Λυγίζει η τουρκική οικονομία – Παράθυρο ευκαιρίας για την Ελλάδα

Λυγίζει η τουρκική οικονομία – Παράθυρο ευκαιρίας για την Ελλάδα


Του
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΛΑΥΡΕΝΤΖΟΥ
Συμβούλου επιχειρήσεων – Συγγραφέα


Μεγάλη αδυναμία εμφάνισε πρόσφατα η τουρκική λίρα, η οποία επιτάχυνε τη διολίσθησή της έναντι του δολαρίου και του ευρώ. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι την Παρασκευή ένα ευρώ αντιστοιχούσε σε περίπου 8,30 τουρκικές λίρες, ενώ μόλις έναν χρόνο πριν αντιστοιχούσε σε 6,20 λίρες. Η εξέλιξη αυτή ερμηνεύεται από πολλούς αναλυτές ως ένδειξη ότι η τουρκική Κεντρική Τράπεζα χάνει τη μάχη στήριξης του εθνικού νομίσματος, καθώς ξεμένει από «πυρομαχικά». Πράγματι, σε αυτήν τη φάση η Κεντρική Τράπεζα έχει μάλλον εξαντλήσει τα συναλλαγματικά της αποθέματα, στην προσπάθειά της να κρατήσει την ισοτιμία της λίρας.

Οι παραπάνω εξελίξεις δεν αποτελούν κεραυνό εν αιθρία. Είναι το συνδυασμένο αποτέλεσμα των χρόνιων προβλημάτων της τουρκικής οικονομίας, των παρεμβάσεων του Ερντογάν στην οικονομία και των συνεπειών που είχε η κρίση του κορονοϊού. Πριν ακόμη από τον κορονοϊό, η τουρκική οικονομία αντιμετώπιζε ένα σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας. Συγκεκριμένα, εντός του 2020 έπρεπε να αναχρηματοδοτηθεί δημόσιο χρέος 170 δισ., ενώ από την αρχή του έτους τα συναλλαγματικά αποθέματα είχαν πέσει σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα. Η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με τα δυσανάλογα χαμηλά επιτόκια, που επιβλήθηκαν με διοικητικές αποφάσεις, είναι εν πολλοίς αποτέλεσμα των αντιφατικών προσπαθειών του Ερντογάν να κρατήσει χαμηλά το κόστος δανεισμού και παράλληλα να ελέγξει την ισοτιμία του νομίσματος.

Τα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας

Τα παραπάνω αφορούν βεβαίως τις στρεβλώσεις που εισήγαγε ο Ερντογάν στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει την κρίση του 2018. Παράλληλα, όμως, υπάρχουν πάντα στο υπόβαθρο και τα δομικά προβλήματα της τουρκικής οικονομίας. Το κυριότερο εξ αυτών είναι το διαχρονικά υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η διαχρονική υστέρηση των τουρκικών εξαγωγών έναντι των εισαγωγών δημιουργεί μια συνεχή ζήτηση για ξένα κεφάλαια στην τουρκική οικονομία, γεγονός το οποίο από τη μια μεριά τροφοδοτεί την επέκτασή της, αλλά από την άλλη μεριά την καθιστά ευάλωτη.

Πράγματι, η τουρκική οικονομία είναι ένα ριψοκίνδυνο επενδυτικό πρότζεκτ, που για να συνεχίσει να λειτουργεί πρέπει να προσφέρει συνεχώς κεφαλαιακά κέρδη στους ξένους επενδυτές. Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία σε συνθήκες συνεχούς νομισματικής διολίσθησης, καθώς είναι σαφές ότι για να παραμένουν οι επενδυτές σε ένα νόμισμα που χάνει την αξία του θα πρέπει να αποζημιώνονται με υψηλά επιτόκια.

Αυτές τις λεπτές ισορροπίες διατάραξε ο Ερ­ντογάν με τις ανορθολογικές παρεμβάσεις του, θεωρώντας ότι ο αυταρχισμός είναι ένα εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιεί σε όλες τις περιπτώσεις. Δεν ισχύει όμως αυτό για τους νόμους της οικονομίας, που έως έναν βαθμό συμπεριφέροντα όπως οι νόμοι της φυσικής. Και βέβαια η ανατροπή των ισορροπιών πολλαπλασιάζει τα προβλήματα, αφού δημιουργεί πρόσθετες πιέσεις στις τουρκικές επιχειρήσεις, καθώς πολλές από αυτές είναι δανεισμένες σε ξένο συνάλλαγμα. Όπως είναι φυσικό, λοιπόν, η ανατίμηση των ξένων νομισμάτων καθιστά όλο και πιο δύσκολη την εξυπηρέτηση του χρέους τους.

Τα παραπάνω προβλήματα επιδεινώθηκαν περαιτέρω με την κρίση του κορονοϊού. Η παύση εργασιών σημαντικών εξαγωγικών βιομηχανιών και η απότομη μείωση της ζήτησης από το εξωτερικό ήταν ό,τι ακριβώς δεν θα ήθελε η τουρκική οικονομία σε αυτήν τη φάση. Για την ακρίβεια, ο κορονοϊός φαίνεται να γίνεται η θρυαλλίδα για την εισαγωγή της τουρκικής οικονομίας σε μια σοβαρή κρίση ρευστότητας, καθώς μείωσε σημαντικά τις συναλλαγματικές εισροές. Η επερχόμενη αυτή κρίση μπορεί να οδηγήσει την Τουρκία ξανά στην «αγκαλιά» του ΔΝΤ, γεγονός που αναμφίβολα θα έχει βαθιές συνέπειες και στην εσωτερική πολιτική σκηνή αλλά και στην εξωτερική πολιτική της.

Να μη δώσουμε το φιλί της ζωής στον Ερντογάν

Τα παραπάνω έχουν ιδιαίτερη σημασία και για την Ελλάδα, η οποία πιέζεται αφόρητα από την Τουρκία για να συρθεί σε έναν «διάλογο» εφ’ όλης της ύλης επί των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Η πρόσφατη ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο που προκάλεσε η τουρκική εξαγγελία για σεισμικές έρευνες εντός της ελληνικής ΑΟΖ στην παρούσα φάση φαίνεται να έχει εκτονωθεί. Η εκτόνωση αυτή μπορεί να είναι αποτέλεσμα της αποφασιστικής ελληνικής στάσης αλλά και των ξένων παρεμβάσεων. Μπορεί όμως να οφείλεται και σε μια παρασκηνιακή συμφωνία για έναρξη διαλόγου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Όποιος και αν είναι ο λόγος της εκτόνωσης, είναι σαφές ότι η επικείμενη οικονομική κρίση στην Τουρκία δίνει στην Ελλάδα ένα παράθυρο ευκαιρίας. Ένα παράθυρο που η ελληνική πλευρά πρέπει να εκμεταλλευτεί για να οργανώσει την άμυνά της απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα. Στο μεταξύ, και ενώ ο Ερντογάν θα έχει να αντιμετωπίσει πολύ πιο επείγοντα ζητήματα, ας μη σπεύσουμε να του δώσουμε πολιτικά το φιλί της ζωής. Θα ήταν κρίμα σε αυτήν τη φάση η Ελλάδα να προστρέξει σε έναν διάλογο με μια Τουρκία που μπαίνει στη δίνη μιας σοβαρής οικονομικής κρίσης.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ