Ν. Στραβελάκης: Δεν μπορώ να αναπνεύσω

Ν. Στραβελάκης: Δεν μπορώ να αναπνεύσω


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Η δολοφονία του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ στη Μινεσότα συγκλονίζει τις HΠΑ αλλά και ολόκληρο τον κόσμο. Κάποιοι προσπαθούν να την παρουσιάσουν ως αμερικανικό φαινόμενο, αποδίδοντάς τη στη διαχείριση Τραμπ ή ακόμη και στις επερχόμενες εκλογές.

Όμως η αιτία είναι βαθύτερη. Η κραυγή απόγνωσης του Φλόιντ («δεν μπορώ να αναπνεύσω»), που επαναλαμβάνουν οι διαδηλωτές στους δρόμους των αμερικανικών πόλεων αλλά και στις διαδηλώσεις συμπαράστασης στην Ευρώπη, δεν έχει να κάνει μόνο με την τραγική στιγμή, αλλά με την τραγωδία της καθημερινότητας εκατομμυρίων σε ολόκληρο τον κόσμο.

Ο οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπινί έδωσε τη διάσταση της ανεργίας και της ανέχειας, που οξύνθηκε λόγω κορονοϊού, για να εξηγήσει την κατάσταση, όμως δεν είναι τόσο απλό. Τα τελευταία 30 χρόνια σημαδεύτηκαν από μια τρομακτική άνοδο της ανισότητας, όξυνση της φτώχειας και παράλληλα ισοπέδωση των εργασιακών σχέσεων σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 1% των πλουσιότερων έχει πλέον στην κατοχή του πάνω από το 40% του πλούτου, τόσο στις αναπτυσσόμενες, όσο και στις αναπτυγμένες χώρες. Το μερίδιο των κερδών, που ήταν μόλις 15% του ΑΕΠ στις αναπτυγμένες χώρες το 1980, είναι πλέον κοντά στο 30%. Με δύο λόγια, την περίοδο του νεοφιλελευθερισμού ο κόσμος γύρισε πίσω στις συνθήκες που επικρατούσαν στις αρχές του 20ού αιώνα.

Μέχρι το 2007, που η οικονομία βρισκόταν σε συνθήκες κανονικής συσσώρευσης, τα πράγματα ήταν κάπως ανεκτά. Ο εύκολος και φθηνός δανεισμός δημιουργούσε δυνατότητες αγοράς κατοικίας, πληρωμής διδάκτρων και γενικότερα σχετικά αξιοπρεπούς διαβίωσης, σε αναμονή κάποιων μελλοντικών εσόδων ή ανατίμησης περιουσιακών στοιχείων. Όταν τα έσοδα δεν ήλθαν και η αξία των περιουσιακών στοιχείων κατέρρευσε, με την κρίση του 2007, η κατάσταση έγινε ανυπόφορη. Κάποιες κατακτήσεις προηγούμενων γενεών, όπως η σταθερή εργασία, η ανώτατη εκπαίδευση για τα παιδιά, η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, έγιναν όλο και δυσχερέστερες. Πρώτα θύματα οι ειδικές ομάδες. Πρόσφυγες, μετανάστες, φυλετικές μειονότητες, ηλικιωμένοι, γυναίκες είδαν τις συνθήκες ζωής τους να επιδεινώνονται δραματικά.

Η εμπειρία του κορονοϊού έφερε πολλά από αυτά τα νέα δεδομένα στην επιφάνεια με τον πιο τραγικό τρόπο.

Στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ το σύστημα υγείας βρέθηκε να υπολείπεται 20.000 κρεβάτια, τα οποία είχε περικόψει ο κυβερνήτης Ά­ντριου Κουόμο τα προηγούμενα χρόνια.

Στη Σουηδία, των κοινωνικών δικαιωμάτων και του κράτους πρόνοιας, έχει ξεσπάσει πολιτική κρίση λόγω των πολιτικών ανοσίας αγέλης που ακολουθήθηκαν, με τραγικές συνέπειες.

Στην Ελλάδα, που πριν από λίγα χρόνια η οικονομική σύμβουλος της οικογένειας Μητσοτάκη κ. Ξαφά αναρωτιόταν τι τη χρειαζόμαστε τη δημόσια υγεία, η αντιμετώπιση της πανδημίας βασίσθηκε στον ηρωισμό των νοσοκομειακών γιατρών στα υποστελεχωμένα κρατικά νοσοκομειακά τμήματα και κλινικές.

Όμως το συμπέρασμα είναι πλέον εμφανές. Ύστερα από 12 χρόνια οικονομικής κρίσης σε παγκόσμια κλίμακα, ο κόσμος δεν έχει πλέον να ελπίζει σε τίποτα. Είμαστε μπροστά σε μια νέα όξυνση της κρίσης, που κανένας δεν ξέρει πόσο θα διαρκέσει. Το πιο εξοργιστικό όμως είναι ότι το σύστημα επιδιώκει να αντιμετωπίσει αυτήν τη νέα όξυνση με τα ίδια μέσα και τις ίδιες προτεραιότητες που αντιμετώπισε και την προηγούμενη. Οι κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως διαθέτουν με εντατικότερους ρυθμούς τρισεκατομμύρια για να ταΐσουν τη φούσκα των χρηματιστηρίων και τους ισολογισμούς των τραπεζών, η λαϊκή κατοικία παύει να προστατεύεται και η δημόσια υγεία συνεχίζει να υποχρηματοδοτείται.

Το επίσημο πολιτικό σύστημα σε ΗΠΑ και Ευρώπη μοιάζει να προσπαθεί ανεπιτυχώς να τα μπαλώσει. Ο Τραμπ ενδιαφέρεται να κρατήσει κοντά του έναν υπερσυντηρητικό πυρήνα φασιστοειδών ως τελευταία ασπίδα στην ελπίδα εκλογικής ανάκαμψης. Ο δημοκρατικός αντίπαλός του, Μπάιντεν, προσπαθεί αμήχανα να κρατήσει επαφή με το κύμα οργής των διαδηλώσεων, χωρίς όμως να προκαλέσει τη συντηρητική, λευκή εκλογική βάση του κόμματός του. Στην Ευρώπη κανένας πολιτικός και καμία κυβέρνηση δεν έχει τολμήσει να πάρει επίσημη θέση για το γεγονός.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στα ρεπορτάζ του αμερικανικού περιοδικού «Fortune» για τις διαδηλώσεις συμπαράστασης σε Λονδίνο και Παρίσι φιλοξενούνται μόνο δηλώσεις διαδηλωτών. Στο επίσημο πολιτικό σύστημα φοβούνται μήπως δημιουργήσουν ένταση με τους Αμερικανούς.

Το συμπέρασμα για τις κοινωνίες αλλά και για τις εξουσίες είναι ότι στο εξής θα υπάρχει οργή. Θα ξεσπάει μέσα από τη δράση άτακτων κινημάτων βάσης, όπως τα «κίτρινα γιλέκα», το συντονιστικό των συνδικάτων του Παρισιού και το αντιρατσιστικό κίνημα στις ΗΠΑ σήμερα. Αν τα κινήματα αυτά αποκτήσουν πολιτική έκφραση, ουαί και αλίμονο στις εξουσίες…

ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: koolnews.gr


Σχολιάστε εδώ