Αλέκος Παναγούλης στο Στρατοδικείο: «Το πιο όμορφο κύκνειο άσμα του πολεμιστή της ελευθερίας είναι ο τελευταίος του ρόγχος μπροστά από το εκτελεστικό απόσπασμα»
-«Ξέρω ότι θα έρθουν κι άλλοι και ότι θα επιτύχουν αυτό που δεν μπόρεσα να κάνω εγώ»
Οι πρώτες συνεδριάσεις στο Στρατοδικείο έδειξαν ότι είχε την πρόθεση να παλέψει. Πρέπει να πούμε ότι η θέση του είναι ταυτόχρονα και πιο καθαρή και πιο κριτική από των άλλων μελών της ομάδας του. Δεν έχει πλέον τίποτα να χάσει, ενώ οι άλλοι έχουν ακόμα μία ευκαιρία να αποφύγουν τη θανατική καταδίκη.
Επάνω σ’ αυτό το σχέδιο τακτικής πρέπει να καταλάβουμε τη διαγωγή των συντρόφων του, οι οποίοι υπό άλλες συνθήκες έδειξαν ότι είχαν τόλμη και θάρρος. Την επομένη το πρωί υπάρχει πλήθος κόσμου για να παρευρεθεί στην κατάθεση του Παναγούλη. Ακόμη περισσότεροι αστυνομικοί με πολιτικά από τις άλλες ημέρες, αλλά επίσης και πολλοί δημοσιογράφοι, που δεν τους είχαμε δει καθόλου μέχρι τότε. Η συνεδρίαση έχει αποκτήσει μια μικρή πινελιά γιορτής, την οποία τονίζει το πηγαινέλα των καφετζήδων στους διαδρόμους του δικαστηρίου, με τους δίσκους με τις αλυσίδες και τα ποτήρια με το νερό που ισορροπούν μέσα σ’ αυτούς.
Πολύ πριν το κουδούνισμα που ανακοινώνει την είσοδο των δικαστών ο καθένας βρίσκεται στη θέση του. Κάνει αποπνικτική ζέστη μέσα στην υπερβολικά μικρή αίθουσα, παρά τον ανεμιστήρα που γυρίζει στο ταβάνι.
Από τη μικρή πόρτα που ανοίγει εμφανίζεται ο Παναγούλης πιασμένος από τους δύο αστυνομικούς. Δεν έχει καθίσει ακόμα στη θέση του, όταν ο εισαγγελέας, ο πρόεδρος και όλη η «αγία οικογένεια» του δικαστηρίου κάνουν, και αυτοί, την εμφάνισή τους. Όλοι βρίσκονται τώρα στις θέσεις τους και, μέσα στη σιωπή που ακολουθεί, περιμένουν μέχρι ο κλητήρας, που κουνάει πέρα-δώθε το κεφάλι του, να ευαρεστηθεί να χτυπήσει τρεις φορές. Τα τρία χτυπήματα θα έρθουν μόνο όταν ο πρόεδρος ξεροβήξει.
Ο Παναγούλης είναι τώρα όρθιος, τα χέρια του νευρικά, γαντζωμένα στην μπάρα. Οι φωτογράφοι τον έχουν βομβαρδίσει με πολλή προσοχή και απ’ όλες τις γωνίες, αλλά δεν φάνηκε να τους δίνει καμία σημασία. Όλο του το είναι φαίνεται αφοσιωμένο στην απολογία που θα εκφωνήσει.
«Από τη στιγμή της σύλληψής μου, στις 13 Αυγούστου, μέχρι τις 4 Νοεμβρίου», δηλώνει ο Παναγούλης, «οι χειροπέδες δεν μου αφαιρέθηκαν ποτέ, ούτε μέρα ούτε νύχτα.
Για να με κάνουν να μιλήσω χρησιμοποίησαν τις μεθόδους της Ιεράς Εξέτασης. Βασανίστηκα με ραβδισμό στα πέλματα των ποδιών, καψίματα και σεξουαλικά βασανιστήρια. Μεταφέρθηκα δύο φορές στο νοσοκομείο σε κωματώδη κατάσταση και εκεί ακόμα μου άφησαν τις χειροπέδες.
Η κατάθεση που ισχυρίζονται ότι έγραψα ιδιοχείρως είναι πλαστή. Απαιτώ να παρουσιάσουν εδώ αυτό το έγγραφο, το οποίο ούτε έγραψα ούτε υπέγραψα. Από την έναρξη της δίκης το κατηγορητήριο βασίζεται σε πλαστογραφίες. Οι επίσημες δηλώσεις που έγιναν από τον Σταματόπουλο στους έλληνες και ξένους δημοσιογράφους την επομένη της απόπειρας είναι το ίδιο ψεύτικες. Τη στιγμή της σύλληψής μου δεν βρήκαν ένα νάιλον σακίδιο δεμένο πάνω στο μαγιό μου με τα ρούχα μου και μερικά χρήματα. Ποτέ δεν είπα πού βρίσκονταν κρυμμένα τα ρούχα μου, ούτε κατήγγειλα τον οποιονδήποτε. Δεν ομολόγησα ποτέ τίποτα.
Προσπάθησαν να εμπλέξουν προσωπικότητες ελληνικές και ξένες σε αυτήν την απόπειρα, κυρίως τον υπουργό Αμύνης της Κύπρου, τον Πολύμερο Γεωρκάτζη. Όμως ποτέ δεν είχα επαφές μαζί του. Ποτέ δεν λάβαμε εκρηκτικά από την Κύπρο, όπως υποστήριξε ένας από τους συγκατηγορούμενούς μου. Όσον αφορά τον Ανδρέα Παπανδρέου, δεν αναμείχθηκε ποτέ στη δραστηριότητά μας. Βρισκόμαστε σε διαφωνία με όλους τους ‘‘μετανάστες’’, διότι θεωρούμε ότι ο αγώνας πρέπει να διεξάγεται στην ίδια την Ελλάδα.
Ο ηθικός αυτουργός της δράσης μας είναι το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 και όχι οι πολιτικοί άνδρες. Είναι το ιδεολογικό μας πιστεύω, η πίστη μας στον άνθρωπο, η ελευθερία και η δημοκρατία που μας έκαναν να δράσουμε. Εάν η οργάνωσή μας ονομάζεται ακριβώς ‘‘Ελληνική Αντίσταση’’, είναι για να μην είναι αιχμάλωτη κανενός πολιτικού κόμματος.
Στους συγκατηγορούμενούς μου υπαγόρευσαν την κατάθεσή τους. Και σε μένα ήθελαν να υπαγορεύσουν μία κατάθεση υπό όρους πολύ ελκυστικούς».
Τα χέρια του σφίγγονται γύρω από την μπάρα, ορθώνει το κορμί του ακόμα περισσότερο, καρφώνει τον πρόεδρο με το βλέμμα του και αναφωνεί:
«Οργάνωσα και εκτέλεσα ο ίδιος την απόπειρα ενάντια στον πρωθυπουργό. Αναλαμβάνω γι’ αυτό όλη την ευθύνη. Γνωρίζω την ποινή που μου επιφυλάσσει ο νόμος. Το πιο όμορφο κύκνειο άσμα του πολεμιστή της ελευθερίας είναι ο τελευταίος του ρόγχος μπροστά από το εκτελεστικό απόσπασμα. Η βία γεννά τη βία. Η στρατιωτική χούντα θα ανατραπεί. Μετά από μένα ξέρω ότι θα έρθουν κι άλλοι και ότι θα επιτύχουν αυτό που δεν μπόρεσα να κάνω εγώ».
Ο Παναγούλης ξανακάθισε. Τον διαδέχεται μια παρατεταμένη σιωπή και ο καθένας έχει την εντύπωση ότι παραβρέθηκε σε μία απ’ αυτές τις πράξεις θάρρους, ψυχρού όπως η λάμα ενός μαχαιριού, αλλά πλούσιου σε αληθινή, ανθρώπινη ζεστασιά.
Κατά τη διάρκεια του απογεύματος ο Παναγούλης θα έρθει αντιμέτωπος με μερικούς από τους συγκατηγορούμενούς του. Θα είναι η ευκαιρία γι’ αυτόν να επαναλάβει ότι ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου ούτε ο κύπριος υπουργός Αμύνης ενεπλάκησαν με κανέναν τρόπο στην απόπειρα. Εντούτοις, αναγνώρισε ότι δέχτηκε 7.000 δραχμές (δηλαδή 1.117 γαλλικά φράγκα), που εστάλησαν από τον Ανδρέα γιατί ήξερε ότι «προσέφερε τη βοήθειά του σε κάθε οργάνωση που σκοπό είχε να ανατρέψει την τωρινή κυβέρνηση».
Όσον αφορά τον Γεωρκάτζη, δήλωσε ότι δεν ήταν αυτός με τον οποίο είχε επαφές, «αλλά μία άλλη προσωπικότητα το ίδιο σημαντική», που αρνήθηκε να κατονομάσει.
—-
Το παραπάνω κείμενο είναι αποσπάσματα από το βιβλίο του δημοσιογράφου Ντενίς Λανγκλουά, που ήταν παρών στη δίκη του Αλέκου Παναγούλη. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ομιλία του στην Πάφο την «Εβδομάδα Αλληλεγγύης» στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1975 είχε πει «Πατρίδα της λευτεριάς είναι ο καθένας από μας…»