Π. Νεάρχου: Το έγκλημα του Σημιτισμού που παρουσιάσθηκε ως δήθεν «εκσυγχρονισμός»
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Tο βιβλίο των δύο έγκυρων δημοσιογράφων Μιχάλη Ιγνατίου και Νίκου Μελέτη για το περίφημο κοινό ανακοινωθέν της Μαδρίτης του 1997 ρίχνει άπλετο φως στην κατευναστική πολιτική Σημίτη έναντι της Άγκυρας, με παροτρύνσεις και πιέσεις της Αμερικανικής διπλωματίας, η οποία ήθελε να εξυπηρετήσει τη δική της πολιτική αναλώμασι των Ελληνικών συμφερόντων.
Το βιβλίο επιβεβαιώνει με αναμφισβήτητο τρόπο τις ολέθριες συνέπειες που είχε το ανακοινωθέν αυτό στην Ελληνική πολιτική στο Αιγαίο και ειδικότερα στην άσκηση εκ μέρους της Ελλάδος των δικαιωμάτων της, που απορρέουν από το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο, με βάση τη Σύμβαση του Montego Bay του 1982.
Το βιβλίο βασίζεται σε απόρρητα Αμερικανικά τηλεγραφήματα, τα οποία αποχαρακτηρίστηκαν, μετά από προσπάθειες των δύο συγγραφέων, με βάση τον γνωστό Αμερικανικό νόμο περί ελευθερίας στην πληροφόρηση. Τα τηλεγραφήματα διαψεύδουν τους ισχυρισμούς της τότε κυβερνήσεως και του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη ότι δήθεν δεν γνώριζαν τίποτε για το κοινό ανακοινωθέν πριν από τη μετάβασή τους στη Μαδρίτη.
Αποδεικνύεται, αντιθέτως, ότι η Αμερικανική πλευρά, συνεχίζοντας την πολιτική των «ίσων αποστάσεων» μετά το φιάσκο των Ιμίων, τον Ιανουάριο του 1996, προώθησε την αποδοχή από την Ελληνική πλευρά της θέσεως ότι «η Τουρκία έχει ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο» και ότι η Ελληνική πλευρά δεν πρέπει να προχωρήσει σε «μονομερείς ενέργειες»!
Προφανώς, όταν η Τουρκία αναφέρεται σε «ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο» δεν τα εντάσσει στο διεθνές θαλάσσιο δίκαιο. Η αναφορά επομένως σε «μονομερείς ενέργειες» παραπέμπει στην άσκηση από την Ελλάδα των δικαιωμάτων της, που απορρέουν από το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο, όπως η επέκταση των χωρικών υδάτων σε 12 ναυτικά μίλια και το δικαίωμα των νήσων σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Η υπογραφή από την Ελλάδα ενός τέτοιου κοινού ανακοινωθέντος, υπό Αμερικανική πίεση, ισοδυναμεί με δέσμευση για μη αξιοποίηση υπέρ της Ελλάδος των δικαιωμάτων της που απορρέουν από τη Διεθνή Σύμβαση του Θαλασσίου Δικαίου.
Σημειώνεται σχετικά ότι η Σύμβαση του Montego Bay, που είχε εγκριθεί το 1982, έπρεπε να επικυρωθεί από τον ελάχιστο αναγκαίο αριθμό χωρών-μελών των Ηνωμένων Εθνών για να τεθεί σε ισχύ. Αυτό επετεύχθη το 1993-94. Κατά την κρίσιμη αυτή στιγμή, η ασθένεια πρώτα του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου και η διαδοχή του μετά από τον «εκσυγχρονιστή» Κώστα Σημίτη επηρέασαν δραματικά την Ελληνική πολιτική στο Αιγαίο.
Ο Αμερικανικός παράγων βρήκε πρόσφορο έδαφος, στον Κώστα Σημίτη για να ανατρέψει πλήρως την προηγούμενη πολιτική του ΠΑΣΟΚ, να υποθηκεύσει την εφαρμογή των Ελληνικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο και να εγκαινιάσει, θορυβωδώς, την περιβόητη πολιτική του Ελσίνκι, που θα μετέτρεπε δήθεν τα Ελληνο-Τουρκικά θέματα σε Ευρω-Τουρκικά, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα πρωταγωνιστούσε για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση!
Η αδράνεια επομένως και ο αποπροσανατολισμός της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής αλλά και της αμυντικής πολιτικής έχουν προϊστορία, όπως επίσης η περιβόητη πολιτική για τη μετατροπή της Ελλάδος σε «πολυπολιτισμική» κοινωνία, «πρωτοπόρος» της οποίας ήταν πάλι ο Σημίτης από το ίδιο έτος 1997 του κοινού ανακοινωθέντος της Μαδρίτης.
Τι σημαίνει στην πράξη η μετατροπή της Ελλάδος σε «πολυπολιτισμική» χώρα; Σημαίνει, προφανώς, διάσπαση της εθνικής συνοχής της και της ταυτότητάς της ως συμπαγούς Ελληνικής και Ορθόδοξης χώρας. Αυτό έχει σχέση γενικότερα με την παγκοσμιοποίηση και τις επιδιώξεις της. Ειδικότερα όμως και αμεσότερα έχει σχέση με τη γεωπολιτική των Βαλκανίων.
Υπολαμβάνεται ότι η Ελληνική και Ορθόδοξη ταυτότητα της Ελλάδος την εξωθεί σε φιλία με την ομόδοξη Ρωσία. Πρέπει γι’ αυτό να αλλοτριωθεί η Ελληνική ταυτότητα για να αλλάξει η γεωπολιτική σημασία του Ελληνικού χώρου και να καταλυθεί ουσιαστικά η Ελληνική εθνική κυριαρχία.
Οι διαπιστώσεις αυτές έχουν πολύ κρίσιμη σημασία σήμερα, που βλέπουμε τις ολέθριες συνέπειες των υποτελών πολιτικών του Σημιτικού ψευτοεκσυγχρονισμού και του κατευνασμού απέναντι στην Άγκυρα. Ανελήφθησαν, υπό Αμερικανική πίεση, μονομερείς δεσμεύσεις για τη μη άσκηση των δικαιωμάτων μας. Δώσαμε μηνύματα, με την πολιτική αυτή, για τη μη υπεράσπιση ζωτικών μας συμφερόντων και για ενδεχόμενους απαράδεκτους συμβιβασμούς, εκτός του πλαισίου του διεθνούς θαλάσσιου δικαίου.
Επαναπαυθήκαμε, με την πολιτική του κατευνασμού, και δεν παρακολουθήσαμε τους εξοπλισμούς της Άγκυρας και τους σχεδιασμούς της για αρπαγή της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου. Υπονομεύθηκε και λοιδορήθηκε το δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού χώρου Ελλάδος-Κύπρου, που βλέπει κανείς σήμερα πόσο μεγάλη είναι η σημασία και η αναγκαιότητά του.
Η Άγκυρα, αφού, σε πρώτο στάδιο, επεδίωξε να εμποδίσει την Ελλάδα να ασκήσει τα δικαιώματά της και να κερδίσει χρόνο για την προώθηση των εξοπλιστικών της προγραμμάτων, έριξε τη μάσκα, σε δεύτερο στάδιο, και επιχειρεί ωμά να αρπάξει την ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου μέσα από τη γνωστή αυθαίρετη θεωρία της ότι τα νησιά δεν έχουν δήθεν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Εκμεταλλεύθηκε την Ελληνική υποτέλεια στον Αμερικανικό παράγοντα και τη συνακόλουθη αδράνεια και φοβική πολιτική, όπως επίσης την εγκληματική αμέλεια στην αμυντική προετοιμασία της χώρας και την αεροναυτική ισορροπία, για να πάρει η ίδια την πρωτοβουλία και να φτάσει στη διακήρυξη και προβολή της «Γαλάζιας Πατρίδας» και στην υπογραφή του γνωστού μνημονίου με τον εγκάθετό της στην Τρίπολη Αλ Σάρατζ.
Η Τουρκική επέμβαση στη Λιβύη απειλεί άμεσα, με στρατηγική ανατροπή, την Ελλάδα. Ενδεχόμενη οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο θα άφηνε μετέωρο το λεγόμενο Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο, έστω και αν η Άγκυρα επέμενε μονομερώς στη θεωρία της για τη «Γαλάζια Πατρίδα». Η επίσκεψη όμως του υπουργού Εξωτερικών στο Κάιρο δεν φαίνεται και αυτήν τη φορά να έφερε πρόοδο. Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά εάν η Ελλάδα προχωρούσε σε οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Κύπρο, εξασφαλίζοντας στήριξη από σύμμαχες χώρες, όπως η Γαλλία και το Ισραήλ.
Η στάση του Καΐρου στο θέμα της οριοθετήσεως της ΑΟΖ είναι σαφώς απογοητευτική. Υπάρχουν πολύ σημαντικοί στρατηγικοί λόγοι που επιτάσσουν και για τις δύο χώρες την επίλυση του θέματος αυτού, πάνω στη βάση του διεθνούς δικαίου, και την ανατροπή του Τουρκο-Λιβυκού μνημονίου. Ενδεχόμενη εμπέδωση της Τουρκικής παρουσίας στη Λιβύη θα ήταν θανάσιμη απειλή για το καθεστώς του Αλ Σίσι αλλά και μακροπρόθεσμα για την Αίγυπτο.
Επίκειται, τις μέρες αυτές, μια νέα επίθεση του καθεστώτος Αλ Σάρατζ και των Τούρκων συμμάχων του κατά της πόλεως της Σύρτεως, που έχει μεγάλη στρατηγική σημασία για τον έλεγχο της Λιβύης και των ενεργειακών αποθεμάτων της. Η Άγκυρα θεωρεί την κατάληψη της Σύρτεως και της αεροπορικής βάσεως Αλ Κούφρα ως προϋπόθεση για την αποδοχή της εκεχειρίας, γιατί αυτό θα παγίωνε την υπερίσχυση του Αλ Σάρατζ.
Η Αίγυπτος, η Ρωσία, η Γαλλία αντιτίθενται με σφοδρότητα στην Τουρκική προέλαση στη Σύρτη. Η Γαλλία, διά στόματος του Προέδρου της Μανουέλ Μακρόν, κάλεσε την Άγκυρα να αποχωρήσει από τη Λιβύη. Το ίδιο έντονη είναι και η αντίθεση της Ρωσίας, παρά τις ευαίσθητες και περίπλοκες Τουρκο-Ρωσικές σχέσεις. Η Άγκυρα, έχοντας διασφαλίσει, με Ρωσική υποστήριξη, τον έλεγχο του Κουρδικού διαδρόμου στη Βόρεια Συρία, ελίσσεται τώρα προς την Αμερικανική πλευρά για να διασφαλίσει τα κεκτημένα στη Συρία και τα επιδιωκόμενα στη Λιβύη και στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι πολύ ανησυχητική η δήλωση Τσαβούσογλου για Τουρκο-Αμερικανική συνεννόηση στη Λιβύη, η οποία δεν έχει διαψευσθεί μέχρι τώρα από την Αμερικανική πλευρά. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν πολύ αρνητική εξέλιξη για την Ελλάδα.
Οι εξελίξεις στη Λιβύη δείχνουν για μια ακόμη φορά πως η υποτελής, μονοδιάστατη εξωτερική πολιτική είναι πολύ επικίνδυνη για τη χώρα. Η Ελλάδα, εκτός από τις περιφερειακές συμμαχίες της στην Ανατολική Μεσόγειο, πρέπει άμεσα να ενισχύσει περαιτέρω τη στρατηγική συνεργασία και συμμαχία της με τη Γαλλία και να επανορθώσει άμεσα τις σχέσεις της με τη Ρωσία, που με τόση αφροσύνη έπληξε η προηγούμενη κυβέρνηση.
Φωτο: eurokinnisi.gr