Οι Συνθήκες των Παρισίων 1947 – Λωζάνης 1923 και η καινοφανής θεωρία περί “γκρίζων ζωνών” της Τουρκίας

Οι Συνθήκες των Παρισίων 1947 – Λωζάνης 1923 και η καινοφανής θεωρία περί “γκρίζων ζωνών” της Τουρκίας

Πολύς λόγος γίνεται, ειδικά το τελευταίο διάστημα, στην περιοχή του Καστελόριζου με τις Νavtex και αντιnavtex μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας. Στην τελευταία αντιnavtex η Αγκυρα φαίνεται να επικαλείται   την Συνθήκη των Παρισίων.

Γνωρίζουμε τις αποψεις των γειτόνων σχετικα με την εγκυρότητα των Διεθών Συνθηκών και το καθεστώς της κυριαρχίας σε νήσους και βραχονησίδες. Μάλιστα η Άγκυρα ερμηνεύει τις τελευταίες δεκαετίες τις συνθήκες κατα το δικό της ανυπόστατο τρόπο σε μια προσπάθεια να πείσει την παγκόσμια κοινή γνώμη για του “κακούς” Έλληνες που συστηματικά δήθεν καταπατούν ή ερμηνεύουν οπως θέλουν τις Διεθνείς Συνθήκες.

Τι ομως ισχύει πραγματικά με τις Συνθήκες των Παρισίων 1947 και Λωζάνης 1923; Παραθέτουμε την ανακοίνωση-εξήγηση του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών για το τι ισχύει.


Το άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (10.12.1947) προβλέπει : «Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου τας κατωτέρω απαριθμουμένας, ήτοι: Αστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τήλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λειψών, Σύμην, Κω και Καστελλόριζον, ως και τας παρακειμένας νησίδας».


Η ανακοίνωση πηγή υπουργείο Εξωτερικών:

Τουρκικές διεκδικήσεις

Ζητήματα Ελληνοτουρκικών Σχέσεων – Ειδικότερα κείμενα

Την καινοφανή θεωρία περί “γκρίζων ζωνών” ανέπτυξαν Τούρκοι αξιωματούχοι από τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Η θεωρία αυτή “επανερμηνείας” των διεθνών Συνθηκών συνίσταται στην αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε μία σειρά νήσων, νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο. Ειδικότερα, η Τουρκία ισχυρίζεται ότι η ελληνική κυριαρχία υφίσταται μόνο σε εκείνα τα νησιά του Αιγαίου, τα οποία αναφέρονται ονομαστικά στα κείμενα των Συνθηκών με τις οποίες αυτά τα νησιά παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.

Το διεθνές νομικό πλαίσιο, ωστόσο, με το οποίο ρυθμίστηκαν τα θέματα κυριαρχίας στην περιοχή μετά τους Παγκοσμίους Πολέμους (Συνθήκες Λωζάνης 1923 και Παρισίων 1947) είναι απολύτως σαφές και αδιαμφισβήτητο.

Ειδικότερα το άρθρο 12 της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923 προβλέπει τα εξής: «Η ληφθείσα απόφασις της 13ης Φεβρουαρίου 1914 υπό της Συνδιασκέψεως του Λονδίνου εις εκτέλεσιν των άρθρων 5 της Συνθήκης του Λονδίνου της 17/30 Μαϊου 1913 και 15 της Συνθήκης των Αθηνών της 1/14 Νοεμβρίου 1913, η κοινοποιηθείσα εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν τη 13 Φεβρουαρίου 1914 και αφορώσα εις την κυριαρχίαν της Ελλάδος επί των νήσων της Ανατολικής Μεσογείου, εκτός της Ίμβρου, Τενέδου και των Λαγουσών νήσων (Μαυρυών), ιδία των νήσων Λήμνου, Σαμοθράκης, Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας επικυρούται, υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της παρούσης Συνθήκης των συναφών προς τις υπό την κυριαρχίαν της Ιταλίας διατελούσας νήσους, περί ων διαλαμβάνει το άρθρο 15. Εκτός αντιθέτου διατάξεως της παρούσης Συνθήκης, αι νήσοι, αι κείμεναι εις μικροτέραν απόστασιν των τριών μιλίων της ασιατικής ακτής, παραμένουσιν υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν».

Σύμφωνα με το άρθρο 15 της Συνθήκης της Λωζάννης “Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου επί των κάτωθι απαριθμουμένων νήσων, τουτέστι της Αστυπαλαίας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψούς, Σύμης και Κω, των κατεχομένων νυν υπό της Ιταλίας και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και της νήσου Καστελλορίζου”. Περαιτέρω, το άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (10.12.1947) προβλέπει : «Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου τας κατωτέρω απαριθμουμένας, ήτοι: Αστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τήλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λειψών, Σύμην, Κω και Καστελλόριζον, ως και τας παρακειμένας νησίδας».

Σύμφωνα με το άρθρο 16 της Συνθήκης της Λωζάννης : «Η Τουρκία δηλοί ότι παραιτείται παντός τίτλου και δικαιώματος πάσης φύσεως επί των εδαφών ή εν σχέσει προς τα εδάφη άτινα κείνται πέραν των προβλεπομένων υπό της παρούσης Συνθήκης ορίων, ως και επί των νήσων, εκτός εκείνων ων η κυριαρχία έχει αναγνωρισθή αυτή δια της παρούσης

Συνθήκης, της τύχης των εδαφών και των νήσων τούτων κανονισθείσης ή κανονισθησομένης μεταξύ των ενδιαφερομένων.

Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουσι τας συνομολογηθείσας ή συνομολογηθησομένας ιδιαιτέρας συμφωνίας μεταξύ της Τουρκίας και των ομόρων χωρών λόγω της γειτνιάσεως αυτών».

Δυνάμει των νομικών αυτών τίτλων, η Ελλάδα ασκεί νομίμως, αδιαλείπτως, εμπράκτως και με ειρηνικό τρόπο την κυριαρχία της επί όλων των νήσων, νησίδων και βραχονησίδων που εμπίπτουν, κατά τα προαναφερόμενα, στο έδαφός της χωρίς να έχει υπάρξει ουδεμία αμφισβήτηση από άλλο κράτος, πλην των αβάσιμων όψιμων αμφισβητήσεων της Τουρκίας.

Περίπτωση Ιμίων

Στις 26 Δεκεμβρίου 1995, όταν τουρκικό φορτηγό πλοίο προσάραξε σε μία εκ των νησίδων Ίμια, ο πλοίαρχος αρνήθηκε αρχικά την προσφερθείσα εκ μέρους των ελληνικών Αρχών βοήθεια, υποστηρίζοντας ότι ευρίσκεται εντός τουρκικών χωρικών υδάτων, για να δεχθεί στο τέλος να ρυμουλκηθεί από ελληνικό ρυμουλκό στην Τουρκία.

Στις 27 Ιανουαρίου 1996, δημοσιογράφοι της τουρκικής εφημερίδας Hurriyet υπέστειλαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική στη νησίδα Ιμια. Την επομένη το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό υπέστειλε την τουρκική και ύψωσε την ελληνική σημαία. Ακολούθως τουρκικά πολεμικά πλοία κατέπλευσαν στην περιοχή παρακολουθούμενα από ελληνικά. Σημειώθηκαν παραβιάσεις ελληνικών χωρικών υδάτων από τουρκικά πολεμικά πλοία, αλλά και ελληνικού εναερίου χώρου από τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη. Αποκορύφωμα της τουρκικής πρόκλησης ήταν η αποβίβαση ανδρών του τουρκικού στρατού στη δεύτερη εκ των νησίδων, δηλαδή η στρατιωτική κατάληψη τμήματος της ελληνικής επικράτειας. Η κρίση αποκλιμακώθηκε με την απομάκρυνση των εκατέρωθεν δυνάμεων από την περιοχή και την επιστροφή στην προτέρα κατάσταση.

Το Τουρκικό ΥΠΕΞ με ρηματικές διακοινώσεις του επικαλείται τουρκική κυριαρχία επί των Ιμίων και -στο πλαίσιο έμπρακτης εφαρμογής της “θεωρίας των γκρίζων ζωνών”- έχει θέσει θέμα διμερούς διαπραγμάτευσης για νήσους, νησίδες και βραχονησίδες στο Αιγαίο, το καθεστώς των οποίων είναι δήθεν αδιευκρίνιστο από νομικής απόψεως.

Ωστόσο, το νομικό καθεστώς των νήσων και νησίδων του Αιγαίου είναι ξεκάθαρο. Η ελληνική κυριαρχία επί των Ιμίων προκύπτει σαφώς από διεθνή συμβατικά κείμενα, δηλαδή τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, τις Ιταλο-τουρκικές Συμφωνίες του 1932 και τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947. Συγκεκριμένα:

• Βάσει της Συνθήκης της Λωζάννης (άρθρο 15) τα Ίμια μαζί με όλο το Δωδεκανησιακό σύμπλεγμα περιήλθαν στην Ιταλία. Επιπλέον, από τα άρθρα 12 και 16 προκύπτει ότι η Τουρκία παραιτήθηκε κάθε κυριαρχικού δικαιώματος επί όλων των νησιών που βρίσκονται πέραν των 3 μιλίων από την ασιατική ακτή, πλήν της Ίμβρου, της Τενέδου και των Λαγουσών. Συνεπώς παραιτήθηκε κάθε κυριαρχικού της δικαιώματος και επί των Ιμίων που βρίσκονται σε απόσταση 3,7 μίλια από τις τουρκικές ακτές.

• Με την Ιταλο-Τουρκική Συμφωνία του Ιανουαρίου 1932 και του συμπληρωματικού αυτής Πρωτοκόλλου της 28.12.1932, οριοθετήθηκαν τα θαλάσσια σύνορα των δύο χωρών μεταξύ Μικρασιατικής Ακτής και Δωδεκανησιακού συμπλέγματος. Τονίζεται ότι τα Ίμια περιήλθαν στην Ιταλία με τη Συνθήκη της Λωζάννης, κάτι που απλώς επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι στο σημείο 30 του συμπληρωματικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 28.12.1932 αναφέρονται ως ένα από τα σημεία ιταλικής κυριαρχίας από τα οποία θα υπολογίζεται η μέση γραμμή για το διαχωρισμό των χωρικών υδάτων μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας.

• Βάσει της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων του 1947 (άρθρο 14), η κυριαρχία επί των Δωδεκανήσων, συμπεριλαμβανομένων των Ιμίων, περιήλθε από την Ιταλία στην Ελλάδα. Δηλαδή, η Ελλάδα διαδέχθηκε την Ιταλία, ασκούσα αυτή πλέον κυριαρχία επί των Δωδεκανήσων.

Την προαναφερθείσα νομική επιχειρηματολογία συμπληρώνει η έμπρακτη, ειρηνική και συνεχής άσκηση κυριαρχίας επί των Ιμίων από την Ελλάδα, αδιαλείπτως από το 1947, χωρίς η Τουρκία να την αμφισβητήσει ποτέ μέχρι την κρίση 1995-96.

paron.gr


Σχολιάστε εδώ