ΕΣΕΕ: Θετικά σήματα από την επαναλειτουργία των καταστημάτων
– Τάσεις εξισορρόπησης δείχνει η εξέλιξη του τζίρου των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου τον Μάιο 2020.
Συνιστά κοινή παραδοχή πως η αναστολή λειτουργίας (lockdown) που επιβλήθηκε κατόπιν απόφασης διοικητικής αρχής στις επιχειρήσεις στα μέσα περίπου Μαρτίου, εκτός SM, Minimarkets, Φαρμακεία, κ.ά, είχε ως αποτέλεσμα την κατάρρευση των λιανικών πωλήσεων, με πωλήσεις μέσω διαδικτύου να αντισταθμίζουν μερικώς τις τεράστιες απώλειες.
Αυτό σημειώνεται στην ανάλυση της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, με αφορμή τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον μήνα Μάιο του 2020.
Ωστόσο, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ[1] για το μήνα Μάϊο του 2020 προκύπτουν ενδιαφέροντα συμπεράσματα σχετικά με τον κύκλο εργασιών των καταστημάτων λιανικού εμπορίου που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, δεδομένου μάλιστα ότι ήταν ο πρώτος μήνας της σταδιακής επανέναρξης της λειτουργίας συγκεκριμένων κατηγοριών εμπορικών καταστημάτων, αναφέρει η έρευνα.
Αναλυτικά:
-Τόσο για το σύνολο των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου όσο και μεμονωμένα για εκείνες που τέθηκαν σε αναστολή λειτουργίας η εικόνα ήταν καλύτερη από ότι στο σύνολο της οικονομίας και για τους δυο μήνες, Απρίλιο και Μάιο, παρά τη ραγδαία συρρίκνωση του τζίρου και στις δύο περιόδους.
Ειδικότερα για τον Μάιο σε σύγκριση με τον Μάιο του 2019, οι απώλειες του τζίρου για τις εμπορικές επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου που τέθηκαν σε αναστολή λειτουργίας από τις 18 Μαρτίου επιβραδύνονται σε σχέση με το σύνολο του εμπορίου (-14,9% έναντι από -19,2%). Φαίνεται πως με την επανέναρξη της λειτουργίας των καταστημάτων, η ανταπόκριση της ζήτησης ήταν θετική παρά τις αρχικά δυσοίωνες εκτιμήσεις. Βέβαια, δεν γίνεται λόγος για επαναφορά στην κανονικότητα, καθώς δεν έχουν ακόμη εκτιμηθεί οι πολυδιάστατες επιπτώσεις της πανδημίας, αλλά σε κάθε περίπτωση εκπέμπεται ένα θετικό μήνυμα για την προσπάθεια ανάκαμψης του κλάδου. Ωστόσο, θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί για την επανάληψη φαινομένων “Black Friday”, όπου η πρωτόγνωρη ζήτηση του μηνός Νοεμβρίου έχει ως αποτέλεσμα την επίσπευση των προγραμματισμένων χριστουγεννιάτικων αγορών των καταναλωτών και τις χαμηλότερες του αναμενομένου πωλήσεις για τον Δεκέμβριο κάθε έτους. Το επόμενο χρονικό διάστημα είναι το πλέον κρίσιμο για την εξαγωγή συμπερασμάτων στο εμπόριο, καθώς θα έχει καταγραφεί ο αντίκτυπος της -πανδημίας και στον τουριστικό τομέα.
-Τον Απρίλιο, οι επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου που έκλεισαν εξαιτίας του lockdown πραγματοποίησαν τζίρο ύψους 165,7 εκ. ευρώ, ο οποίος προφανώς πραγματοποιήθηκε μέσω e-shop. Μπορεί το συγκεκριμένο ποσό να μην εντυπωσιάζει, αλλά οι διαδικτυακές πωλήσεις αποτέλεσαν τη μοναδική πηγή εσόδων όσων επιχειρήσεων τέθηκαν σε αναστολή εξαιτίας της πανδημίας. Η εν λόγω, έστω και μικρή, οικονομική ανάσα απέτρεψε την πλήρη οικονομική κατάρρευση αρκετών εξ’ αυτών, αναδεικνύοντας πέραν κάθε αμφιβολίας την ανάγκη ανάπτυξης εναλλακτικών δικτύων πραγματοποίησης πωλήσεων (ψηφιακός μετασχηματισμός).
-Τέλος, επισημαίνεται πως τα εν λόγω στοιχεία αφορούν μόνο τις επιχειρήσεις που τηρούν διπλογραφικά βιβλία –δηλαδή τις σχετικά μεγαλύτερες επιχειρήσεις– και επομένως η ερμηνεία τους θα πρέπει να γίνεται με προσοχή καθώς δεν αντανακλούν την συνολική εικόνα όλου του εμπορικού κλάδου. Αυτός είναι και ο λόγος που ήδη το ΙΝ.ΕΜ.Υ.-ΕΣΕΕ εκπονεί συνολική μελέτη με στόχο την άντληση στοιχείων, την παρακολούθηση και μελέτη των εξελίξεων και στις μικρότερες επιχειρήσεις (απλογραφικά βιβλία) σε συνδυασμό με το σύνολο του λιανικού εμπορίου.
Τζίρος σε απόλυτα νούμερα (τα στοιχεία αφορούν μόνο επιχειρήσεις με Διπλογραφικά βιβλία)
Απρίλιος 2019 (όλες οι εμπορικές επιχειρήσεις): 7,94 δις €
Μάιος 2019 (όλες οι εμπορικές επιχειρήσεις): 8,12 δις €
Απρίλιος 2020 (ηλεκτρονικές πωλήσεις επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου σε αναστολή → 165,73 εκ. € + φυσικές & ηλεκτρονικές πωλήσεις εμπορικών επιχειρήσεων που λειτούργησαν κανονικά στην καραντίνα): 5,67 δις €
Μάιος 2020 (φυσικές & ηλεκτρονικές πωλήσεις επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου που επαναλειτούργησαν → 423,23 εκ. € + φυσικές & ηλεκτρονικές πωλήσεις εμπορικών επιχειρήσεων που λειτούργησαν κανονικά στην καραντίνα): 6,57 δις €.