ΑΣΕ ΜΕ, ΚΥΡΑ, ΚΥΡΑ-ΔΑΣΚΑΛΑ, ΤΩΡΑ ΠΕΦΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΚΑΛΑ

ΑΣΕ ΜΕ, ΚΥΡΑ, ΚΥΡΑ-ΔΑΣΚΑΛΑ, ΤΩΡΑ ΠΕΦΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΚΑΛΑ

Τήν γνώρισα μιά εποχή
παρέα μέ αρκούδες
ζούσαν σέ πόλη σκοτεινή
μέ γόησσες μαϊμούδες,
•••
είχε τά μάτια γελαστά
καί τό χαμόγελό της
έδειχνε υποκριτικά
τόν έσω εαυτό της,
•••
είχε τό σπίτι αψηλά
μέ μάρμαρα καί κήπους
καί έβγαινε περίπατο
μέ στολισμένους Ίππους,
•••
είχε καί υπηρέτριες
μέ πληρωμή τό τσάμπα
κι ένα χρυσό δακτύλιο
σέ κάθε μία γάμπα,
•••
τά δάκτυλά της μάχαιρες
καί νύχια λαδωμένα
από τό αίμα τών θνητών
σαφώς εμπλουτισμένα,
•••
ήταν σχεδόν «ανάπηρη»
στόν νού μά καί στό σώμα
ένα θηρίο άγριο
μέ τού Βοριά τό χρώμα,
•••
πήγαινε τόν περίπατο
μέ σκύλο χαϊδεμένο
άγριο καί γιά συνοδό
μέ άλυσο δεμένο,
•••
ήταν η άλυσος χρυσή
καί μέ μαργαριτάρια
πίσω της τήν προφύλασσαν
κάθε λογής γομάρια.
•••
Είχε 300 πελαργούς
-πολλές χιλιάδες βλάκες-
πού έκλειναν τό γόνυ τους
όπως καί οι μαλάκες.
•••
Δέν αγαπούσα τήν Κυρά
ούτε καί τήν μισούσα
όμως μού έφερνε εμετό
στήν ζήση όπου ζούσα.
•••
Μανία η υποταγή
γύρω, μά καί τών άλλων
γύρω της πάντα εννοώ
άχ! τής Κυράς Χαρχάλω.
•••
Είχε για Τράπεζες «γλυκά»
Τράπεζες λαιμητόμους
όπου κουρεύαν τόν Λαό
έξ όνυχος στούς ώμους.
•••
Είπα νά μπώ γιά ταίρι της
νά τήν υπηρετήσω
μά όταν μέ χαστούκισε
έγειρα νά τήν φτύσω.
•••
Εκείνη χαμογέλασε
κι έβγαλε τό μαντήλι
ενώ εμένα ξέσκιζαν
οι Τράπεζες καί οι σκύλοι.
………………………………….
Πάτερ ημών, εις τσέπες
τής Κυρίας
ό,τι η βούλησή σου
πράττει καί ογκώνουνε
ποτέ δεκτόν!

ΤΟ ΠΑΡΟΝ


 
Απολαύστε περισσότερο Φιοράντε  ΕΔΩ


Σχολιάστε εδώ