Π. Νεάρχου: Η Τουρκική απειλή δεν ξορκίζεται με λόγια
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Η επιτυχία της Άγκυρας να αναστρέψει τη στρατιωτική κατάσταση στη Λιβύη, με την κατάληψη της αεροπορικής βάσεως της Αλ Ουατίγια στη Δυτική Λιβύη και τη λύση ουσιαστικά της πολιορκίας της Τριπόλεως από τις δυνάμεις του Στρατάρχη Χαφτάρ, φούσκωσε την υπεροψία της και μιλά τώρα για τη μεγάλη Τουρκία από τη Μαύρη Θάλασσα ως τη Βόρεια Αφρική. Η στρατιωτική νίκη δεν είναι άσχετη με την παρασκηνιακή διπλωματική υποστήριξη που εξασφάλισε η Άγκυρα από ισχυρούς διεθνείς παράγοντες, με επικεφαλής τις ΗΠΑ.
Η Ευρώπη αποδείχθηκε, για άλλη μια φορά, διχασμένη και ανήμπορη. Ενέκρινε, με πολλή καθυστέρηση, αμφιταλαντεύσεις και δισταγμούς, την επιχείρηση «Ειρήνη», που θα απαγόρευε, υποτίθεται, τις αποστολές όπλων στη Λιβύη, κατ’ εφαρμογή των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η Ιταλία εκ των έσω, παρασκηνιακά η Γερμανία και προκλητικά το ΝΑΤΟ, διά στόματος του Γ. Γραμματέα του, την υπονόμευσαν. Δεν έπαιξε ουσιαστικά κανέναν ρόλο σ’ αυτό που ήταν το κρισιμότερο θέμα: Η παρεμπόδιση της μαζικής Τουρκικής στρατιωτικής βοήθειας προς το καθεστώς Αλ Σάρατζ.
Η Άγκυρα απέστειλε, κάτω από τη μύτη της Ελλάδος και της Αιγύπτου, πάνω από 13.000 μαχητές από την Ιντλίμπ της Συρίας, εκατοντάδες Τούρκους αξιωματικούς, τεθωρακισμένα, πυροβολικό, επικοινωνιακό εξοπλισμό, μαχητικά ραντάρ και μη επανδρωμένα μαχητικά αεροσκάφη. Τα τελευταία διαδραμάτισαν, όπως φαίνεται, και τον κρισιμότερο ρόλο στην ευνοϊκή έκβαση για την Τουρκική πλευρά των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Κρίσιμο ρόλο έπαιξαν επίσης οι πέντε φρεγάτες που απέστειλε η Τουρκία έξω από τις ακτές της Λιβύης. Προστάτευσαν ειδικότερα την Τρίπολη και την περιοχή της από αεροπορικές επιδρομές των δυνάμεων του Χαφτάρ. Λειτούργησαν ταυτόχρονα ως θαλάσσια Τουρκική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή και αντίπαλο δέος σε ενδεχόμενη δραστήρια ανάπτυξη της επιχειρήσεως «Ειρήνη».
Το καθεστώς Αλ Σάρατζ βγαίνει ενισχυμένο από την κρίση. Η Αμερικανική υποστήριξη μπορεί να επηρεάσει και τη θέση άλλων χωρών, που είναι σύμμαχοι του Χαφτάρ. Ο Γάλλος Πρόεδρος Μακρόν είχε επικοινωνία με τον Αμερικανό Πρόεδρο Τραμπ. Δεν είναι ακόμη γνωστό τι συζήτησαν για τη Λιβύη. Αυτό θα φανεί κατά τις προσεχείς ημέρες, από την πορεία που θα ακολουθήσει η Γαλλία, μία από τις ισχυρές χώρες της Ευρώπης και της Μεσογείου, που θίγεται άμεσα από τις μεγαλεπήβολες πολιτικές Ερντογάν και η οποία είναι η πιο αξιόπιστη, υπό τις περιστάσεις, σύμμαχος της Ελλάδος.
Θα φανεί επίσης πώς θα αντιμετωπίσουν τη νέα κατάσταση η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που είναι οι άμεσοι υποστηρικτές του Χαφτάρ, αλλά και η Ρωσία. Η τελευταία έκανε συμβιβασμούς με την Τουρκία στη Συρία, με στόχο να διαφυλάξει τα κέρδη που είχε με την Άγκυρα από την αποστασιοποίησή της από τις ΗΠΑ και την αγορά του πυραυλικού συστήματος S-400. Η Τουρκία όμως επωφελήθηκε για να αποστείλει μισθοφορικές δυνάμεις από την Ιντλίμπ στη Λιβύη, ενώ πανηγυρίζει και για τη νίκη της στη Βόρεια Συρία.
Η Ρωσία απέφυγε μέχρι τώρα να εμπλακεί με πιο ενεργό τρόπο στη Λιβύη για να αποφύγει μια άλλη αντιπαράθεση με τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ στη Μεσόγειο, μετά τη Συρία. Κρίσιμος από την άποψη αυτή είναι ο ρόλος της Αιγύπτου και του Στρατάρχη Αλ Σίσι. Προφανώς, η Αίγυπτος δεν θέλει ένα καθεστώς Μουσουλμανικής Αδελφότητας στο πλευρό της. Προφανώς, δεν θέλει αναγέννηση Τουρκικής παρουσίας και επιρροής στη Λιβύη και στη Βόρεια Αφρική. Ζωτικότατο γι’ αυτήν θα είναι το πρόβλημα των συμμαχιών εκτός του Αραβικού κόσμου.
Συγκεκριμένα, το τι είναι διατεθειμένες να πράξουν η Γαλλία και η Ρωσία. Ζωτικότατη επίσης θα είναι η επιλογή που θα κάνει: Αγώνας για μια ενιαία Λιβύη ή ντε φάκτο αποδοχή της ιδέας μιας Δυτικής και μιας Ανατολικής Λιβύης; Το δεύτερο ενέχει μεγάλες διπλωματικές δυσκολίες, αλλά μικρότερους στρατιωτικούς κινδύνους και είναι πιο κοντά στη σημερινή υπάρχουσα πραγματικότητα.
Η Ελλάδα, με την πολιτική της αβουλίας, της απάθειας και της απραξίας που ακολουθεί, αυτοακυρώνεται ως παράγων του προβλήματος, παρά το γεγονός ότι αυτή κινδυνεύει να υποστεί το κόστος του Τουρκο-Λιβυκού μνημονίου από μια παγίωση του καθεστώτος Σάρατζ στη Λιβύη και της Τουρκικής επιρροής. Με τη φοβική της πολιτική, δεν ανεκήρυξε τη δική της ΑΟΖ και δεν προχώρησε στην οριοθέτησή της με εκείνη της Κύπρου, γεγονός που θα ξεκλείδωνε και την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο. Η Τουρκία θα την αμφισβητούσε και θα προέβαινε σε προκλήσεις. Μήπως όμως δεν το κάνει σήμερα και χωρίς την ανακήρυξη; Αντιθέτως επωφελήθηκε από τη δική μας αδράνεια για να μας προκαταλάβει και να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα.
Πότε όμως ανέλαβε η Άγκυρα τις πρωτοβουλίες αυτές, στο πλαίσιο του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας» που εξήγγειλε; Όταν αισθάνθηκε αρκετά ισχυρή, με τους μεγάλους εξοπλισμούς που ανέλαβε, με στόχο να ανατρέψει την αεροναυτική ισορροπία μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.
Τι έκανε η Ελλάδα, ενώ η Τουρκία εξοπλιζόταν με ξέφρενους ρυθμούς; Επέβαλε στον εαυτό της embargo εξοπλισμών εδώ και δώδεκα χρόνια και ακολούθησε ουσιαστικά συμπληρωματική πολιτική στην Τουρκική εθνική στρατηγική. Αποκορύφωμα της πολιτικής αυτής ήταν η συμπερίληψη των αμυντικών δαπανών στις περικοπές των μνημονίων, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 306 της Συνθήκης της Λισαβόνος οι δαπάνες της εθνικής άμυνας δεν περιλαμβάνονται στην Ευρωπαϊκή αγορά και υπάγονται σε αποφάσεις εθνικής πολιτικής. Με τον τρόπο αυτό κατεφέρθη ένα πολύ μεγαλύτερο ακόμη πλήγμα στην εθνική άμυνα, εκτός από εκείνα που κατάφεραν η πολιτική του κατευνασμού, οι ανεδαφικές ιδεοληψίες και η στρατηγική μυωπία και απρονοησία των κυβερνώντων.
Υπάρχει, ευτυχώς, ακόμη ένα απόθεμα ισχύος που λειτουργεί ως στοιχειώδης αποτροπή. Το απόθεμα όμως αυτό διαβρώνεται συνεχώς επικίνδυνα και η Ελλάδα διατρέχει τον κίνδυνο να βρεθεί σε θέση στρατηγικού εκβιασμού. Είναι υπερεπείγον και επιτακτικό, ακόμη και μέσα στις δύσκολες σημερινές συνθήκες, να εξευρεθούν πόροι για την άμυνα, για να μην τεθεί σε κίνδυνο ο εθνικός μας χώρος. Είναι ανησυχητικό, ενώ τα γεγονότα βοούν, να ακούγονται απόψεις, όπως αυτές του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών Μιλτιάδου Βαρβιτσιώτη, ότι «δεν θέλουμε στρατιωτικοποίηση των διαφορών μας με την Τουρκία», ως να ήταν αυτό στην επιλογή μας, ή του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια, ότι «στον 21ο αιώνα απειλές πολέμου δεν υφίστανται». Μακάρι να ήταν έτσι, κύριε υπουργέ. Γνωρίζετε όμως πολύ καλά ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι.
Η δράση των Τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη Λιβύη και προηγουμένως στη Συρία έδειξε σαφώς τις προόδους που έχει κάνει η Τουρκική αμυντική βιομηχανία σε κρίσιμους τομείς της σύγχρονης πολεμικής τεχνολογίας. Αυτές δεν περιορίζονται στα μη επανδρωμένα μαχητικά αεροσκάφη. Περιλαμβάνουν και πολλούς άλλους τομείς (σύγχρονα πυρομαχικά, πυραύλους κ.ά.). Η Ελλάδα πρέπει να αναζητήσει άμεσα απαντήσεις στους κρίσιμους τομείς, όπου παρατηρούνται κενά, και να δρομολογήσει άμεσα μονιμότερες λύσεις και επενδύσεις στην αμυντική βιομηχανία.
Υπάρχουν όμως και δύο άλλοι τομείς, που συνδέονται άμεσα με την αμυντική ετοιμότητα. Είναι ο υβριδικός πόλεμος κατά της χώρας με όπλο τους λαθρομετανάστες και η υπονόμευση του εθνικού φρονήματος με εθνομηδενιστικές ιδεολογίες και πολιτικές. Είναι, επιπλέον, η ανεξέλεγκτη δράση στοιχείων και ΜΚΟ, που συμπεριφέρονται ως διεθνείς παρακρατικές οργανώσεις. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει κινδύνους εθνικής ασφάλειας και δεν είναι δυνατόν ούτε τα σύνορά της να είναι ανεξέλεγκτα ούτε η δράση υπονομευτικών και αντεθνικών στοιχείων να είναι ασύδοτη.
Φωτό: real.gr