η συνάντηση με τον Μάικ Πομπέο στη Βιέννη την Παρασκευή ήταν εξαιρετικά σημαντική και η αμεσότητα με την οποία ανταποκρίθηκε στο ελληνικό αίτημα για συνάντηση ο αρχηγός του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δείχνει ότι και η γραφειοκρατία της αμερικανικής διπλωματίας αντιλαμβάνεται πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση και πόσο δικαιολογημένες οι ελληνικές αντιδράσεις στις τουρκικές προκλήσεις.

Όμως με την Αμερική σε προεκλογική περίοδο και τον Προέδρο Τραμπ να μην ξεχνά τη φιλία του και τη συμπάθειά του προς τον Ταγίπ Ερντογάν, πρακτικά δεν έχουμε να περιμένουμε πολλά από την Ουάσινγκτον.

Αλλά και στην ΕΕ τα πράγματα δεν είναι καλύτερα…

Μοναδική εξαίρεση η Γαλλία και ο Πρόεδρος Μακρόν, ο οποίος με τις δηλώσεις του και την αναγγελία ενίσχυσης της γαλλικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο προσφέρει διπλωματικό στήριγμα στην Ελλάδα.

Ο ύπατος εκπρόσωπος για την Εξωτερική Πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ ήδη από την επίσκεψή του στην Άγκυρα φαίνεται ότι παίζει ένα τουλάχιστον διπρόσωπο παιχνίδι, κλείνοντας διαρκώς το μάτι στην Άγκυρα και στον Ταγίπ Ερντογάν και προσπαθώντας συνεχώς να αμβλύνει είτε τις αποφάσεις είτε τον τόνο των συζητήσεων της ΕΕ έναντι της Τουρκίας.

Όσο για την κ. Μέρκελ, που ελπίζει ότι θα είναι ο γεφυροποιός μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας, αναλαμβάνει έναν εξαιρετικά δύσκολο ρόλο, τον οποίο δεν μπορεί εύκολα να υπηρετήσει, μιας και υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ Γερμανίας – Τουρκίας, με χιλιάδες γερμανικές επιχειρήσεις να λειτουργούν στην Τουρκία και τις γερμανικές τράπεζες να είναι εκτεθειμένες στον δανεισμό της Τουρκίας, ενώ θεωρεί ότι είναι καθήκον της στο τέλος της θητείας της να βάλει τις βάσεις για μια νέα εποχή στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Υπό αυτό το βάρος, η παρέμβασή της ως μεσάζοντα για την έναρξη ελληνοτουρκικού διαλόγου δεν είναι η καλύτερη εξέλιξη και ούτε μπορεί να έχει αποτέλεσμα.

Η Ελλάδα οφείλει στο Συμβούλιο Εξωτερικών (συνεκλήθη εκτάκτως χθες, Παρασκευή) αλλά και στο Συμβούλιο Γκύμνιχ στο τέλος Αυγούστου να απειλήσει με βέτο κάθε απόφαση από δω και στο εξής, εάν δεν δρομολογηθεί μέσα σε μικρό και σύντομο διάστημα διαδικασία ισχυρών κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας και πολιτική και διπλωματική καταδίκη της Τουρκίας. Στην παρούσα φάση, με την οικονομία της Τουρκίας να κλυδωνίζεται, ο κ. Ερντογάν μόνο τη λογική των οικονομικών και εμπορικών κυρώσεων μπορεί να αντιληφθεί.

Η Αθήνα όμως οφείλει να ξεκαθαρίσει τη στάση της στο θέμα του διαλόγου με την Τουρκία, στον οποίο αναφέρθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εκφράζοντας την ετοιμότητα της Ελλάδας για διάλογο, όχι όμως υπό καθεστώς εκβιασμών και πιέσεων. Σε ό,τι αφορά τη γερμανική πρωτοβουλία, που είχε οδηγήσει σε αποκλιμάκωση μετά τη Navtex της 21ης Ιουλίου, η Ελλάδα έστειλε αντιφατικά μηνύματα. Καθώς είχε δρομολογηθεί διάλογος μετά τη συνάντηση Σουρανή – Καλίν και η Τουρκία δεν είχε υλοποιήσει τη Navtex προκειμένου να γίνει επανέναρξη των διερευνητικών στο τέλος Αυγούστου, η κυβέρνηση θεώρησε καλό να επισπεύσει την υπογραφή της συμφωνίας οριοθέτησης, έστω και μερικής, με την Αίγυπτο, αιφνιδιάζοντας όχι μόνο την Τουρκία αλλά και το Βερολίνο.

Η κίνηση αυτή, η οποία έχει αμφίβολης ωφελιμότητας αποτελέσματα και αντιθέτως προσφέρει ένα αρνητικό προηγούμενο σε μελλοντική διαπραγμάτευση με την Τουρκία (εγκατάλειψη της μέσης γραμμής και της πλήρους επήρειας των νησιών), δημιούργησε και ένα πρόβλημα αξιοπιστίας της Αθήνας έναντι και του Βερολίνου. Ωστόσο, σύμφωνα με την κριτική που ασκείται, ήταν η κίνηση που προκάλεσε την νέα τουρκική Navtex και τις έρευνες εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, καθώς ο Ερντογάν δεν θα άφηνε αναπάντητη τη συμφωνία με την Αίγυπτο.

Πάντως υπάρχει και ο αντίλογος, καθώς η Αθήνα δεν θέλει να προσέλθει σε έναν διάλογο, όπου στο τραπέζι θα είναι το τουρκολιβυκό μνημόνιο αλλά και η διαρκής απειλή για αποστολή τουρκικού ερευνητικού στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, και η φαρέτρα της Ελλάδας να είναι κενή… Και έτσι πρόσθεσε στο οπλοστάσιό της την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία…

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ