Όταν η χώρα βρίσκεται μπροστά σε εθνικό κίνδυνο, τι σημαίνει η προπαγάνδα για «πολυπολιτισμική» κοινωνία;
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Υπάρχει κανείς νοήμων πολίτης στη χώρα σήμερα, που δεν βλέπει την κλιμακούμενη και πολύπλευρη Τουρκική απειλή; Κάθε μέρα φέρνει συνεχώς και καινούργια πράγματα. Τις τελευταίες μέρες το Διαδίκτυο πλημμύρισε από πληροφορίες ότι εκατό Τουρκικές ΜΚΟ από την Τουρκία αλλά και από την Τουρκική διασπορά θα προσφύγουν στο Δικαστήριο της Χάγης για να αμφισβητήσουν την Ελληνική κυριαρχία στα 3/4 της Κρήτης και σ’ άλλα 12 Ελληνικά νησιά.
Η Άγκυρα θορυβεί, με κάθε τρόπο, διαδίδει ψευδείς ειδήσεις και γελοιοποιεί το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το οποίο ορισμένοι, τουλάχιστον, κυβερνώντες στην Ελλάδα υπολαμβάνουν ως υψηλή δήθεν στρατηγική από την οποία δεν πρέπει να παρεκκλίνει η Ελλάδα ακόμα και όταν η Άγκυρα στέλνει συντεταγμένες στον ΟΗΕ για τη δήθεν Τουρκική ΑΟΖ έξω από την Κρήτη!
Σε ένα βήμα παραπέρα, Τούρκος επίσημος εξήγγειλε ότι εντός των επομένων 90 ημερών η Άγκυρα θα προχωρήσει στον μοιρασμό σε οικόπεδα της δήθεν Τουρκικής ΑΟΖ που οριοθέτησε με τη Λιβύη, ώστε να προχωρήσει ταχύτατα η έρευνα και η εκμετάλλευση της δήθεν Τουρκικής ΑΟΖ στην περιοχή αυτή. Γιατί όμως η Ελλάδα δεν ανακηρύσσει ΑΟΖ, ακόμη και μετά από μια τέτοια Τουρκική πρόκληση; Δεν το έπραττε προηγουμένως γιατί φοβόταν αντιδράσεις της Τουρκίας.
Όταν όμως ξεμπροστιάζεται μ’ έναν τόσο θρασύ τρόπο από την Άγκυρα, που επιχειρεί απροκάλυπτα την αρπαγή του φιλέτου της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου, τότε τι νόημα έχει η αναμονή και η συνέχιση της Ελληνικής ακινησίας και απραξίας; Αφήνουμε την άλλη πλευρά να πιστεύει ότι, ακόμη και υπό τις συνθήκες αυτές, εμμένουμε στη Χάγη, όταν γνωρίζουμε καλά πώς εννοεί η Άγκυρα τη Χάγη;
Η Άγκυρα έχει καταστήσει επανειλημμένα σαφές το πώς εννοεί την προσφυγή στη Χάγη. Θέλει διμερή προηγουμένως διαπραγμάτευση, εκτός του πλαισίου του διεθνούς θαλασσίου δικαίου ή με αποκλεισμό βασικών προνοιών του, όπως η επέκταση των χωρικών υδάτων σε 12 μίλια και η υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ των νησιών, και η παραπομπή μετά της διμερούς συμφωνίας στο Δικαστήριο, υπό τη μορφή συνυποσχετικού, για να εκδοθεί προσυμφωνημένη ουσιαστικά απόφαση «μοιρασιάς». Σπεύδει μάλιστα η Άγκυρα να δημιουργήσει τετελεσμένα, διά της ισχύος των όπλων, για να στείλει ένα σαφές μήνυμα για το πώς εννοεί αυτήν τη «μοιρασιά». Από πού και ως πού θα δεχθεί η Ελλάδα την αυθαίρετη εισβολή της Άγκυρας στην Ελληνική ΑΟΖ και θα αναγνωρίσει σ’ αυτή δικαιώματα «μοιρασιάς»;
Η Ελληνική πλευρά εδέησε, μετά από έξι μήνες αναμονή, να στείλει στο αρμόδιο τμήμα του ΟΗΕ διακοίνωση για το θέμα του Τουρκο-Λιβυκού μνημονίου, σε συνέχεια της επιστολής που είχε στείλει η Ελληνίδα αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ. Η διακοίνωση έχει χαρακτήρα αναβαθμισμένου και πλέον εμπεριστατωμένου διπλωματικού διαβήματος. Πάσχει όμως στο γεγονός ότι δεν επισυνάπτονται σ’ αυτήν οι συντεταγμένες της Ελληνικής ΑΟΖ. Προβάλλεται ως δικαιολογία το γεγονός ότι το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο θεωρείται από την πλευρά μας αλλά και άλλες χώρες ότι είναι ab initio και ipso facto, εξαρχής δηλαδή και από το ίδιο το γεγονός άκυρο, γιατί η Τουρκία και η Λιβύη δεν έχουν αντικείμενες ακτές, ώστε να προβούν σε οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ τους.
Το επιχείρημα είναι σωστό, αλλά η Τουρκική αυθαιρεσία και αρπακτικότητα δεν κατευθύνονται από το σωστό και το νόμιμο. Επειδή μάλιστα θα υπάρξουν στη συνέχεια και άλλα επεισόδια στην αυθαιρεσία της Άγκυρας, όπως το μοίρασμα της διεκδικούμενης Ελληνικής ΑΟΖ σε οικόπεδα και οι Τουρκικές έρευνες και γεωτρήσεις μετά, είναι υποχρεωμένη η Ελληνική πλευρά να προσδιορίσει τη δική της ΑΟΖ, την οποία, άλλωστε, θα κληθεί να υπερασπίσει το Ελληνικό Ναυτικό και η Ελληνική Αεροπορία.
Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η οριοθέτηση της ΑΟΖ δεν μπορεί να γίνει μονομερώς και ότι, σε κάθε περίπτωση, ακόμη και χωρίς την ανακήρυξη της ΑΟΖ, η Ελλάδα καλύπτεται από την έννοια της υφαλοκρηπίδος, η οποία υπάρχει αφ’ εαυτής. Αυτό είναι ακριβές, αλλά η έννοια της υφαλοκρηπίδος έχει ουσιαστικά υπερκαλυφθεί από την έννοια της ΑΟΖ, η οποία δεν αναφέρεται μόνο στον βυθό αλλά και στην υπερκαλύπτουσα θάλασσα (αλιεία, παραγωγή αιολικής ενέργειας, εκμετάλλευση θαλασσίων ρευμάτων). Με απλά λόγια, η έννοια της ΑΟΖ είναι ευρύτερη από εκείνη της υφαλοκρηπίδος και συμφέρουσα για την Ελλάδα.
Προφανώς, πίσω από την αποδεδειγμένη αντιπαραγωγική και ατελέσφορη κατευναστική πολιτική απέναντι στην Τουρκία κρύβεται ο φόβος μιας μετωπικής αντιπαραθέσεως, την οποίαν απεύχεται ο καθένας. Δεν πρέπει όμως στην εκτίμηση αυτή να διαπράξει κανείς κάποιο μοιραίο λάθος στην ανάγνωση των προθέσεων και των σχεδίων της άλλης πλευράς. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο να μην αποτρέψει τη σύγκρουση, αλλά η χώρα να την υποστεί υπό τους χειρότερους όρους, που δημιουργούν οι αυταπάτες, η έλλειψη αμυντικής προετοιμασίας και ο στρατηγικός αιφνιδιασμός από τον αντίπαλο. Επανέρχεται συχνά, με συμμαχικές συνήθως παραινέσεις, το σενάριο των λεγομένων Μέτρων Οικοδομήσεως Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ).
Κάθε φορά που επιχειρήθηκε η επιβολή τέτοιων μέτρων, το αποτέλεσμα ήταν είτε να ζητηθούν υποχωρήσεις από την Ελληνική πλευρά, μεταμφιεσμένες σε δήθεν Μέτρα Οικοδομήσεως Εμπιστοσύνης, είτε να καταλήξουν, με ευθύνη πάντοτε της Τουρκικής πλευράς, σε παρωδία. Γιατί να δεχθεί η Τουρκική πλευρά πάγωμα του status quo, αφού έχει ως στόχο την ανατροπή του status quo και προβάλει απροκάλυπτα γι’ αυτό επεκτατικές βλέψεις; Αποδέχεται περιστασιακά ορισμένα ΜΟΕ, μόνον όταν τα έχει ανάγκη σε μια ορισμένη συγκυρία.
Γιατί επιδεικνύει η Άγκυρα τόση προκλητικότητα και επιθετικότητα έναντι της Ελλάδος; Δεν ανησυχεί και η ίδια για τον κίνδυνο μετωπικής συγκρούσεως; Είναι τόσο βέβαιη ότι υπερέχει στρατιωτικά έναντι της Ελλάδος και πιστεύει ότι η Ελλάδα θα συρθεί σε παθητική συνθηκολόγηση και θα αποφύγει την αναμέτρηση που φοβάται ότι θα χάσει;
Η Τουρκική υπεροψία διογκώθηκε κατά τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο λόγω της σημαντικής οικονομικής αναπτύξεως της Τουρκίας κατά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια και της αλματώδους αναπτύξεως της Τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας και των Τουρκικών εξοπλισμών, αλλά λόγω επίσης της εγκληματικής καθηλώσεως των Ελληνικών εξοπλισμών για πάνω από δώδεκα χρόνια τώρα. Αφέθηκε, με τον τρόπο αυτό, πολύτιμος χρόνος στον Ερντογάν για να κατακτήσει το προβάδισμα σε σημαντικά οπλικά συστήματα και να θέσει σε κίνδυνο την αεροναυτική ισορροπία στο Αιγαίο.
Η Ελλάδα μέχρι τη δεκαετία του ’90 και ακόμη αργότερα είχε σαφή ποιοτική υπεροχή στην Αεροπορία και στο Ναυτικό. Δεν είναι η έλλειψη ένοπλης ισχύος που επέτρεψε τα Ίμια το 1996. Είναι η αβουλία, η ασχετοσύνη και η υποτέλεια Σημίτη. Μετά τα Ίμια έγιναν σημαντικοί νέοι εξοπλισμοί, με στόχο να διαφυλαχθεί για την επόμενη περίοδο το αεροναυτικό ποιοτικό πλεονέκτημα. Οι εξοπλισμοί αυτοί συνοδεύθηκαν, δυστυχώς, από σκάνδαλα, που δυσφήμισαν τις αμυντικές δαπάνες και συνέβαλαν στην καθήλωσή τους στη συνέχεια, μέχρι τα Μνημόνια, που τους επέφεραν πρόσθετο βαρύτατο πλήγμα.
Παρ’ όλ’ αυτά, η Ελλάδα έχει σημαντικό ακόμη και αξιόπιστο απόθεμα ισχύος, υπό τον όρο ότι θα συντηρηθεί τάχιστα και θα συμπληρωθεί με νέες κατεπείγουσες προμήθειες, που θα αντισταθμίσουν υπάρχοντα μειονεκτήματα και θα λειτουργήσουν ως πολλαπλασιαστές ισχύος. Στο σημείο όμως αυτό υπεισέρχονται και άλλα θέματα και ερωτήματα που αφορούν την εθνική ισχύ και την αντίληψη της εθνικής ασφάλειας και άμυνας.
Είναι δυνατόν, π.χ., να αντιμετωπίζει η χώρα μια τέτοια απειλή, η οποία είναι απροκάλυπτη, και να ακολουθεί πολιτική ανοικτών συνόρων με την Τουρκία, η οποία επιδίδεται σε υβριδικό πόλεμο κατά της Ελλάδος με τους λαθρομετανάστες; Είναι δυνατόν η κυβέρνηση, αλλά, δυστυχώς, πολύ περισσότερο ακόμη το κόμμα της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως να υποστηρίζουν τα ιδεολογήματα για μετατροπή της Ελλάδος σε «πολυπολιτισμική» δήθεν κοινωνία; Είναι δυνατόν η Επιτροπή που συστήθηκε για τον εορτασμό των διακοσίων χρόνων από το Εικοσιένα να υποθάλπει τον εθνομηδενισμό και να υβρίζει τον Καποδίστρια;
Τα ερωτήματα είναι πολλά. Η χώρα βρίσκεται σε κίνδυνο, με τη συμβατική αλλά και την ασύμμετρη έννοια, πέρα από το μέγα πρόβλημα της οικονομικής κρίσεως που αντιμετωπίζει, παράλληλα με τον κορονοϊό. Σε τέτοιες όμως κρίσιμες στιγμές κάθε έθνος και κάθε λαός συσπειρώνεται και σφίγγει τις γραμμές του. Δεν κατακλύζεται από μηνύματα και ιδεολογήματα εθνικού αφοπλισμού, εθνικής αποδομήσεως και εθνομηδενισμού, που υποσκάπτουν το φρόνημά του, τη συνοχή και τον αγώνα του.