ΕΒΕΠ: ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΟΙ ΜΙΚΡΟΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΙΣ
Το νομοσχέδιο για τις μικροχρηματοδοτήσεις, η συζήτηση του οποίου ξεκίνησε στην Βουλή, αποτελεί ένα καινοτόμο και ρηξικέλευθο νομοθέτημα, καθώς προβλέπει να δίνονται μη τραπεζικές χρηματοδοτήσεις σε πολίτες για να ξεκινήσουν μια νέα δουλειά και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.
Μετά από δύο απανωτές κρίσεις στην οικονομία, είναι αναγκαία η παροχή μεγαλύτερης ρευστότητας στην αγορά για τη στήριξη της υφιστάμενης, πολύ μικρής και μικρομεσαίας επιχειρηματικής δραστηριότητας αλλά και αυτή της «αναδυόμενης».
Το νομοσχέδιο, με την δικλείδα ασφαλείας για συνεχείς ελέγχους από τη ΤτΕ που εισήλθε με σχετική τροπολογία, δημιουργεί έναν ορίζοντα για τις μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις αναγνωρίζοντας τα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα της χώρας. Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης οι μικρομεσαίες, και ιδίως οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην οικονομία, στην απασχόληση, αλλά και στην εν γένει αναπτυξιακή πορεία κάθε Κράτους – Μέλους. Και φυσικά, στην Ελλάδα της δεκαετούς κρίσης, οι Μμε επιχειρήσεις λειτούργησαν προς μια κατεύθυνση άμβλυνσης των επώδυνων οικονομικών και κοινωνικών της επιπτώσεων.
Με αφορμή την πρόσβαση σε μικροπιστώσεις, που μπορούν πλέον να έχουν οι μικρές επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, το Ε.Β.Ε.Π. συμβουλεύει τους δανειολήπτες να είναι πάντα πολύ προσεκτικοί όταν προσχωρούν σε οποιαδήποτε σύμβαση δανείου και συνιστά να εξετάζουν προσεκτικά τους όρους και να μετρούν τις δυνατότητες αποπληρωμής, ακόμα και ενός μικροδανείου έως 25.000 ευρώ. Προσοχή λοιπόν, να μην επιτραπούν τοκογλυφικά επιτόκια, που θα υπερβαίνουν αυτά των τραπεζών, ούτε τα μικροδάνεια να χρησιμοποιηθούν όπως οι πιστωτικές κάρτες στο παρελθόν.
Ο Πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π., κ. Βασίλης Κορκίδης, επισημαίνει:
«Η μεγάλη ζήτηση ρευστότητας στην ελληνική αγορά, αποτυπώνεται στις πάνω από 280.000 αιτήσεις για χρηματοδότηση από τα τρία χρηματοδοτικά εργαλεία της πανδημίας και συγκεκριμένα για τα 2 δις € της α’ και β’ φάσης της Επιστρεπτέας Προκαταβολής, τα άλλα 2 δις € του ΤΕΠΙΧ ΙΙ, καθώς και τα 7 δις ευρώ του Ταμείου Εγγυοδοσίας. Το σύνολο του ποσού που ζητούν οι ενήμερες επιχειρήσεις για να παραμείνουν βιώσιμες και συνεπείς, ξεπερνά τα 27 δις ευρώ, ενώ τα διαθέσιμα κεφάλαια και μάλιστα με τη μορφή εγγυήσεων, δεν ξεπερνούν στην καλύτερη περίπτωση τα 11 δις ευρώ. Έτσι δημιουργείται ένα τεράστιο κενό ρευστότητας περίπου 16 δις ευρώ, μεγάλο μέρος του οποίου καλούνται να καλύψουν οι τράπεζες και ένα άλλο μέρος οι φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις. Η δυνατότητα των μικρο-πιστώσεων χωρίς εγγυήσεις έρχεται λοιπόν να νομοθετηθεί την κατάλληλη στιγμή για να συμπληρώσει τις ανάγκες των μικρών ατομικών επιχειρήσεων, αλλά και φυσικών προσώπων».