Να μην κατατεθεί στη Βουλή το απαράδεκτο και επικίνδυνο για την εκπαίδευση νομοσχέδιο

Να μην κατατεθεί στη Βουλή το απαράδεκτο και επικίνδυνο για την εκπαίδευση νομοσχέδιο


Tου ΘΑΝΑΣΗ ΚΙΚΙΝΗ
Δασκάλου, Προέδρου της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος


Το υπουργείο Παιδείας, εν μέσω πανδημίας και περιοριστικών μέτρων μετακίνησης, ανάρτησε σε δημόσια διαβούλευση ένα αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο, που βρίθει ρυθμίσεων με αρνητικό πρόσημο, δίχως να έχει πραγματοποιήσει προηγουμένως , ως όφειλε, εκτενή και ουσιαστικό θεσμικό διάλογο με την εκπαιδευτική κοινότητα, κάτι που η ΔΟΕ (με τη στήριξη του ευρωπαϊκού εκπαιδευτικού συνδικάτου ETUCE) κατήγγειλε, καλώντας την πολιτική ηγεσία να μην προχωρήσει στην ψήφιση του νομοσχεδίου.

Το νομοσχέδιο χειροτερεύει τους όρους της εκπαιδευτικής διαδικασίας και ανοίγει τον δρόμο για την περαιτέρω απαξίωση του δημόσιου σχολείου, αφού ανάμεσα σε άλλα:

Προβλέπει την αύξηση των μαθητών ανά τμήμα σε νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο από 22 μαθητές μέχρι και 26, ενώ αυξάνει στα επταθέσια και άνω σχολεία τον ελάχιστο αριθμό μαθητών σε 20 ανά τμήμα και στα νηπιαγωγεία σε 16. Αυτό θα οδηγήσει σε συγχωνεύσεις και καταργήσεις τάξεων, σε υποχρεωτικές μετακινήσεις μαθητών καθώς και σε δραστικό περιορισμό των θέσεων εργασίας.

Σχολειοποιεί το νηπιαγωγείο, εισάγοντας διακριτά διδακτικά αντικείμενα, σε πρώτη φάση τα Αγγλικά. Για το θέμα αυτό η Σύνοδος των Προέδρων και Κοσμητόρων των Παιδαγωγικών Τμημάτων και Σχολών και το ΔΣ της ΔΟΕ εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση, στην οποία επισήμαναν πως η πρόθεση εισαγωγής αυστηρών δομημένων προγραμμάτων στο νηπιαγωγείο στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης, παραβλέποντας βασικές παιδαγωγικές αρχές.

Εισάγει τον τραγικό παιδαγωγικά θεσμό του «εκπαιδευτικού ε­μπιστοσύνης», κάτι που αγνοεί ότι στις ηλικίες του δημοτικού σχολείου κεντρικό πρόσωπο αναφοράς και εμπιστοσύνης για κάθε μαθητή είναι ο δάσκαλος ή η δασκάλα των μαθητών και κανένας άλλος.

Επιβάλλει εξοντωτικές ποινές, αντί να προσφέρει κίνητρα και ενίσχυση στο δύσκολο έργο τους, σε αναπληρωτές που για πολύ σοβαρούς λόγους τυχαίνει να μην αναλάβουν υπηρεσία.

Εισάγει διατάξεις αξιολόγησης (των σχολικών μονάδων αρχικά) οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με τις, τεκμηριωμένες επιστημονικά, ψηφισμένες θέσεις του κλάδου μας για τον προγραμματισμό και την αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου και μεταθέτουν μια καθαρά εσωτερική παιδαγωγική διαδικασία της σχολικής μονάδας σε εξωτερικούς μηχανισμούς διοικητικού χαρακτήρα ελέγχου και παρεμβάσεων, κάτι που ενέχει σοβαρούς κινδύνους τόσο για αλλοίωση των χαρακτηριστικών της εκπαιδευτικής πράξης, όσο και για μελλοντική κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων.

Τα παραπάνω και μόνο (γιατί υπάρχουν πολλά ακόμη αρνητικά σημεία) καθιστούν απολύτως αναγκαία τη δυναμική έκφραση αντίθεσης του κλάδου, ώστε να μην προχωρήσει, τελικά, η κυβέρνηση στην κατάθεση και ψήφιση του νομοσχεδίου.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ