Ο κορονοϊός δεν αναβάλλει την Τουρκική απειλή
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Η Τουρκία αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα με τον κορονοϊό, σε συνδυασμό με μια οξύτατη κρίση συναλλάγματος στην οικονομία της. Στο πρώτο, ο αριθμός των κρουσμάτων και των θυμάτων δεν μπορεί πλέον να συγκαλυφθεί με τη συστηματική απόκρυψη, υποβάθμιση του προβλήματος και προπαγάνδα του καθεστώτος.
Στο δεύτερο, η συνεχής πτώση της Τουρκικής λίρας φέρνει πιο κοντά την ανάγκη προσφυγής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που συνιστά ανάθεμα για τον αλαζονικό Ερντογάν. Ο τελευταίος έκτισε τον μύθο της οικονομικής του πολιτικής πάνω στην αποδέσμευση της Τουρκίας από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τις λεγόμενες πολιτικές «μεταρρυθμίσεων» και «αναδιαρθρώσεων» που επιβάλλει το Ταμείο ως αναγκαία άλλη όψη της δανειακής του συνδρομής.
Ο Ερντογάν αναζητά επειγόντως μια άλλη λύση, γιατί οι δανειακές ανάγκες της Τουρκίας για το τρέχον έτος υπολογίζονται στα 172 δισ. δολάρια και δεν μπορούν να καλυφθούν ούτε από τη συνήθη βοήθεια του Κατάρ, ούτε από τη δέσμευση των καταθέσεων του συμμάχου καθεστώτος Αλ Σάρατζ της Λιβύης για την πληρωμή της παρεχόμενης Τουρκικής βοήθειας, ούτε, τέλος, από τις προσπάθειες προσελκύσεως στις τράπεζες του ιδιωτικού χρυσού που συνηθίζουν οι Τούρκοι να αποθησαυρίζουν για τις δύσκολες μέρες.
Ο Ερντογάν στρέφεται λοιπόν στον γνωστό, μεγάλο διεθνή χρηματοδότη, τις ΗΠΑ, και τον «φίλο» του Πρόεδρο Τραμπ. Σε μια τρισέλιδη επιστολή που έστειλε σ’ αυτόν υπενθυμίζει ότι η Τουρκία είναι σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και ότι συνεργάζεται με τις ΗΠΑ στη Συρία και στον Λίβανο! Μερίμνησε επίσης η επιστολή του να φτάσει στην Ουάσινγκτον αφού προηγήθηκαν πληροφορίες και ανακοινώσεις ότι θα αναβληθεί η ενεργοποίηση των Ρωσικών πυραύλων S-400. Συγχρονίσθηκε επίσης με την άφιξη στις ΗΠΑ ενός Τουρκικού αεροσκάφους με Τουρκική ιατρική βοήθεια για την καταπολέμηση του κορονοϊού.
Η Τουρκία γνωρίζει ότι η ενεργοποίηση των πυραύλων S-400 είναι το τελευταίο όριο που έχει τεθεί από την Αμερικανική πλευρά για την επιβολή κυρώσεων, με βάση τη γνωστή νομοθεσία CAATSA, αντιποίνων δηλαδή σε χώρες που βλάπτουν, με την πολιτική τους, την Αμερικανική εθνική ασφάλεια. Η Τουρκία επίσης, παρά τα δικά της προβλήματα με τον κορονοϊό, έχει αναλάβει μια μεγαλεπήβολη διεθνή εκστρατεία βοήθειας σε ιατρικό υλικό για τη μάχη κατά του κορονοϊού (μάσκες, γάντια, ειδικές στολές) για λόγους διεθνούς προβολής και προπαγάνδας. Στο πλαίσιο αυτό, έστειλε αεροσκάφη με βοήθεια στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Ιαπωνία, στις ΗΠΑ και σε πολλές χώρες της Αφρικής και της Ασίας (σε 57 συνολικά χώρες).
Την ίδια δηλαδή στιγμή που η Άγκυρα επιχειρεί να επιτύχει τους επεκτατικούς της στόχους στη Συρία, στη Λιβύη και στην ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου, προβάλλει ένα παραπλανητικό πρόσωπο γενναιόδωρης ανθρωπιστικής δήθεν προσφοράς, όπως επίσης «μεγάλης δυνάμεως» και «νικήτριας» του κορονοϊού, που έχει «ελέγξει» δήθεν το πρόβλημα στο εσωτερικό της και μπορεί να προσφέρει γενναιόδωρα και διεθνή βοήθεια.
Η μεγάλη αυτή πρωτοβουλία διεθνών σχέσεων της Άγκυρας δεν αποβλέπει μόνο στη διεθνή αναβάθμιση της εικόνας της, τη συγκάλυψη των πραγματικών της πολιτικών και την προβολή της εικόνας μιας Τουρκίας που ακολουθεί δήθεν διεθνή ανθρωπιστική πολιτική αλληλεγγύης. Έχει επίσης ως στόχο να προβάλει την Τουρκία ως νέα, αναδυόμενη, μεγάλη δύναμη. Ο στόχος αυτός συναρμόζεται με μεγάλες προσδοκίες που έχει η Άγκυρα για τη θέση της στη μετά τον κορονοϊό εποχή, με δεδομένες τις μεγάλες διεθνείς ανακατατάξεις που θα έχουν συντελεσθεί.
Η Άγκυρα προσβλέπει, συγκεκριμένα, στις αλλαγές που θα φέρει η ένταση στις σχέσεις μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ και άλλων Δυτικών χωρών. Εκτιμά ότι, ως αποτέλεσμα της εντάσεως αυτής, πολλοί Δυτικοί κολοσσοί, που έχουν επενδύσει στην Κίνα, θα αναζητήσουν άλλους προορισμούς και ότι η Τουρκία μπορεί να αποτελέσει ελκυστικό εναλλακτικό προορισμό και να υποκαταστήσει σ’ έναν βαθμό την Κίνα. Στο πλαίσιο αυτό, σε συνδυασμό με την πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται, βλέπει έναν λόγο παραπάνω να επιδιώξει την επαναπροσέγγιση με τις ΗΠΑ, διατηρώντας την κρυφή ελπίδα ότι το πάγωμα της ενεργοποιήσεως των πυραύλων S-400 μπορεί να είναι για μια σύντομη περίοδο ή και εντελώς προσχηματικό.
Ο Ερντογάν δεν θα παραιτηθεί εύκολα από τους S-400, πρώτον, για λόγους γοήτρου και εσωτερικής πολιτικής, δεύτερον, για λόγους αξιοπιστίας της ακολουθούμενης επαμφοτερίζουσας πολιτικής μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων και, τρίτον, για λόγους καθαρά επιχειρησιακούς. Πιστεύει ότι το σύστημα αυτό του παρέχει ένα μεγάλο επιχειρησιακό πλεονέκτημα έναντι της Ελληνικής Αεροπορίας και ότι το έχει ανάγκη στη «μάχη του Αιγαίου» και της «Ανατολικής Μεσογείου».
Για τις μεγάλες Τουρκικές προσδοκίες στη μετά τον κορονοϊό εποχή είναι χαρακτηριστικό το άρθρο της Γαλλικής εφημερίδας «Le Monde», στην αρχή της εβδομάδος. Η Γαλλική εφημερίδα αναφέρθηκε στις φιλοδοξίες της Τουρκίας για ανάδειξή της σε μεγάλη δύναμη, με αφορμή τις αλλαγές που θα επέλθουν στην διεθνή ανακατανομή ισχύος, ως αποτέλεσμα των οικονομικών καταστροφών και αλλαγών που συντελούνται ήδη και των διαφαινόμενων αντιπαραθέσεων μεταξύ Κίνας και Δυτικών δυνάμεων, με επικεφαλής τις ΗΠΑ.
Η Γαλλία αντιμετωπίζει με μεγάλη ανησυχία και οργή τις επεκτατικές τάσεις της Άγκυρας, που ενοχλούν και απειλούν ουσιαστικά τα Γαλλικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Λιβύη αλλά και σ’ ολόκληρη τη Βόρεια και τη Μαύρη Αφρική. Είναι ενδεικτική η πτώση Γαλλικών μαχητικών τύπου Ραφάλ στα ανοικτά των ακτών της Λιβύης, απάντηση στην πρόσφατη Τουρκική αεροπορική άσκηση στην ίδια περιοχή, που προέβαλε τις Τουρκικές δυνατότητες αεροπορικής επεμβάσεως στη Λιβύη.
Η Γαλλία, σε συνεργασία με την Αίγυπτο, είναι από τους σημαντικότερους συμμάχους του Χαφτάρ στη Λιβύη. Η εξαγγελία, προσφάτως, του τελευταίου ότι αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της Λιβύης και ότι θεωρεί ξεπερασμένη και άνευ ουσίας πλέον τη συμφωνία της Σκίρατ του 1915, από την οποία αντλεί διεθνή νομιμοποίηση η κυβέρνηση του Αλ Σάρατζ στην Τρίπολη, σηματοδοτεί μια μεγάλη αλλαγή στην πολιτική του.
Η αλλαγή αυτή έρχεται ως αποτέλεσμα της σχετικής στρατιωτικής του αποτυχίας να καταλάβει την Τρίπολη και να θέσει τέρμα στην κυβέρνηση Αλ Σάρατζ. Η αποτυχία του οφείλεται καθοριστικά στην ανεμπόδιστη βοήθεια της Άγκυρας στο καθεστώς Αλ Σάρατζ. Η διατυμπανιζόμενη Ευρωπαϊκή επιχείρηση «Ειρήνη» άργησε τραγικά να αρχίσει και απομένει να δούμε στην πράξη τι πραγματικά είναι ικανή και διατεθειμένη να κάνει. Θα φράξει τον δρόμο στις Τουρκικές ενισχύσεις στην κυβέρνηση Αλ Σάρατζ; Ο ασθενής κρίκος στην επιχείρηση είναι η Ιταλία, η οποία ακολουθεί ασαφή και επαμφοτερίζουσα πολιτική και λαμβάνει ταυτόχρονα πολύ σοβαρά υπ’ όψιν τις σχέσεις της με την Τουρκία. Αναξιόπιστη είναι, βεβαίως, και η Γερμανική πολιτική, για τους γνωστούς λόγους των Τουρκο-Γερμανικών σχέσεων.
Η Ελλάδα, που απειλείται άμεσα από τις εξελίξεις στη Λιβύη, δεν μπορεί να παραμείνει παθητικός θεατής ή, χειρότερα ακόμη, κομπάρσος που θα κληθεί να «υποδέχεται» τους λαθρομετανάστες που θα έρθουν να «ναυαγήσουν» δίπλα στα σκάφη της Ευρωπαϊκής επιχειρήσεως «Ειρήνη». Θα πρέπει να εμβαθύνει τη συνεργασία της με τη Γαλλία κυρίως και την Αίγυπτο, αλλά και άλλες χώρες της περιοχής, που αντιτίθενται στον Τουρκικό τυχοδιωκτισμό στη Λιβύη, ώστε να συμβάλει όσο μπορεί στην αποτροπή των Τουρκικών σχεδίων στη Λιβύη. Με γνώμονα τη διαπίστωση ότι η υπερίσχυση της κυβερνήσεως Αλ Σάρατζ ή ακόμη και η επιβίωση της σ’ ένα σχήμα δήθεν εθνικής ενότητας θα ήταν καταστροφή για την Ελλάδα, γιατί θα διέσωζε το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο, η Ελλάδα πρέπει να στηρίξει, μαζί με τους συμμάχους της, την εναλλακτική λύση Χαφτάρ. Αυτός ελέγχει, ούτως ή άλλως, τις ακτές της Ανατολικής Λιβύης, που αφορούν άμεσα την Ελλάδα και την πρακτική εφαρμογή του Τουρκο-Λιβυκού Συμφώνου.
Ο κορονοϊός δεν ανακόπτει, ούτε αναβάλλει την Τουρκική επιθετικότητα. Αντιθέτως, ο Ερντογάν πιστεύει ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει ως προπέτασμα την κρίση και τη σύγχυση του κορονοϊού για να προαγάγει ευκολότερα τα σχέδιά του. Ενδεικτική από την άποψη αυτή είναι η νέα πειρατεία στην Κυπριακή ΑΟΖ αλλά και η αναβάθμιση της εμπλοκής του στη Λιβύη και η απειλή που θέτει για την Ελλάδα νότια της Κρήτης.
Παρ’ όλους τους περισπασμούς με τον κορονοϊό και την επερχόμενη νέα οικονομική κρίση, η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να παρατείνει:
• Την αδράνειά της στην ενίσχυση της άμυνας και της αποτροπής της.
• Τη φοβία της για την άσκηση των νόμιμων δικαιωμάτων της και την κατάθεση στον ΟΗΕ των συντεταγμένων της δικής της ΑΟΖ.
• Την αυτοκαταστροφική πολιτική των ανοικτών συνόρων στη λαθρομετανάστευση, την οποία εργαλειοποιεί και χρησιμοποιεί η Άγκυρα για απροκάλυπτο υβριδικό πόλεμο κατά της Ελλάδος.
Η ακολουθούμενη μέχρι τώρα κατευναστική πολιτική είναι αδιέξοδη, επικίνδυνη και συμπληρωματική της Τουρκικής στρατηγικής.
Φωτό: real.gr