Π. Νεάρχου: Έλεγχος των συνόρων χωρίς παλινδρομήσεις
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Για ένα μεγάλο διάστημα οι Ελληνικές κυβερνήσεις ακολούθησαν την αυτοκαταστροφική πολιτική των ανοικτών συνόρων και της ανοχής στη λαθρομετανάστευση. Ακόμη και όταν οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, που, άλλωστε, δεν είναι το ίδιο εκτεθειμένες, έκλεισαν τα σύνορά τους και υιοθέτησαν αυστηρές πολιτικές αποτροπής.
Υποτίμησαν ακόμη τον γεωπολιτικό και στρατηγικό χαρακτήρα που έχει η μαζική παράνομη μετανάστευση, όταν γίνεται όπλο ασύμμετρου, υβριδικού πολέμου στα χέρια ενός κακόβουλου γείτονα, που έχει απροκάλυπτα επεκτατικά σχέδια κατά της Ελλάδος και μεγαλεπήβολα σχέδια αναδείξεως της χώρας του σε μεγάλη δύναμη, με όχημα μια Μουσουλμανική Διεθνή.
Το κόστος της ιδεοληπτικής, ανεδαφικής και μυωπικής αυτής πολιτικής είναι ήδη πολύ υψηλό. Κοντά στα άλλα εθνικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, η χώρα απέκτησε, εκ του μη όντος, και ένα άλλο εθνικό πρόβλημα, που εν δυνάμει, εάν δεν ληφθούν εγκαίρως μέτρα, μπορεί να εξελιχθεί στο μεγαλύτερο πρόβλημα και να πλήξει την ίδια την εθνική υπόσταση του κράτους και του λαού μας.
Ένα δείγμα των άμεσων κινδύνων που διατρέχει η χώρα από τη χειραγώγηση ανεξέλεγκτων μεταναστευτικών μαζών εναντίον μας είναι η αποτροπή που επετεύχθη στον Έβρο από αλλαγή πολιτικής, την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, και το κλείσιμο των συνόρων. Μπορεί να αναλογισθεί κανείς τι θα συνέβαινε στη Θράκη και στη Μακεδονία εάν οι 50.000 μετανάστες που επεχείρησαν να εισβάλουν το κατόρθωναν αλλά και πόσοι άλλοι στη συνέχεια θα ακολουθούσαν.
Μπορεί επίσης να αναλογισθεί κανείς πόσο θα ενδυναμωνόταν η θέση του Ερντογάν έναντι της Ευρώπης και πόσο θα καρποφορούσε ο εκβιασμός του, εφόσον θα αναδεικνυόταν ως ο μόνος που θα μπορούσε να ελέγξει τις μεταναστευτικές ροές, διεκδικώντας ανταλλάγματα «προστασίας». Θα επιβεβαιωνόταν πανηγυρικά το γεγονός ότι η ιδεοληπτική Ελληνική πολιτική των ανοικτών συνόρων δεν είναι μόνο αυτοκαταστροφική αλλά και συμπληρωματική της Τουρκικής στρατηγικής.
Στις 17 Μαρτίου έλαβε χώρα τηλεδιάσκεψη μεταξύ του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν και των τριών μεγάλων της Ευρώπης: της Καγκελαρίου της Γερμανίας Μέρκελ, του Γάλλου Προέδρου Μακρόν και του Βρετανού πρωθυπουργού Τζόνσον. Η τηλεδιάσκεψη υπεκατέστησε την Τετραμερή Συνάντηση Κορυφής που είχε συμφωνηθεί να γίνει στην Κωνσταντινούπολη.
Πιεζόμενος στη Συρία, όπου βρίσκεται αντιμέτωπος με τις αντιφάσεις της πολιτικής του και του επιτήδειου παιχνιδιού ισορροπίας που παίζει με τους δύο μεγάλους, Ρωσία και ΗΠΑ, ο Ερντογάν θέλει να αναζωογονήσει τις σχέσεις με την Ευρώπη για να επιτύχει διπλωματική στήριξη αλλά και να αποσπάσει χρήματα και άλλα ανταλλάγματα, που επιδιώκει, καταφεύγοντας στον γνωστό εκβιασμό της εφόδου των λαθρομεταναστών στα Ευρωπαϊκά σύνορα.
Δεν υπάρχουν ακόμη πολλές πληροφορίες για το αποτέλεσμα των συζητήσεων. Από όσα έχουν ανακοινωθεί, τα μέχρι τώρα απτά αποτελέσματα είναι η ανθρωπιστική βοήθεια που συμφώνησε να δώσει η Γερμανία στην Ιντλίμπ, ύψους 100 – 150 εκατ. ευρώ, και η θετική δήλωση της Καγκελαρίου Μέρκελ υπέρ της αναβαθμίσεως της τελωνειακής ενώσεως της Τουρκίας με την Ευρώπη.
Υπενθυμίζεται σχετικά ότι η Άγκυρα, πέραν των χρηματικών ανταλλαγμάτων, ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, διεκδικεί επίσης, πρώτον, την αναβάθμιση της τελωνειακής της ενώσεως με την Ευρώπη και, δεύτερον, την άρση της θεωρήσεως (βίζας) για τους Τούρκους υπηκόους, που θα τους επέτρεπε να διακινούνται ελεύθερα σ’ όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και τα δύο αυτά θέματα έχουν τεράστια σημασία για την Ελλάδα. Η αναβάθμιση της τελωνειακής ενώσεως της Τουρκίας με την Ευρώπη θα παρείχε μεγάλο πλεονέκτημα στα Τουρκικά προϊόντα και στην πρόσβασή τους στην Ευρώπη, σε βάρος των Ελληνικών προϊόντων και της ανταγωνιστικότητάς τους στην Ευρωπαϊκή αγορά. Η άρση της βίζας με μια χώρα που επιδίδεται απροκάλυπτα σε υβριδικό πόλεμο κατά της Ελλάδος θα δημιουργούσε πολύ μεγάλα προβλήματα στην Ελληνική εθνική ασφάλεια.
Η Γερμανία έχει πολλά και μεγάλα συμφέροντα στην Τουρκία και πρωτοστατεί στην αναβάθμιση της τελωνειακής της ενώσεως με την Ευρώπη. Το μέτρο όμως αυτό δεν έχει την ίδια σημασία για όλους, ιδίως για την Ελλάδα.
Δηλώθηκε επίσης αορίστως κατά την Τηλεδιάσκεψη ότι πρέπει να επανενεργοποιηθεί η Ευρω-Τουρκική Συμφωνία (Κοινό Ανακοινωθέν) του 2016. Η αναλυτική όμως συζήτηση και διαπραγμάτευση του θέματος παρεπέμφθη στον Ύπατο Εκπρόσωπο για θέματα εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενώσεως Ζοζέφ Μπορέλ και στον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Τσαβούσογλου.
Η Τηλεδιάσκεψη έστω του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν με τους τέσσερις μεγάλους της Ευρώπης είναι γι’ αυτόν μια σχετική επιτυχία γιατί ανταποκρίνεται στον στόχο του να παρουσιάζεται ως ένας από τους αναδυόμενους «μεγάλους», που συζητά, ως ίσος προς ίσο, με τις δύο υπερδυνάμεις αλλά και με τους μεγάλους της Ευρώπης. Η δύσκολη θέση, πάντως, στην οποία βρέθηκε στη Συρία και η σκληρή μεταχείριση της οποίας έτυχε και από τους δύο μεγάλους του έδειξε σαφώς ποια είναι τα πραγματικά όρια του «μεγαλείου» που φαντασιώνεται.
Σε κάθε περίπτωση, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, δεν είναι μόνο η επιδίωξη του Ερντογάν να συνδιαλέγεται με τους μεγάλους της Ευρώπης, πάνω από το κεφάλι της Ελλάδος. Είναι και η τάση των μεγάλων της Ευρώπης, κατά πρώτο λόγο της Γερμανίδος Καγκελαρίου Μέρκελ, να ενεργούν ως Διευθυντήριο στα μεγάλα θέματα και να θέτουν προ τετελεσμένων γεγονότων τις άλλες χώρες-μέλη. Αυτό έχει ιδιαίτερα σημασία στις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρώπη, στο μεταναστευτικό θέμα αλλά όχι μόνον.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, σε ό,τι αφορά το μεταναστευτικό, η Ελλάδα δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να επανέλθει στην προηγούμενη κατάσταση. Πρέπει να καθορίσει σαφή και σταθερή πολιτική, έχοντας ως κύριο άξονα τη διαπίστωση ότι η Άγκυρα χρησιμοποιεί ως όπλο κατά της Ελλάδος την παράνομη μετανάστευση και ότι πρέπει να έχει τον έλεγχο των συνόρων της. Πρέπει επίσης να έχει ως βασικό κριτήριο το γεγονός ότι, στον βαθμό που ελέγχει η ίδια τα σύνορά της, αφοπλίζει την Άγκυρα και καθιστά έωλο τον εκβιασμό της κατά της Ελλάδος και της Ευρώπης.
Από την άποψη αυτή, είναι σωστή κίνηση η πρόσληψη 1.900 ανδρών και γυναικών για το Λιμενικό και ο προγραμματισμός για την απόκτηση 54 νέων σκαφών για το Λιμενικό Σώμα, που εξήγγειλε στη Βουλή ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής κ. Πλακιωτάκης. Ο ερχομός στον Έβρο αποσπασμάτων από διάφορες χώρες και ενισχύσεως της FRONTEX είναι θετική εξέλιξη, υπό τον όρο ότι δεν θα αλλάξει το νομικό πλαίσιο της αναπτύξεώς τους και θα συμβάλλουν στην απώθηση και στον έλεγχο των συνόρων και όχι στην «υποδοχή» και στη δήθεν «διάσωση», στην οποίαν επιδιδόταν προηγουμένως η FRONTEX, σε συνεργασία με διάφορες ΜΚΟ.
Ο κίνδυνος παλινδρομήσεως σε μια τέτοια πολιτική υπάρχει στο ενδεχόμενο ανανεώσεως της Ευρω-Τουρκικής Συμφωνίας, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, όπως επίσης σε ενδεχόμενες πιέσεις στην Ελλάδα να μην παρατείνει επί μακρόν ή επ’ αόριστον τη μη αποδοχή αιτήσεων ασύλου μέχρι τη διαμόρφωση μιας αναθεωρημένης κοινής Ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής, που προβλέπεται να γίνει περί το τέλος του 2020 – αρχές 2021. Η επάνοδος στην πολιτική των ανοικτών συνόρων και της μη απωθήσεως στα σύνορα, με πρόσχημα το άσυλο, θα ήταν πλάνη χείρων της πρώτης.
«Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού», έλεγαν οι Αρχαίοι. Το μεταναστευτικό έχει χαρακτήρα υβριδικού πολέμου για την Ελλάδα και η διαπίστωση αυτή δεν είναι υψηλή ρητορική. Είναι η πραγματικότητα. Η κυβέρνηση πρέπει επομένως να ενεργήσει αναλόγως. Ο Ελληνικός λαός έχει συνειδητοποιήσει τη διάσταση του προβλήματος και τη φενάκη των διαφόρων παραλόγων ιδεοληψιών. Δεν θα ανεχθεί επάνοδο στην προηγούμενη κατάσταση.
Ο πρώην Ιταλός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι είχε κάνει με τη Λιβύη του Συνταγματάρχη Καντάφι μια δεκαετή συμφωνία για το μεταναστευτικό. Έναντι 5 δισ. ευρώ, για μια δεκαετή περίοδο, η Λιβύη είχε αναλάβει να ανακόπτει στις ακτές της τις μεταναστευτικές ροές από την Αφρική. Η Τουρκία δεν ανακόπτει αλλά προάγει τη λαθρομετανάστευση για να εξυπηρετήσει τους δικούς της σκοπούς.