Π. Νεάρχου: Οι τουρκικές ηγεμονικές φιλοδοξίες είναι στρατηγική απειλή για την Ελλάδα

Π. Νεάρχου: Οι τουρκικές ηγεμονικές φιλοδοξίες είναι στρατηγική απειλή για την Ελλάδα


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


H υπογραφή από την Άγκυρα του μνημονίου περί θαλασσίων ζωνών με τη Λιβύη του εγκαθέτου τους Αλ Σάρατζ αντιπροσωπεύει μια απίστευτη κλιμάκωση, που δείχνει καθαρά πώς εννοεί το Τουρκικό καθεστώς τις σχέσεις με την Ελλάδα και οποιεσδήποτε ενδεχόμενες συζητήσεις περί οριοθετήσεων υφαλοκρηπίδος και ΑΟΖ μεταξύ τους.

Η Άγκυρα, με την κίνηση αυτή, ε­γκατέλειψε οποιοδήποτε πλαίσιο διεθνούς θαλασσίου δικαίου και διεκδικεί, διά της ισχύος, την αρπαγή της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου, με τη γνωστή αυθαίρετη θεωρία ότι τα νησιά δεν έχουν δήθεν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, πέραν των χωρικών τους υδάτων.

Οι κάθε είδους εκπρόσωποι της κατευναστικής πολιτικής, που παρουσίαζαν ως δήθεν μόνη διέξοδο την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και τις διαπραγματεύσεις με την Άγκυρα, έχουν μπροστά τους σήμερα την ωμή πραγματικότητα του επιχειρούμενου Τουρκικού στρατηγικού εκβιασμού. «Ελάτε να συζητήσουμε και να τα βρούμε», λέει ο Τούρκος υπουργός Αμύνης Χουλουσί Ακάρ, «γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα λυπηθείτε πολύ»!

Η Τουρκική πλευρά, αφού προχώρησε σ’ ένα τερατώδες τετελεσμένο γεγονός σε βάρος της Ελλάδος, προσποιείται τον φιλειρηνιστή και καλεί την Ελληνική πλευρά σε συνομιλίες, προφανώς πάνω στη βάση του τετελεσμένου γεγονότος που δημιούργησε. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου επιδίδεται σε προπαγάνδα για το Καστελλόριζο και την επήρειά του. Το πράττει όμως απλώς για να παρουσιάσει την Ελληνική πλευρά ως δήθεν «μαξιμαλιστική» και να συγκαλύψει την Τουρκική αυθαιρεσία και αρπακτικότητα.

Η Τουρκική επέμβαση στη Λιβύη, μετά τη Συρία, αποσκοπεί ειδικότερα στον έλεγχο των τεραστίων ενεργειακών της αποθεμάτων και στην επέκταση της Τουρκικής επιρροής στην Κεντρική Μεσόγειο. Αποκαλύπτει όμως ταυτόχρονα τους πολύ φιλόδοξους στόχους του Τουρκικού ηγεμονισμού και τη σπουδή της Άγκυρας να καταστεί και να αναγνωρισθεί περιφερειακή δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή. Τι θα συνεπαγόταν για την Ελλάδα η ευόδωση τέτοιων ηγεμονικών σχεδίων; Είναι προφανές ότι η επιδίωξη από την Ά­γκυρα τέτοιων φιλοδοξιών αντιμάχεται ευθέως την κυριαρχία του Ελληνικού εθνικού χώρου και τα ζωτικά Ελληνικά συμφέροντα. Η Άγκυρα συνδυάζει ειδικότερα την ανέλιξή της σε περιφερειακή δύναμη με την άμεση αμφισβήτηση από την Ελλάδα του Αιγαίου και της εγγύς Ανατολικής Μεσογείου, όπου είναι ισχυρή η Ελληνική παρουσία, με τα δύο κυρίως στρατηγικά της κεφάλαια, την Κρήτη και την Κύπρο.

Η Τουρκία δεν επιδιώκει μόνο την αρπαγή των ενεργειακών πόρων της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου, που θα τους στερούσε από ένα μέσο που θα τους προσέδιδε πλούτο και ισχύ, όπως επίσης γεωπολιτική αναβάθμιση. Επιδιώκει επίσης την αρπαγή των στρατηγικών τους κεφαλαίων, που συνδέονται με τον έλεγχο του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Η Ελληνική πλευρά συνελήφθη αδρανούσα επί ολόκληρες δεκαετίες. Επαναπαύθηκε στον Ευρωπαϊκό της μύθο και έδειξε ασύγγνωστη αμέλεια στη συντήρηση και περαιτέρω ανάπτυξη της άμυνάς της και των εθνικών της πολιτικών και στρατηγικών. Αυτό επέτρεψε στην Άγκυρα να προηγηθεί, όχι μόνο σε ποσοτικούς αλλά και σε ποιοτικούς εξοπλισμούς. Η μεγαλύτερη αποτυχία της Ελληνικής πλευράς είναι η ουσιαστική ε­γκατάλειψη της αμυντικής της βιομηχανίας, τη στιγμή που η άλλη πλευρά έθετε ως στρατηγικό στόχο την ανάπτυξη μιας μεγάλης αμυντικής βιομηχανίας, που θα εξασφάλιζε στην Τουρκία τη μέγιστη δυνατή εθνική αυτάρκεια και ταυτόχρονα επιχειρησιακό πλεονέκτημα και ένα άλλο status διεθνούς ισχύος και προβολής.

Η Ελλάδα δεν υπολείπεται σε επιστημονικό δυναμικό για την ανάπτυξη ή τη συ­μπαραγωγή καινοτόμων αμυντικών συστημάτων, που μπορούν να καλύψουν εθνικές ανάγκες αλλά και να προωθηθούν στη διεθνή αγορά. Αιτία, επίσης, δεν ήταν η έλλειψη πόρων, που μέχρι την κρίση του 2009 ήταν σχετικά διαθέσιμοι. Αιτία ήταν η έλλειψη σταθερής πολιτικής και στρατηγικής και η γνωστή κομματική κακοδαιμονία. Το παράδοξο και το ανησυχητικό είναι η συνέχιση της πολιτικής αυτής, με την κεκτημένη αδράνεια του παρελθόντος, ακόμη και σήμερα, όταν τα πράγματα έχουν φτάσει σε ακραίο σημείο και θα έπρεπε να είχε ήδη σημάνει συναγερμός και κινητοποίηση σε όλους τους τομείς.

Πολλά θα κριθούν από την έκβαση των εξελίξεων στη Λιβύη. Πηγή ανησυχίας είναι η διατυμπανιζόμενη από την Άγκυρα προσέγγιση με τις ΗΠΑ στη Λιβύη. Η ανησυχία των τελευταίων είναι η γνωστή εμμονή με τους Ρώσους, την οποία η Άγκυρα εκμεταλλεύεται επιτηδείως, παρά το γεγονός ότι παρουσιάζεται ταυτοχρόνως ως φίλος και συνομιλητής του Πούτιν. Η Αμερικανική πολιτική υποστηρίζει τον Αλ Σάρατζ, ως υποτιθέμενη εγγύηση φιλοδυτικού προσανατολισμού. Συστήνει εκεχειρία και συνομιλίες, αλλά το καθεστώς Αλ Σάρατζ, υποστηριζόμενο από την Άγκυρα, θέτει ως προϋπόθεση την κατάληψη της Σύρτεως και της βάσεως Αλ Κούφρα για την αποδοχή της εκεχειρίας. Έλεγχος της Σύρτεως και της βάσεως Αλ Κούφρα από τον Αλ Σάρατζ και τους Τούρκους συμμάχους του θα σήμαινε στρατηγικό έλεγχο της Λιβύης και των ενεργειακών αποθεμάτων της από την Άγκυρα και τον εγκάθετό της και θα ήταν μια ολέθρια εξέλιξη για την Ελλάδα.

Το Κάιρο προειδοποιεί ότι ενδεχόμενη επίθεση κατά της Σύρτεως θα πυροδοτούσε άμεσα Αιγυπτιακή απά­ντηση. Η Μόσχα και η Γαλλία προειδοποιούν επίσης ότι δεν θα δεχθούν νέα Τουρκική προέλαση προς την κατεύθυνση αυτή. Οι επόμενες μέρες θα δείξουν πώς θα διαμορφωθεί τελικά ο συσχετισμός δυνάμεων και ποια πορεία θα ακολουθήσουν τα γεγονότα.

Η Ελλάδα ανέλαβε μια νέα προσπάθεια για να προωθήσει την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο, με την επίσκεψη στο Κάιρο του υπουργού Εξωτερικών κ. Δένδια. Και η προσπάθεια αυτή υπήρξε δυστυχώς άκαρπη. Ακόμη χειρότερα, ανέδειξε βαθύτερες διαφωνίες, που προκαλούν ανησυχία. Αυτό είναι ένα δείγμα του τιμήματος που έχει η αδράνεια, η καθυστέρηση και η φοβική πολιτική, η τελευταία σε ό,τι αφορά ειδικότερα την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Κύπρο. Η πάροδος του χρόνου φέρνει καινούργια δεδομένα, όπως η πληρέστερη εικόνα του εικαζόμενου άλλοτε ενεργειακού πλούτου, που υπάρχει στη λεγόμενη λεκάνη του Ηροδότου, και διεγείρει την επιθυμία για μεγαλύτερο μερίδιο, ακόμη και καθ’ υπέρβαση των κανόνων του διεθνούς δικαίου.

Η Ελλάδα και η Αίγυπτος έχουν αμοιβαίο συμφέρον να υπερβούν οποιαδήποτε προβλήματα, με βάση αναφοράς το διεθνές δίκαιο, και να σφυρηλατήσουν περαιτέρω τη φιλία και τη συμμαχία τους. Ενδεχόμενη παγίωση της Τουρκικής επιρροής στη Λιβύη είναι κοινός κίνδυνος για τις δύο χώρες, όπως και γενικότερα η επιδιωκόμενη από την Άγκυρα ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο.

Παράδοξη εντύπωση και ερωτηματικά για την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική δημιούργησε η νέα δήλωση του αναπληρωτή Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας και επίλεκτου στελέχους του γνωστού ΕΛΙΑΜΕΠ Θανάση Ντόκου. Ο κ. αναπληρωτής Σύμβουλος είπε, σε δήλωσή του, ότι «η Ελλάδα διάλεξε λάθος πλευρά στη Λιβύη» και ότι «οι μέρες του Στρατάρχη Χαφτάρ είναι μετρημένες»! Τι υπονοεί ο κ. Ντόκος με τη δήλωση ότι «η Ελλάδα διάλεξε λάθος πλευρά»; Είναι σωστή πλευρά, κατ’ αυτόν, ο εγκάθετος της Άγκυρας Αλ Σάρατζ, που υπέγραψε το «Τουρκο-Λιβυκό» μνημόνιο σε βάρος της Ελλάδος; Υπονοεί, επιπλέον, με την επισήμανση ότι «θα ζήσουμε επί μακρόν με το μνημόνιο», ότι η Ελλάδα πρέπει να εμπλακεί σε συνομιλίες με τον Αλ Σάρατζ, πάνω στη βάση του Τουρκο-Λιβυκού μνημονίου;

Εάν ο κ. Ντόκος ήταν απλός αναλυτής του ΕΛΙΑΜΕΠ και όχι κυβερνητικός αξιωματούχος, θα είχε κάθε δικαίωμα να κάνει εκτιμήσεις και προφητείες για τον Στρατάρχη Χαφτάρ, που ήρθε ως προσκεκλημένος της κυβερνήσεως στην Αθήνα. Ως κυβερνητικός όμως αξιωματούχος, δεν έχει κανένα τέτοιο δικαίωμα. Είναι η τρίτη φορά που ο κ. Ντόκος επιδίδεται σε ρόλο λαγού μιας απαράδεκτης πολιτικής, τη στιγμή που κορυφώνεται η Τουρκική επιθετικότητα, η οποία δεν αφήνει κανένα περιθώριο για νέες κατευναστικές πολιτικές και αυταπάτες, αλλά επιτάσσει εθνική ομοψυχία, ετοιμότητα και σταθερό μήνυμα αποτροπής προς την υπερφίαλη και προκλητική Τουρκική πλευρά.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: kathimerini.gr


Σχολιάστε εδώ