ΕΡΑΝ. ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ
Συγγραφέας
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ
Ἐρᾶν: να ερωτεύεσαι, να αγαπάς.
766 μ.Χ. Η Λυγινή και ο Υάκινθος σύρονται μαζί με πλειάδα μοναχών στον Ιππόδρομο, διαπομπεύονται και τους παντρεύουν με τη βία. Κρύβουν και οι δύο επτασφράγιστα μυστικά, τα οποία θα σημαδέψουν τις ζωές τους κι εν πολλοίς θα τις καθορίσουν κατά την οδύσσειά τους.
Ο Ροδανός, αγγελοπρόσωπος, ριψοκίνδυνος, θηρευτής των ηδονών, μα και με φοβερά μυστικά να τον σφιχτοδένουν, είναι συνάμα προσηλωμένος σε ό,τι θεωρεί χρέος.
Γύρω από αυτούς τους τρεις ήρωες και το μυστήριο του Ιερού Στιχαρίου, το οποίο θα μπορούσε ν’ ανατρέψει αυτοκράτορες και πολιτικές δεκαετιών, κινείται η μυθοπλασία κατά το δεύτερο μισό του 8ου αιώνα με φόντο την Εικονομαχία και την καθημερινή ζωή στην Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και τη Θράκη. Σε μια μοναδική εποχή, άγνωστη και μυθώδη. Τους πλαισιώνουν αρκετοί δευτεραγωνιστές, όπως ο μοχθηρός Ερμάς, ο καλλιεργημένος δούλος Κιτίν, ο Αρκάδιος που τον μεγάλωσε στο δάσος μια αρκούδα, η θεατρίνα Γοργονία, ο πατρίκιος Φωκάς με την ομάδα των Λεόντων του, ο μαύρος ευνούχος Αράν και άλλοι.
Οι πρωταγωνιστές φτάνουν στα άκρα, ερωτεύονται παράφορα, ζουν ανέμελα, δίνονται στη ζωή και τους δίνεται, ταπεινώνονται, συνθλίβονται, ανακάμπτουν, ξαναπέφτουν στον βούρκο, καταρρέουν, αφιερώνονται στον Θεό ή Τον απαρνούνται, γίνονται θύματα της εικόνας τους ή οδηγούνται στο εράν διά του οράν της ψυχής. Έχουν να αντιμετωπίσουν συκοφαντίες, πολέμους, ραδιουργίες, θανάσιμους εχθρούς, έναν έρωτα-σφαγή, εφιάλτη και όνειρο και, πάνω απ’ όλα, τον ίδιο τους τον εαυτό.
Κυκλοφορεί με δυο εξώφυλλα
Απόσπασμα βιβλίου
1
Μυρουδιά κοπριάς, καπνού και απορριμμάτων πλανιόταν στην ατμόσφαιρα. Ένα σμήνος πουλιών πετούσε κατά τον Κεράτιο Κόλπο, έκρυβε αχνό πούσι τη Χρυσούπολη και τη Χαλκηδόνα κι ερχόταν ακαθόριστο βουητό ιαχών απ’ τον Ιππόδρομο.
Με άγρια παραγγέλματα, μαστιγώματα και σπρωξίματα οι φρουροί ανάγκαζαν τους καλογέρους να βγουν απ’ τους στάβλους των Βένετων, όπου τους κρατούσαν φυλακισμένους επί δύο και τρία μερόνυχτα. Ακούγονταν πονεμένες κραυγές, βογκητά, αναθέματα, κατάρες, μα και βλαστήμιες, ενώ σύννεφο σκόνης χρύσωνε με τη βοήθεια του πρωινού ήλιου τους ιερωμένους. Θαρρείς ασχημάτιστο κι αναποφάσιστο φωτοστέφανο, προτού διαμοιραστεί και κυκλώσει τα κεφάλια των εκλεκτών να ανακηρυχθούν σε αγίους και οσίους.
Το ίδιο βάναυσα ωθούσαν κι από τους στάβλους των Πρασίνων, προς τη χωμάτινη αυλή με τη λίθινη ποτίστρα στη μέση και τον πετρόκτιστο περίβολο, έτερη φουρνιά, θηλυκού γένους. Καλογριές με βλέμματα φοβισμένα, δίχως μαφόρια να καλύπτουν τα κεφάλια τους και κοντοκουρεμένες, με βαθιές ψαλιδιές ως το λευκό του δέρματος κι όλες ανισομεγέθεις.
Όπως συμπτύσσονταν οι δυο ομάδες στις γειτονικές αψιδωτές εξόδους των στάβλων, άρπαζαν οι φρουροί στην τύχη μια μοναχή κι έναν μοναχό, τους ανάγκαζαν να πιαστούν χέρι με χέρι και να προχωρήσουν αντάμα. Τολμούσαν μερικοί ν’ αποτραβηχτούν, με άμεση συνέπεια να δέχονται απανωτά χτυπήματα στις πλάτες ή και κατά πρόσωπο με τις λαβές των ξιφών και τα μαστίγια. Έσπαζαν δόντια και μύτες κι έτρεχαν αυλακιές αίματος στα κατάλευκα μάγουλα, καθώς τους είχαν ξυρίσει τις προηγούμενες ημέρες. Ο Υάκινθος ένιωσε το χέρι μιας καλογριάς να δένεται με το δικό του, μα δεν έστρεψε να την ιδεί. Όποια κι αν ήταν η όψη της, νέας ή γραίας, καλλίμορφης ή όχι, δε σήμαινε τίποτε για εκείνον. Μόνο τη ρώτησε: «Πώς σε ονομάζουν;» «Λυγινή», αποκρίθηκε με τρέμουλο κι ασυνήθιστη γλυκύτητα στη φωνή της. «Και στο καλογερικό μου, Μάρθα».
«Πόσων χρόνων είσαι;»
«Δεκαπέντε. Εσένα πώς σε λέγουν;»
«Υάκινθο. Μη φοβάσαι, μας σκεπάζουν οι φτερούγες του Θεού».
Ανά ζευγάρια το μαύρο ποτάμι των τετρακοσίων ρασοφόρων διάβηκε μπροστά από το Διίππιο, όπου στάθμευαν οι ηνίοχοι των ιπποδρομιών τα άρματά τους, και ξεχύθηκε στη Μέση Οδό στο ύψος του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου. Απέμεναν περί τα διακόσια μέτρα έως τον Ιππόδρομο. Παραπλεύρως, εν είδει κινούμενης όχθης, μα και ξοπίσω ακολουθούσαν οι φρουροί βιάζοντάς τους να μη χασομερούν.
«Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…» πήρε να ψέλνει χαμηλόφωνα ο Υάκινθος και συνέχισε με αυξανόμενη ένταση, ενθαρρύνοντας έτσι και τους υπόλοιπους καλογέρους και καλογριές να τον μιμηθούν. Ωστόσο πάλι τους κάλυπτε όλους με την εντυπωσιακά δυνατή και καθαρή σαν κρύσταλλο φωνή του.
Ο πλάγιος τέταρτος ήχος της ψαλμωδίας δεν άργησε να σιγήσει και να δώσει τη θέση του σε πονεμένα ουρλιαχτά και γογγυσμούς. Χύμηξαν οι φρουροί και μαστίγωναν με μανία τους μελωδούντες, χωρίς ν’ αμελήσουν να περιποιηθούν ιδιαιτέρως τον Υάκινθο ως υποδαυλιστή της γαλήνιας ανταρσίας. Επειδή το γαλήνιο τρομάζει πιότερο τους φορείς κάθε εξουσίας ή προσφέρεται για εύκολο θύμα.
Αμέτοχη στην επίκληση της Παναγίας μέσω του τροπαρίου φάνταζε να ’ναι η Λυγινή. Βάδιζε πλάι στον Υάκινθο όπως η τρομαγμένη πέρδικα και αδυνατούσε να καταλάβει για ποιον λόγο γίνονταν τούτα. Γιατί να διώκουν τα πιο αγαθά πλάσματα, τα αφιερωμένα στον Θεό; Τι λογής διαβολική ενέργεια απανθράκωσε το μυαλό του βασιλέα και στράφηκε εναντίον τους; Τι έμελλε να τους κάμουν; Να τους σκοτώσουν; Να τους βασανίσουν μέχρι να βγει η έσχατη πνοή τους; Να γίνουν μάρτυρες για την πίστη τους όπως τόσοι και τόσοι χριστιανοί επί Νέρωνα, Δομιτιανού, Δέκιου και Διοκλητιανού;
Πάντως εκμαύλισαν γρήγορα τα κοριτσίστικα μάτια της άλλες σκέψεις και αφορμές. Διανύοντας προς το παλάτι το τελευταίο κομμάτι της Μέσης Οδού, το καλούμενο Μίλι, γυρόφερνε το βλέμμα εκστασιασμένη. Πρώτη φορά βρισκόταν στο κέντρο της Πόλης και όσα αντίκριζε εξακόντιζαν τον θαυμασμό της. Έρχονταν και τόσο κόντρα με το μουντό μοναστήρι, απ’ όπου μάζεψαν οι στρατιώτες το προηγούμενο βράδυ όλες τις μοναχές και τις μετέφεραν με πλοίο και στη συνέχεια με άμαξες στους στάβλους των Πρασίνων…
Διαβάστε τη συνέχεια EΔΩ
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ γεννήθηκε στο χωριό Μελάτες της Άρτας το 1960. Έχει γράψει ποιητικές συλλογές, στίχους σε 80 τραγούδια, διηγήματα και μυθιστορήματα. Με την ποιητική συλλογή Έρωτας νυν και αεί ήταν υποψήφιος στη βραχεία λίστα για το Κρατικό Βραβείο Ποίησης 2008, ενώ το 2009 τιμήθηκε με το Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (Ε.ΚΕ.ΒΙ.) για το μυθιστόρημά του ΙΜΑΡΕΤ. Η παραλογή «Ο λύκος», που εμπεριέχεται στη συλλογή διηγημάτων ΚΑΠΟΙΟΙ ΔΕΝ ΞΕΧΝΟΥΝ ΠΟΤΕ, βραβεύτηκε στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης και Διηγήματος «Γιώργος Σεφέρης» του Πανεπιστημίου του Παλέρμο.
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Κατηγορία: Ελληνική λογοτεχνία, Ιστορικό Μυθιστόρημα
ISBN: 978-618-01-3519-0
Δείτε το video του βιβλίου