Η άλλη όψη του «Μένουμε Ασφαλείς» είναι το «Μένουμε Εργαζόμενοι»
Του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΙΟΥΤΣΟΥΚΗ
Γεν. Γραμματέα ΓΣΕΕ & Προέδρου ΔΑΚΕ ΙΤ
-Αναγκαιότητα η επιμήκυνση της στήριξης της απασχόλησης έως την ανάταξη της οικονομίας
Τόσο η χώρα μας, όσο και η παγκόσμια κοινότητα βρίσκονται αντιμέτωποι με την πανδημία του κορονοϊού και τις πρωτόγνωρες καταστάσεις σοκ που αυτή επιφέρει.
Χωρίς αμφιβολία, η οξεία υγειονομική κρίση, τα απαραίτητα μέτρα (lockdown) για τον περιορισμό της διάδοσης του κορονοϊού και οι ευρύτατες αλυσιδωτές συνέπειές τους διαμορφώνουν συνθήκες έντονης κρίσης στην πραγματική οικονομία και την αγορά εργασίας.
Βασικοί πυλώνες του εθνικού μοντέλου ανάπτυξης υφίστανται ισχυρότατα πλήγματα, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση του τουριστικού – επισιτιστικού τομέα, συμπαρασύροντας και όλους τους άλλους κλάδους που ενεργοποιούνται για την κάλυψη της δημιουργούμενης ζήτησης.
Η εικόνα αυτή και η αβεβαιότητα αναφορικά με ενδεχόμενο δεύτερου κύματος πανδημίας θα αποτυπωθούν σε εκτεταμένη ποσοτική και ποιοτική επιδείνωση κρίσιμων μεγεθών, όπως το ΑΕΠ, η ανεργία, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών κ.λπ.
Η ελληνική κυβέρνηση ανταποκρίθηκε με επιτυχία και απόλυτη αποτελεσματικότητα στην πρώτη φάση διαχείρισης της πανδημίας. Η ανθρωποκεντρική στόχευση της προστασίας της ζωής των πολιτών και της δημόσιας υγείας τοποθετήθηκε στον πυρήνα του όλου σχεδιασμού, με ταυτόχρονες παρεμβάσεις για την αποφυγή κατάρρευσης της επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης, δεδομένων αφενός των πεπερασμένων δημοσιονομικών δυνατοτήτων της πατρίδας μας και αφετέρου μιας ακόμη «φειδωλής» και ανεπαρκούς χρηματοδοτικής απάντησης της ΕΕ σε κρίση.
Η δογματική εμμονή του Βορρά στην άρνηση έκδοσης κοινού χρεωστικού τίτλου (κορονοομολόγου / corona bond) δεν υπηρετεί τις θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες, δεν προάγει στην ολότητά τους την αλληλεγγύη και την αμοιβαιότητα, δεν προσφέρει πειστικές και οριστικές λύσεις υπέρβασης.
Η δεύτερη φάση περιλαμβάνει την κομβική διαχείριση του διαστήματος από την αναπότρεπτη καθίζηση (βουτιά ύφεσης) έως την περίοδο της ανάταξης της οικονομίας.
Το πλαίσιο δράσεων που εξαγγέλθηκε αποτελεί μια συνεκτική συνέχεια των παρεμβάσεων της πρώτης φάσης, γεγονός που μαρτυρά την ύπαρξη ολιστικού σχεδίου. Η στήριξη της πλήρους απασχόλησης, η συγκράτηση των θέσεων εργασίας και η διαφύλαξη των όρων αυτής καθίστανται κεντρικό διακύβευμα.
Η επιμήκυνση της καταβολής του επιδόματος ανεργίας και οι μειώσεις των προϋποθέσεων για τη λήψη των επόμενων εποχικών επιδομάτων απαντούν πρωτογενώς σε ένα μαζικό αίτημα στοιχειώδους κοινωνικής προστασίας χιλιάδων εποχικών κυρίως εργαζομένων (και κατ’ επέκταση νοικοκυριών), οι οποίοι είναι αβέβαιο αν, πότε και για πόσο θα προσληφθούν. Στην ίδια κατεύθυνση και η επιδότηση της δόσης για δάνεια με υποθήκη την πρώτη κατοικία.
Η κρατική ανάληψη της αναπλήρωσης του 60% των χαμένων μισθολογικών απολαβών και των ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση μετατροπής της πλήρους απασχόλησης σε εκ περιτροπής εργασία αμβλύνει τις απώλειες που εγκυμονεί το άρθρο 9 της από 20/3/2020 ΠΝΠ για την έκτακτη εφαρμογή καθεστώτος εκ περιτροπής εργασίας.
Οι φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις, η παράταση του μέτρου της αναστολής συμβάσεων και του μειωμένου ενοικίου κινούνται σε σωστή κατεύθυνση, ενώ ζωτικής σημασίας είναι αφενός η ανεμπόδιστη πρόσβασή τους σε έναν βιώσιμο τραπεζικό δανεισμό και αφετέρου η δημιουργία χρηματοδοτικών εργαλείων με δυνατότητες μόχλευσης.
Επιχειρήσεις, άλλωστε, δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς εργαζόμενους και εργαζόμενοι δίχως επιχειρήσεις.
Είναι αδιαπραγμάτευτο ότι ο επιμερισμός του κόστους που θα προκύψει δεν πρέπει να πραγματοποιηθεί ξανά σε βάρος του κόσμου της μισθωτής εργασίας. Αντίθετα, επιβάλλεται να συνυπολογιστούν και τα κέρδη των επιχειρήσεων από τη θετική τροχιά της οικονομίας την προηγούμενη περίοδο.
Η ελληνική κοινωνία, εξάλλου, έχει εξαντλήσει την ανοχή της στη διελκυστίνδα ιδιωτικοποίηση των κερδών και κρατικοποίηση των ζημιών.
Απαιτείται, λοιπόν, να αποκρουστεί κάθε μεθόδευση εργαλειοποίησης της υγειονομικής κρίσης για καταχρηστική μεγιστοποίηση κερδών ή παράνομη μετακύλιση κόστους στο δημόσιο ταμείο, καθώς και κάθε πρακτική μετεξέλιξης της πανδημίας σε όχημα περαιτέρω καταστρατήγησης του εργατικού δικαίου.
Επιπρόσθετα, ο δυναμικός –και όχι στατικός– χαρακτήρας του πλαισίου στήριξης προϋποθέτει τη συνεχή επικαιροποίησή του με βάση τις εξελίξεις και τις καταγεγραμμένες κλαδικές ανάγκες.
Κοινός παρονομαστής, η ενίσχυση όσων έχουν ανάγκη και πλήττονται πραγματικά, η αρωγή της υγιούς επιχειρηματικότητας, η οποία θα λειτουργήσει ανταποδοτικά στην πραγματική οικονομία και την απασχόληση, η αποτροπή φαινομένων παραβατικότητας, που ενδέχεται να αυξηθούν, από ανάλγητους εργοδότες.
Η ενδυνάμωση των ελέγχων και της εποπτείας ανάγεται σε καθοριστικό παράγοντα ανάσχεσης της παραβατικότητας από νοσηρούς εργοδότες –αποκαλύφτηκαν πολλοί στη διάρκεια της πανδημίας–, που λειτουργούν παρασιτικά προς το δημόσιο ταμείο και καταχρηστικά έναντι των εργαζομένων, νοθεύοντας και κάθε συνθήκη ανταγωνισμού.
Αξίζει να σημειωθεί και να επαναβεβαιωθεί πως τα έκτακτα μέτρα είναι κυριολεκτικά έκτακτα και θα έχουν αποκλειστικά προσωρινό χαρακτήρα.
Την ίδια ώρα, η επιμήκυνση της στήριξης της απασχόλησης μέσα από την επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών προβάλλει ως επιτακτική στους πληγέντες κλάδους για την περίοδο από τον Σεπτέμβρη έως την επάνοδο σε αναπτυξιακούς ρυθμούς. Το εν λόγω μέτρο είναι ο μόνος τρόπος εγγυημένης παρακολούθησης της ροής της στήριξης, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο έμμεσης υφαρπαγής των διαθέσιμων προς στήριξη πόρων.
Η διατηρήσιμη επανεκκίνηση της οικονομίας δεν είναι εφικτή με συρρίκνωση ή περαιτέρω επιδείνωση της αγοράς εργασίας. Η πρόβλεψη και θεσμοθέτηση μέτρων ανάκτησης του χαμένου εδάφους κατά τη φάση της οικονομικής μεγέθυνσης (ελατήριο ανάπτυξης το 2021) οφείλει να ενταχθεί στον όλο σχεδιασμό.
Παράλληλα, είναι πλέον επιβεβλημένο να ξεκινήσει άμεσα ένας υπεύθυνος κοινωνικός διάλογος για την επόμενη ημέρα (τρίτη φάση) και την υπογραφή ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου, που, μεταξύ άλλων, θα θωρακίζει ατομικά και συλλογικά εργασιακά δικαιώματα, θα εισάγει θεσμούς, διαδικασίες και προδιαγραφές ελέγχου, ενώ θα εγγυάται τη διάδοση των νέων μορφών οργάνωσης της εργασίας (π.χ. τηλεργασία), με κανόνες και όχι άναρχα, με όρους πλήρους απασχόλησης και όχι ευελιξίας.
Η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση και η τεχνητή νοημοσύνη πρέπει να στοιχηθούν πίσω από την πρόκληση της αναβάθμισης της θέσης των εργαζομένων και όχι να μας γυρίσουν σε εργασιακό Μεσαίωνα.