Η κατευναστική πολιτική έκανε μεγαλύτερο τον Τουρκικό κίνδυνο

Η κατευναστική πολιτική έκανε μεγαλύτερο τον Τουρκικό κίνδυνο


Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Στη στρατηγική αντίληψη της Τουρκικής ηγεσίας, που θέλει να κάνει «μεγάλη» πάλι την Τουρκία, η Ελλάδα είναι εμπόδιο. Εμπόδιο για την ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο. Εμπόδιο για την ηγεμονία στα Βαλκάνια. Χωρίς ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια, η Τουρκία δεν μπορεί να προβληθεί ως περιφερειακή δύναμη.

Η Ελλάδα ήταν η πρώτη που επαναστάτησε στην περιοχή κατά της Οθωμανικής κυριαρχίας και έγινε καταλύτης για τη σταδιακή απελευθέρωση των Βαλκανίων. Το πλήγμα κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν ακόμα μεγαλύτερο, γιατί ο Ελληνισμός τότε δεν περιοριζόταν στη μία όχθη του Αιγαίου. Είχε βαθιές ρίζες και παρουσία στη Μικρά Ασία, τη Θράκη και τον Πόντο. Η Τουρκία, βυθισμένη σε βαθιά παρακμή από τις εσωτερικές αντιθέσεις και αντιφάσεις της, είχε γίνει για μεγάλο διάστημα το επίκεντρο των βλέψεων και των ανταγωνισμών των μεγάλων Ευρωπαϊκών δυνάμεων.

Υποτίθεται ότι ο Κεμάλ Ατατούρκ, με την επανίδρυση της Τουρκίας ως εθνικού κράτους και την απεμπόληση του Οθωμανικού αυτοκρατορικού παρελθόντος της, έθεσε νέα θεμέλια για το εδαφικό καθεστώς της, με στόχο να αποτραπεί η παλινδρόμηση σε αυτοκρατορικές περιπέτειες, που παρ’ ολίγον να της στοιχίσουν την πλήρη καταστροφή. Άφησε όμως τον σπόρο του επεκτατισμού στο λεγόμενο «εθνικό συμβόλαιο», που αναφέρεται σε διεκδικήσεις στη Συρία, στο Ιράκ, στο Αιγαίο, στη Θράκη, στην Κύπρο. Το «εθνικό συμβόλαιο» χρησιμοποιείται σήμερα επιτηδείως από τον Ισλαμιστή Ερντογάν για να παρουσιασθεί ο νέος Τουρκικός επεκτατισμός ως εθνική παρακαταθήκη του Κεμάλ Ατατούρκ, για την οποίαν ήρθε δήθεν τώρα το πλήρωμα του χρόνου για την εκπλήρωσή της, άσχετα αν αυτή συνδυάζεται με μια εθνικο-Ισλαμιστική ιδεολογία και Νέο-Οθωμανικές αυτοκρατορικές φιλοδοξίες.

Ο Ερντογάν, προβάλλοντας τις οικονομικές επιτυχίες της τελευταίας 15ετίας της κυριαρχίας του, επιδιώκει να αποπλύνει το Ισλάμ από τις κατηγορίες του Κεμαλισμού και γενικά των εκσυγχρονιστών ότι είναι παράγων καθυστερήσεως, παρακμής και οπισθοδρομήσεως και να το παρουσιάσει, αντιθέτως, ως παράγοντα αναπτύξεως, τεχνολογικής προόδου και αναδείξεως της Τουρκίας σε μεγάλη, πάλι, δύναμη.

Υπογραμμίζει και επενδύει γι’ αυτό στον υπερεθνικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει το Ισλάμ ως συλλογική ιδεολογία, η οποία καταξίωσε στο παρελθόν την Τουρκία και έγινε ιδεολογικός κινητήρας για την οικοδόμηση και επιβίωση επί αιώνες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Με βάση τους συλλογισμούς αυτούς, ο σημερινός Τουρκικός επεκτατισμός έχει στρατηγικό βάθος και δεν πρέπει να υπολαμβάνεται ως μεγαλεπήβολη και ενδεχομένως ανερμάτιστη φιλοδοξία ενός ανδρός ή ακόμη ενός κόμματος. Διεκδικείται ανταγωνιστικά από όλα τα κόμματα και ταυτίζεται με την εθνική φιλοδοξία να ξαναγίνει η Τουρκία «μεγάλη». Η Ελλάδα δεν μπορεί γι’ αυτό ούτε να υποτιμά ούτε να παραγνωρίζει τον Τουρκικό επεκτατισμό αλλά και τα στοιχεία και τους συντελεστές που τον αναδεικνύουν σε μέγα κίνδυνο για τη χώρα μας.

Ο πρώτος συντελεστής είναι, ασφαλώς, η στρατιωτική ισχύς. Η Τουρκική πλευρά αφέθηκε να προηγηθεί σε κάθε είδους εξοπλισμούς και, πολύ πιο επικίνδυνο ακόμη, στην ανάπτυξη μιας υπερσύγχρονης αμυντικής βιομηχανίας. Στη δεκαετία του 1980, το υπουργείο Εξωτερικών είχε παραγγείλει μια μελέτη για το πού βρίσκεται η Τουρκική πολεμική βιομηχανία σε σχέση με την αντίστοιχη Ελληνική. Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, η Ελληνική αμυντική βιομηχανία υπερτερούσε τότε αισθητά της Τουρκικής. Αναλογίζεται κανείς τις ευθύνες των πολιτικών ηγεσιών από τότε που αδράνησαν συστηματικά και επέτρεψαν στην Άγκυρα να κατακτήσει ένα τέτοιο πλεονέκτημα σε βάρος της Ελληνικής πλευράς.

Ο Τουρκικός υπερκερασμός στον τομέα της στρατιωτικής ισχύος δεν περιορίζεται άλλωστε μόνο στην αμυντική βιομηχανία. Η Άγκυρα επεδόθη παραλλήλως σε μεγάλες αγορές εξοπλισμών, με στόχο ιδιαίτερα την ανατροπή του αεροναυτικού συσχετισμού μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας στο Αιγαίο. Αναλογίζεται κανείς ποια θα ήταν η κατάσταση στο αεροπορικό ισοζύγιο, εάν δεν μεσολαβούσαν οι γνωστές πολιτικές περιπλοκές και η Τουρκία παρελάμβανε κανονικά το αεροσκάφος 5ης γενιάς F-35.

Ακόμη όμως και στη σημερινή κατάσταση, όταν η Άγκυρα σχεδιάζει και προαναγγέλλει τη συνέχεια του Τουρκο-Λιβυκού μνημονίου και την ουσιαστική αρπαγή της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου, η Ελλάδα δεν σπεύδει, έστω και την ύστατη ώρα, να κλείσει ορισμένα κενά στην άμυνά της και να ενισχύσει την αποτρεπτική της ισχύ, όπως επίσης να κάνει το αυτονόητο για τα δικαιώματά της, που απορρέουν από το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο (ΑΟΖ, χωρικά ύδατα).

Μέχρι τη δεκαετία του ’80 η Ελλάδα α­ντιστάθμιζε επίσης τον Τουρκικό δημογραφικό όγκο με τη σχετική υπεροχή της στην οικονομία και στην παιδεία. Κατά την περίοδο που ακολούθησε μέχρι σήμερα η κατάσταση ανετράπη, δυστυχώς, και στους τομείς αυτούς. Η Τουρκία, κατά την τελευταία 15ετία, τριπλασίασε το ακαθάριστο εθνικό της εισόδημα και πέτυχε σημαντική εκβιομηχάνιση, με κύριο μοχλό τις ξένες επενδύσεις και την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας.

Η Ελλάδα κατά το ίδιο διάστημα, παρά την εισροή σημαντικών Ευρωπαϊκών πόρων, δεν έκανε ουσιαστικά ποιοτικά άλματα στην οικονομία της. Πλήρωσε αντιθέτως με την αποβιομηχάνισή της, και όχι μόνο, το τίμημα των ανοικτών συνόρων, που έφερε η κοινή Ευρωπαϊκή αγορά και πολύ περισσότερο η αλόγιστη παγκοσμιοποίηση. Η οικονομική κατάσταση της χώρας χειροτέρευσε ακόμη, σε απίστευτο βαθμό για ειρηνική περίοδο, μετά την οικονομική κρίση του 2009 και τα εγκληματικά μνημόνια που της επεβλήθησαν.

Η κατάσταση της παιδείας είναι επίσης ιδιαίτερα προβληματική, παρά τους επιφανειακούς δείκτες, που προβάλλουν μια μεγάλη επέκταση της Ανωτάτης Παιδείας. Είναι ε­ντυπωσιακό, π.χ., το γεγονός ότι για τους 80.000 περίπου αποφοίτους του Λυκείου προτείνονται 77.000 περίπου θέσεις Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως. Οι Πανελλήνιες Εξετάσεις δηλαδή διεξάγονται όχι για το αν θα μπει κανείς στην Ανωτάτη Εκπαίδευση, αλλά για το πού θα πάει. Είναι δείγμα αυτό κοινωνικής προόδου και ελεύθερης προσβάσεως όλων στην Ανωτάτη Εκπαίδευση ή είναι δείγμα μιας ωραιοποιημένης παθογένειας, που υποβαθμίζει ουσιαστικά την Ανωτάτη Εκπαίδευση και αποπροσανατολίζει έναν μεγάλο αριθμό νέων;

Δεν είναι όμως αυτό το μόνο πρόβλημα στην παιδεία. Υπάρχουν, δυστυχώς, και πολλά άλλα, στα οποία χρειάζεται να αναφερθεί κανείς σε ειδικό άρθρο. Συνοπτικά και συ­μπερασματικά, αρκεί να υπογραμμίσει κανείς ότι στο ισοζύγιο με την Τουρκία η Ελλάδα διατρέχει επίσης τον κίνδυνο να υποσκελισθεί στην έρευνα, την επιστήμη και την τεχνολογία, που ήταν γι’ αυτήν προηγουμένως παράγων υπεροχής.

Η εσωτερική εθνική συνοχή ήταν μέχρι προσφάτως ένα άλλο μεγάλο στρατηγικό πλεονέκτημα για την Ελλάδα, σε αντίθεση με την Τουρκία, που αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει το Κουρδικό πρόβλημα. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, με την ανεύθυνη και υποτελή σύμπραξη των Ελληνικών κυβερνήσεων, άρχισε να αναπτύσσεται μαζικά η παράνομη μετανάστευση, υπό τον ανθρωπιστικό μανδύα των υποτιθέμενων προσφύγων και του δικαιώματος ασύλου. Στη διαδρομή του χρόνου έγινε σαφές και προφανές ότι το αφήγημα των δήθεν προσφύγων απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Έχει περισσότερο να κάνει με τα ιδεολογήματα και τα πανουργήματα για εθνική αποδόμηση, που προάγουν η Νέα Τάξη και η παγκοσμιοποίηση.

Η Άγκυρα δεν άργησε να αντιληφθεί τη στρατηγική σημασία του νέου αυτού παράγοντα και να τον εντάξει στο οπλοστάσιό της, με στόχο τη διάσπαση της εθνικής συνοχής της Ελλάδος και την εγκατάσταση σ’ αυτήν Μουσουλμανικών πληθυσμών, περιλαμβανομένων μεταξύ αυτών μαχητικών ζηλωτών του Ισλάμ, όπως επίσης την απόσπαση χρημάτων και διπλωματικών ανταλλαγμάτων από την Ευρώπη. Υπάρχουν σχετικά πληροφορίες για προετοιμαζόμενη επανάληψη της προηγούμενης εφόδου λαθρομεταναστών στον Έβρο.

Η Ελλάδα, με λίγα λόγια, είναι αντιμέτωπη με μια πρόκληση που είναι πολύ ευρύτερη από την ενδεχόμενη στρατιωτική αντιπαράθεση με την οποία μας απειλεί η Άγκυρα, αμφισβητώντας πλήρως την Ελληνική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Η Ελλάδα χρειάζεται εθνική ανασύνταξη, διαφύλαξη της εθνικής της συνοχής, οικονομική ανασυγκρότηση, με αναφορά μια εθνική στρατηγική και όχι τη διεθνοποίηση και τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό των πολυεθνικών, νέα εθνική στρατηγική για την παιδεία, την έρευνα και την τεχνολογία.

Αυτό όμως που χρειάζεται, πρώτ’ απ’ όλα, είναι να αποτάξει μια διαβρωτική, νοσηρή και παράλογη κατευναστική πολιτική, που συνέβαλε κατά πολύ στην αποκοίμησή της και στην αδράνειά της έναντι του συνεχώς μεγεθυνόμενου Τουρκικού κινδύνου.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ