Η χωρική μας αποτύπωση στον κενό νεοταξικό κόσμο
Γράφει ο
Δρος Παναγιωτης Β. Τσακλης
Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Res. Assoc, Karolinska Institute, Sweden
[email protected]
Ο κάθε άνθρωπος βιώνει διαφορετικά και πολύπλοκα το χτίσιμο της προσωπικότητάς του και η επιτυχία του αποτελέσματος δεν είναι πάντα η αναμενόμενη. Οι παράμετροι που συνθέτουν τις δυνατότητές μας δεν έχουν μοιραστεί ισόποσα στον καθέναν μας και εάν υποθέταμε πως αυτά τα στοιχεία είναι μουσικές νότες, θα βλέπαμε τον κάθε άνθρωπο να συνθέτει την προσωπική του μελωδία ή παραφωνία.
Η μουσική αυτή αναγωγή παραπέμπει και στην αρμονία ή μη των σχέσεων μεταξύ μας και τότε πια το αποτέλεσμα θα θέλαμε οπωσδήποτε να είναι μία «συμφωνία».
Η στρατηγική των πράξεών μας στη σκακιέρα της ζωής δεν είναι τίποτα άλλο από διαρκής προσπάθεια διατήρησης του βασιλιά εαυτού μας. Ποιο είναι λοιπόν το ζητούμενο; Η αποτελεσματικότητα της πράξης μας ή η πράξη καθ’ εαυτή μέσα από την προσπάθεια για την ολοκλήρωσή της; Διαπροσωπικά, μπορεί κάποιους συνανθρώπους μας να τους θωρούμε μεγαλύτερους, μπορεί κάποιους μικρότερους έως και ελάχιστους μπροστά μας και δεν αναφέρομαι βέβαια σε ανθρωπομετρικά μεγέθη. Όλα έχουν να κάνουν με το πώς χαράσσουμε τον κοινωνικό μας ανθρωποχώρο, κρατώντας τον κανόνα οριζόντιο ή κάθετο. Προβληματιζόμαστε με αυτούς οι οποίοι με τις αρνητικές πράξεις και ιδέες τους δεν μπορούν να διατηρήσουν την επαφή με το οριζόντιο επίπεδο.
Σε αυτήν την περίπτωση έχουμε δύο πιθανούς τρόπους να δράσουμε. Ο ένας είναι να στρέψουμε τον κανόνα σύμφωνα με τη βαρυτική γραμμή και αυτομάτως θα λάβουν αναλόγως μια θέση στο κοινωνικό κλιμακοστάσιο, σε κάποιον από τους παρακάτω από εμάς ορόφους, έως το υπόγειο. Συνεπώς, θα πρέπει να προσαρμόσουμε τον τρόπο συνύπαρξής μας εγκαθιστώντας φίλτρα κατά περίπτωση, γεγονός πολλές φορές κουραστικό και σε άλλες, ακόμα χειρότερα, ουτοπικό.
Ο άλλος τρόπος είναι να τους αποχαρακτηρίσουμε ως homo sapiens, δεχόμενοι ότι βρίσκονται σε προεξελικτικό στάδιο, που δεν τους επιτρέπει τη σύμπραξη. Αυτός είναι ο πιο γρήγορος τρόπος για να απαλλαγούμε από την ψυχοφθόρα επίδραση των πράξεών τους, αφού θα τους έχουμε απαξιώσει και δεν θα υποβάλουμε τον εαυτό μας στην αναζήτηση άλλοθι και του βαθύτερου αιτίου της απαξίας τους. Εάν πάλι επιλέξουμε να θέσουμε κάποιον συνάνθρωπό μας υψηλότερα από το είναι μας, θα πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι δεν τον υπερεκτιμούμε, αλλά ούτε και υποτιμούμε τον εαυτό μας. Και στις δύο περιπτώσεις δημιουργείται τεχνητό χάσμα, με τον άλλον να έχει καταλάβει το ρετιρέ, πληρώνοντας το ενοίκιο του πρώτου.
Η διαβαθμιστική διάταξη της κοινωνίας μας, με επιστέγασμα την επικρατούσα εξουσία, με τις δομημένες και αδόμητες εκφάνσεις της, μας ορίζουν σαν ένα σημείο στα χωρικά επίπεδα του συστήματος. Ταυτόχρονα, μπορεί οι ίδιοι να εφαπτόμαστε σε μια εξουσιαστική έκφανση, καθορίζοντας με τις πρακτικές μας την προσωπική μας εξουσία έναντι άλλων συνανθρώπων μας.
Τα πράγματα περιπλέκονται όταν, όντας μέρος του συστήματος, ασκώντας τη θεσμική εξουσία που από θέσης σού έχει δοθεί, υπηρετείς μια επιστεγασμένη εξουσία, που με τις πρακτικές της αποδεικνύεται καταπιεστική και απάνθρωπη. Έτσι, όσο φιλότιμες και αγαθές είναι οι προθέσεις σου, ώστε στο επίπεδο της δικής σου άσκησης εξουσίας να αποδοθεί έργο, υψώνονται κυματοθραύστες αποδυνάμωσης και τελικής απαξίωσης. Τότε οφείλεις να ορίσεις στρατηγικές με στόχο την υπερδόμηση της εξουσιαστικής ισχύος σου και επιλέγοντας να γίνεις πιο επιθετικός έναντι της άρρωστης άνωθεν εξουσίας.
Η εν θερμώ αντιμετώπιση των διαφόρων καταστάσεων ελλοχεύει τον κίνδυνο του «εγκαύματος», το οποίο μπορεί να περιοριστεί στον δράστη, μπορεί όμως και να διαχυθεί επί αδίκους και δικαίους. Όπως στη φύση η θερμοκρασία των πραγμάτων πρέπει να ισορροπεί τους νόμους, από το απόλυτο του γήινου πυρήνα έως την ιδανική γευστική θερμοκρασία ενός μπράντι, έτσι και η θεώρηση οξέων καταστάσεων θα πρέπει να αναμένει την ιζηματοποίηση των πρωτογενών κρίσεων, ώστε να καταστρωθεί ανέφελα η στρατηγική των επόμενων. Τα πρωτογενή συναισθήματα μπορεί να θολώσουν κρίση και λογική, σε βαθμό που οι μετέπειτα διορθωτικές ορθολογικές πράξεις να μην μπορούν να επιφέρουν το σωστό αποτέλεσμα.
Έτσι, η έκφραση δειλίας ή θάρρους κατά περίπτωση μπορεί να είναι δυσδιάκριτη. Η δειλία βασίζεται στον φόβο του πόνου. Είναι μία πράξη δίχως πραγμάτωση. Πηγάζει από πρωτόγονο συναίσθημα και στοχεύει στην αυτοσυντήρηση. Ο πόνος, ως βίωμα και απειλή, θα πρέπει να θεωρηθεί με όλες τις εκφάνσεις του, σωματικά και ψυχικά.
Στον αντίποδα, το θάρρος αντιμάχεται τον πόνο, χρησιμοποιώντας τόσο ψυχικά, όσο και βιολογικά αποθέματα. Το θάρρος οδηγεί σε πραγμάτωση. Αποδίδει ηρωισμό, νίκη, έρωτα, ανακαλύψεις, επιτεύγματα πάσης φύσης.
Ένας εκ φύσεως δειλός μπορεί ενίοτε να δράσει θαρραλέα, υπερβαίνοντας τον φόβο του πόνου, υπό την τάση της αυτοσυντήρησης. Ένας εκ φύσεως θαρραλέος μπορεί ενίοτε να δειλιάσει, κυρίως φοβούμενος την επιτυχία της πραγμάτωσης των πράξεων και των λόγων του σε ειδικές για αυτόν περιστάσεις.
Είναι λοιπόν προφανές ότι η φύση μπορεί να έχει πεπερασμένο ρόλο ανά περίπτωση, σε ό,τι αφορά την ηρωικότητα ή μη των πράξεων και των λόγων μας. Υπ’ όψιν!
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ